Στην Ευρώπη τρέχουν τώρα να κυρώσουν τη συμφωνία που έγινε τον περασμένο Δεκέμβριο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από τις ευρωεκλογές, ώστε να νομοθετηθεί και να ισχύσει πρακτικά από το 2025, μαζί με τις αλλαγές που φέρνει ειδικά για τα μέλη με υψηλό χρέος, όπως η Ελλάδα.
Πιο χαλαρό
Το νέο πλαίσιο αφήνει πίσω τη «μηχανιστική» λογική για το χρέος και το έλλειμμα, με τους στόχους να πρέπει να επιτευχθούν πάση θυσία, ακόμη και αν θα χρειαζόταν να γίνουν περικοπές σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνική πολιτική.
Με το νέο πλαίσιο ο «πήχης» για την ετήσια ελάχιστη μείωση του χρέους κατεβαίνει στο 1% του ΑΕΠ. Με βάση τον αποσυρόμενο κανόνα, η Ελλάδα θα έπρεπε να μειώνει κατά 1/20 το ποσοστό του χρέους της (γιατί βρίσκεται πάνω από το 60% του ΑΕΠ). Θα έπρεπε δηλαδή να μειώνει το χρέος της κατά 5,1% του ΑΕΠ κάθε χρόνο για τα επόμενα 20 χρόνια, ώστε το ελληνικό χρέος να υποχωρήσει στο 60% του ΑΕΠ το 2043. Τούτο δε, ανεξάρτητα από το αν η χώρα βρισκόταν σε ανάπτυξη, στασιμότητα ή ύφεση. Με τον νέο κανονισμό υπάρχει σαφής όρος, ότι αν μια χώρα αντιμετωπίζει οικονομικό πρόβλημα, τότε οι δημοσιονομικοί στόχοι «παγώνουν», μέχρι η χώρα να επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης.
Το έλλειμμα θα συνεχίσει να έχει επίσημο όριο το 3% του ΑΕΠ. Ωστόσο, στην πράξη η χώρα θα πρέπει να καταβάλει προσπάθεια μείωσης του ελλείμματος όταν αυτό θα ξεπερνάει το 1,5% του ΑΕΠ ώστε καμία χώρα να υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ.
Τετραετές πλάνο με δικαίωμα παράτασης έως και 3 χρόνων
Με το νέο πλαίσιο ο στόχος για τη μείωση του χρέους θα είναι προσαρμοσμένος στην Ελλάδα. Ο ορισμός και η παρακολούθηση των στόχων θα εντάσσονται σε 4ετή δημοσιονομικά πλάνα που θα μπορούν να πάρουν παράταση έως και 3 χρόνια σε ακραίες περιπτώσεις χρέους, όπως αυτή της Ελλάδας. Στα σύμφωνα αυτά, εκτός από την εξέλιξη των μεγεθών το κράτος-μέλος θα πρέπει να δεσμεύεται σε συγκεκριμένο πρόγραμμα επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων που θα εξελίσσεται παράλληλα με τη δημοσιονομική προσαρμογή του κάθε κράτους-μέλους. Οι στόχος και το πακέτο επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων θα μπορούν να αλλάξουν δύσκολα και αφού αυτό αιτιολογηθεί επαρκώς στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Στο πρόγραμμα κάθε μέλος και εν προκειμένω η Ελλάδα, δεν θα συμφωνεί μόνο για δημοσιονομικούς στόχους. Το μέλος θα υποβάλλει και η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει πακέτο επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων που θα το βοηθήσουν να υλοποιήσει τους στόχους που αναλαμβάνει. Το βασικό σημείο που διαφοροποιεί το πρόγραμμα σε σχέση με το παρελθόν είναι οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις που θα ενσωματωθούν στο πρόγραμμα θα προταθούν από την Ελλάδα, όπως έγινε με το πρόγραμμα «Ελλάδα 2.0», που χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Βασικό κριτήρια για τις δημοσιονομικές επιδόσεις του κάθε κράτους-μέλους της Ε.Ε. θα είναι η… οροφή καθαρών πρωτογενών δαπανών, η οποία συμφωνείται εκ των προτέρων για κάθε χρόνο με την Επιτροπή με βάση ένα κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές πλεόνασμα που θα εγγυάται τη σταθερά πτωτική πορεία του χρέους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έχει την υποχρέωση να παρακολουθεί στενά την υλοποίηση των προγραμμάτων που θα συμφωνεί με τα μέλη και να δημοσιεύει τα αποτελέσματα των παρατηρήσεων σε ετήσιες εκθέσεις.
Υπάρχει επίσης και ο όρος ότι αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρήσει ότι το μέλος σκόπιμα καθυστερεί το πρόγραμμά του, μπορεί να επέμβει και να θέσει πιο δύσκολους στόχους.
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΔΙΑΦΥΓΗ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΣΩΣΗΣ
Τι γίνεται σε περίπτωση στασιμότητας ή ύφεσης
Η υλοποίηση των τετραετών προγραμμάτων θα έχει ρήτρα ανάπτυξης, εγγυημένη εκ των προτέρων, αλλά υπό προϋποθέσεις. Αν δηλαδή μία χώρα, όπως η Ελλάδα, βρεθεί σε στασιμότητα ή ακόμη και σε ύφεση από αιτία η οποία δεν μπορούσε να υπολογιστεί εκ των προτέρων, όπως π.χ. η πανδημία ή ένας πόλεμος, τότε το νέο σύμφωνο προβλέπει δύο πράγματα.
Αρχικά εφαρμόζεται η ρήτρα συνολικής διαφυγής, δηλαδή οι στόχοι για τη μείωση του χρέους και ενδεχομένως και του ελλείμματος, αν έχει υπερβεί το 3% του ΑΕΠ, «παγώνουν».
Παράλληλα, ενεργοποιείται και ένας αυτόματος μηχανισμός διάσωσης. Τα κοινοτικά κονδύλια που έχει εξασφαλίσει η χώρα είτε από το Ταμείο Ανάκαμψης είτε από το ΕΣΠΑ 2021-2027 απελευθερώνονται από περιορισμούς και δίνονται μαζικά εκ των προτέρων για να επανέλθει η χώρα σε θετική ανάπτυξη όπως συνέβη κατά την περίοδο της πανδημίας.
Αν σκεφτεί κανείς ότι η Ελλάδα δικαιούται 36 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης, από τα οποία έχει εισπράξει 14,7 δισ. ευρώ και απομένουν άλλα 21,3 δισ. ευρώ, ενώ από το ΕΣΠΑ έχουμε να πάρουμε άλλα 22 δισ. ευρώ, το πρόγραμμα διάσωσης που θα ενεργοποιηθεί θα έχει διαθέσιμους συνολικούς πόρους 43,3 δισ. ευρώ. Ποσό υπεραρκετό για να επαναφέρει την οικονομία σε θετική ανάπτυξη. Μόλις η θετική ανάπτυξη καταγραφεί, τότε επανέρχονται οι δημοσιονομικοί στόχοι και η χώρα συνεχίζει το πρόγραμμα. Ο δε χρόνος που χρειάστηκε μέχρι να ανακάμψει θεωρείται «νεκρός», δηλαδή δεν υπολογίζεται στα 4 χρόνια που διαρκεί κανονικά το πρόγραμμα.
ΠΟΤΕ ΘΑ ΕΠΙΒΑΛΛΟΝΤΑΙ – Ποινές δύο κατηγοριών
Παράλληλα με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες θεσπίζονται δύο ειδών ποινές οι οποίες θα εφαρμόζονται άμεσα ενώ στο παρελθόν, αν και υπήρχε η ρήτρα επιβολής κυρώσεων μέσω περικοπής κοινοτικών κονδυλίων, δεν είχε εφαρμοστεί ποτέ.
Στην πρώτη κατηγορία θα είναι οι ποινές διόρθωσης. Συγκεκριμένα, αν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι το πρόγραμμα κάποιας χώρας έχει επιβραδυνθεί χωρίς λόγο, θα μπορεί να το επιταχύνει μειώνοντας το ανώτατο όριο πρωτογενών δαπανών που έχει συμφωνηθεί, αναγκάζοντας τη χώρα που θα καθυστερεί σε περικοπές ώστε να πετύχει τους στόχους της.
Αν παρ’ όλα αυτά η χώρα δεν ανταποκριθεί και η ετήσια έκθεση είναι αρνητική, τότε η ποινή θα είναι το «πάγωμα» ή η περικοπή κοινοτικών κονδυλίων που έχουν δεσμευτεί για το ύψος των οποίων θα φτάνει το 0,5% του ΑΕΠ. Η ποινή αυτή θα παίρνει την έγκριση του συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών και θα εφαρμόζεται άμεσα με τη δημοσιοποίηση της ετήσιας έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη συγκεκριμένη χώρα.
Εξαιρούνται οι αμυντικές δαπάνες από το έλλειμμα
Μία επιπλέον ευκολία στο νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, ειδικά για την Ελλάδα, είναι η συμφωνία για την εξαίρεση των δαπανών Αμυνας από τον υπολογισμό του ελλείμματος, αν το ποσοστό των δαπανών υπερβαίνει το μέσο ποσοστό δαπανών της Ε.Ε.
Προβλέπεται συγκεκριμένα ότι όταν σημειώνεται υπέρβαση των ορίων για το έλλειμμα και το χρέος, θα συνυπολογίζεται κατά πόσο αυτή οφείλεται στην πραγματοποίηση υψηλών αμυντικών δαπανών. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εισάγεται η δυνατότητα αν ένα κράτος-μέλος έχει υψηλότερες επενδύσεις σε άμυνα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ή προβαίνει σε σημαντική αύξηση των επενδύσεων στην άμυνα, οι δαπάνες αυτές να μη λαμβάνονται υπόψη για την ένταξη ή μη του μέλους σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.
Μεγάλο κέρδος
Οι επενδύσεις στην άμυνα είναι η μοναδική κατηγορία δαπανών για την οποία εισάγεται ρητά αυτή η πρόνοια. Το κέρδος για την Ελλάδα είναι πολύ μεγάλο καθώς από το 2024 αναμένει παραδόσεις μεγάλου όγκου αμυντικού υλικού (πολεμικά αεροσκάφη, πλοία επιφανείας) που λόγω του κανόνα που ισχύει από τη Eurostat θα χρεώνονται στο σύνολο στον χρόνο παραλαβής τους, ανεξάρτητα αν θα αποπληρώνονται σε μεγάλο ορίζοντα χρόνου. Με την εξαίρεση, δημιουργείται περισσότερος δημοσιονομικός χώρος για την πραγματοποίηση επενδύσεων που έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα και συμβάλλουν στην αντιμετώπιση σύγχρονων προκλήσεων όπως η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση, η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, η ενεργειακή ασφάλεια, η οικονομική ανθεκτικότητα, η κοινωνική συνοχή και η άμυνα. Αυτό δεν σημαίνει πλήρη εξαίρεσή τους από τον υπολογισμό του ελλείμματος και του χρέους. Ωστόσο, τα κράτη που δεσμεύονται να πραγματοποιήσουν σύνολο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων θα μπορούν να αιτηθούν μεγαλύτερη περίοδο προσαρμογής (έως 7 αντί για 4 έτη) προκειμένου να πετύχουν τους δημοσιονομικούς στόχους. Και αυτό αποτελεί θετική εξέλιξη για την Ελλάδα η οποία έχει αναλογικά από τα υψηλότερα προγράμματα δημοσίων επενδύσεων, με αυτό του 2024 να ξεπερνά τα 12,1 δισ. ευρώ.
Ειδήσεις σήμερα
Ο κορυφαίος σκηνοθέτης Γιάννης Χουβαρδάς στον «Ε.Τ.»: «Είμαστε πάντα ένα βήμα πριν από τον γκρεμό»