Σε κάθε έκδοση που γίνεται, ειδικά από την αρχή του 2021, τα ελληνικά ομόλογα γίνονται κυριολεκτικά ανάρπαστα σπάζοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο σε ό,τι αφορά τη μείωση των αποδόσεων και τη ζήτηση, όπως αυτή αποτυπώνεται από τα ποσά των προσφορών.
Στην έκδοση του πενταετούς ομολόγου την περασμένη Τετάρτη εκτός από το πολύ χαμηλό επιτόκιο που έφτασε το 0,17%, για πρώτη φορά μηδενίστηκε και το κουπόνι. Για πρώτη φορά το Ελληνικό Δημόσιο δεν θα πληρώνει εξάμηνα τοκομερίδια μέχρι και τη λήξη το 2026. Ενα ακόμη ρεκόρ που δεν έχει αναφερθεί είναι ότι τα 9 δισ. που έχει αντλήσει από τις αγορές το Δημόσιο, από την έκδοση του 10ετούς ομολόγου στις 27 Ιανουαρίου, του 30ετούς στις 17 Μαρτίου και την τελευταία του πενταετούς, έχουν μέσο σταθμισμένο επιτόκιο λίγο κάτω από 1%.
Θετικές προοπτικές
Το φαινομενικά παράδοξο είναι ότι όλα αυτά συμβαίνουν με τα ομόλογα μιας χώρας της ευρωζώνης, η οποία έχει το υψηλότερο με διαφορά χρέος εντός ευρωζώνης (205% του ΑΕΠ), δεν διαθέτει επενδυτική βαθμίδα και είχε από τα μεγαλύτερα ποσοστά ύφεσης (8,2% του ΑΕΠ) εντός της Ε.Ε. για το 2020. Ωστόσο οι επενδυτές που αναζητούν ελληνικούς τίτλους, τόσο στην πρωτογενή όσο και στη δευτερογενή αγορά, «ποντάρουν» εκτός από τις προοπτικές της οικονομίας και σε τρία μοναδικά χαρακτηριστικά που διαθέτει σήμερα η Ελλάδα όταν δανείζεται από τις αγορές.
1 Τα ελληνικά ομόλογα είναι -μάλλον για λίγο ακόμη- τα μόνα που δίνουν τις μεγαλύτερες θετικές αποδόσεις ανάμεσα στα υπόλοιπα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης. Γι’ αυτό σπεύδουν να τα αποκτήσουν πριν οι αποδόσεις τους μηδενιστούν ή γίνουν αρνητικές. Καταλύτη για τη ραγδαία μείωση των αποδόσεων αποτελεί και η συμμετοχή της Ελλάδας στο έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ (PEPP) που κάνει τους ελληνικούς τίτλους ακόμη πιο σπάνιους και επιθυμητούς.
2 Το ελληνικό χρέος, παρότι υψηλότερο από τις άλλες χώρες της ευρωζώνης, είναι πιο «ασφαλές» από αυτό της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Η μέση «ωρίμανση» του ελληνικού χρέους είναι 20 χρόνια και οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες του από τις πιο χαμηλές παγκοσμίως αναλογικά με το ύψος του (δεν ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ). Τη βιωσιμότητα εγγυώνται και οι επίσημοι δανειστές, οι εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
3 Η Ελλάδα έχει υψηλό ποσό διαθεσίμων (πάνω από 30 δισ. ευρώ) και έχει την πολυτέλεια να διαλέξει τον χρόνο εξόδου στις αγορές. Αν οι αγορές κινηθούν επιθετικά, μπορεί να καλύψει τις ανάγκες για παραπάνω από δύο χρόνια χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει σε εξωτερικό χρέος.
Δέλεαρ και η ισχυρή ανάκαμψη
Την ίδια ώρα με βάση όλους τους οργανισμούς που παρακολουθούν την οικονομία (Ε.Ε., ΔΝΤ, ΟΟΣΑ) η Ελλάδα αναμένεται να καλύψει την ύφεση που είχε το 2020 μέσα στο 2022, αναπτυσσόμενη με ρυθμό μεγαλύτερο της ευρωζώνης τον επόμενο χρόνο και διατηρώντας μέσο ρυθμό ανάπτυξης άνω του 4% του ΑΕΠ για την τετραετία 2021-2024, με… καύσιμα που θα παρέχει το Ταμείο Ανάκαμψης.
Παράλληλα όλοι αναγνωρίζουν την τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή που κατάφερε η Ελλάδα από το 2010 έως και το 2018, μηδενίζοντας τα δίδυμα ελλείμματα (δημοσιονομικό και ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών) και ενισχύοντας την άμυνά της σε κρίσεις όπως αυτή που προκάλεσε η πανδημία.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Ακολούθησε το eleftherostypos.gr στο Google News και μάθε πρώτος όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr