Εκτός από την επισήμανση της πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα (που είναι λίγο ως πολύ δεδομένη αφού τα κόμματα εξουσίας είναι φιλοευρωπαϊκά), ο οίκος έδινε εύσημα στην κυβέρνηση της Ν.Δ. που ανέλαβε τον περασμένο Ιούλιο. Συγκεκριμένα, η Fitch διαπίστωνε αλλαγή κλίματος στην οικονομία αποδίδοντας προσήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη μείωση φόρων σε εισοδήματα και εργασία, την αντιμετώπιση των προβλημάτων με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών και την έμφαση που δίνει σε αποκρατικοποιήσεις.
Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι τόνιζε πως η ατζέντα της νέας κυβέρνησης μπορεί να αναθεωρήσει προς τα πάνω την πρόβλεψη της Fitch για την Ελλάδα για μεσοπρόθεσμο ρυθμό ανάπτυξης 1,2% του ΑΕΠ.
Με τον αέρα της αναβάθμισης το υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζει μια νέα έκδοση ομολόγου 15 ετών, κάτι που ζητά η αγορά εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο. Ως γνωστό με τη συμφωνία της ελάφρυνσης του χρέους το 2018 διασφάλιζε πολύ χαμηλές χρηματοδοτικές ανάγκες ως το 2032. Ενα 15ετές ομόλογο (αν τελικά επιλεγεί αυτή η περίοδος) που θα εκδοθεί το 2020 θα έχει λήξη το 2035.
Θα πληρωθεί, δηλαδή, μετά το 2032, που είναι το χρονικό όριο μέχρι το οποίο το ελληνικό χρέος είναι απολύτως ρυθμισμένο με πολύ χαμηλές χρηματοδοτικές υποχρεώσεις και σίγουρα πολύ μετά την εξάντληση των 32 δισ. ευρώ που έχουμε ως απόθεμα για το χρέος. Συνεπώς, το νέο ομόλογο θα μπορεί να γίνει στόχος κερδοσκοπικών πιέσεων σε μια – αναμενόμενη το επόμενο διάστημα- νευρική περίοδο για τις αγορές. Μάλιστα οι αναταράξεις για το συγκεκριμένο ομόλογο θα είναι μεγαλύτερες όσο η Ελλάδα δεν έχει επενδυτική βαθμίδα.
Το ρίσκο για μια τέτοια κίνηση μείωσε την Παρασκευή η Fitch. Κάνοντας ένα βήμα παραπάνω προχώρησε στην αναβάθμιση του αξιόχρεου κατά μία βαθμίδα (στο ΒΒ από ΒΒ-) και παράλληλα αναβάθμισε και την προοπτική της οικονομίας σε «θετική» από «σταθερή», που τη διατηρούσε από την άνοιξη του 2018. Η θετική προοπτική είναι μισό βήμα πιο κοντά στην επόμενη αναβάθμιση στη δεύτερη αξιολόγηση από τον οίκο τον ερχόμενο Ιούλιο. Ο ίδιος ο οίκος έβαλε ως προαπαιτούμενα μιας νέας αναβάθμισης: Τη συνέχιση μιας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής, που είναι κάτι παραπάνω από δεδομένη, αφού η Ελλάδα διεκδικεί την αναθεώρηση των δημοσιονομικών στόχων που επιβλήθηκαν μετά το τέλος του 3ου Μνημονίου.
Honda και Nissan ενώνουν δυνάμεις για να κυριαρχήσουν στην παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία
Τη διατήρηση και επαύξηση της βιωσιμότητας του χρέους, η οποία είναι επίσης δεδομένο, καθώς η Ελλάδα δανείζεται ήδη με επιτόκια περίπου ίδια με αυτά της Ιταλίας παρότι έχει ακόμη από δύο έως και τρία (κατά την αξιολόγηση της Moody’s) σκαλιά να ανέβει με την επενδυτική βαθμίδα και 32 δισ. διαθέσιμα για ένα χρέος που θα μειώνεται με ρυθμό μεγαλύτερο από 5% του ΑΕΠ το χρόνο.
Την εκκαθάριση των «κόκκινων» δανείων από τους ισολογισμούς των τραπεζών, που αποτελεί και τη μεγαλύτερη πρόκληση της ελληνικής οικονομίας με δεδομένα τα φτωχά αποτελέσματα των προηγούμενων ετών σε αυτόν τομέα.
Το επόμενο ραντεβού με τις αξιολογήσεις των ξένων οίκων είναι η διπλή αξιολόγηση στις 24 Απριλίου από τη Standard & Poor’s και την DBRS. Αν έχουμε και από αυτές αναβαθμίσεις, τότε ανεξάρτητα από την αξιολόγηση της Moody’s στις 8 Μαΐου η Ελλάδα θα βρίσκεται και επισήμως δύο θέσεις κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Από την έντυπη έκδοση