Ο κ. Στουρνάρας ζήτησε για μία ακόμη φορά να προχωρήσει η ελάφρυνση του Δημοσίου Χρέους, προειδοποιώντας παράλληλα πως αν το ελληνικό χρέος δεν κριθεί βιώσιμο, η προβλεπόμενη έξοδος στις αγορές το 2018 δεν είναι εφικτή.
Τόνισε πως όσον αφορά τον τουριστικό κλάδο, παρατηρείται αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων με αποτέλεσμα στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016 να αγγίζουν 54,3%. Το ποσοστό αυτό είναι πολύ υψηλότερο του αντίστοιχου δείκτη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων του συνόλου της οικονομίας (45,1%), φαινόμενο που όπως επεσήμανε ο κ. Στουρνάρας πρέπει να ερευνηθεί και να αντιμετωπισθεί.
Ο Γιάννης Στουρνάρας επεσήμανε πως η σταδιακή βελτίωση της οικονομίας αρχίζει να απεικονίζεται και στην πορεία αρκετών μακροοικονομικών δεικτών, όπως στην βιομηχανική παραγωγή , στις λιανικές πωλήσεις (αυξήθηκαν κατά 9,7% τον Ιούλιο), στη δημιουργία 237.817 νέων θέσεων εργασίας στο οκτάμηνο και τέλος την υποχώρηση του ποσοστού ανεργίας σε 23,1%, έναντι 24,9% το προηγούμενο τρίµηνο και 24,6% το αντίστοιχο τρίµηνο του 2015.
Με βάση τις προβλέψεις της ΤτΕ η ανάκαµψη της οικονοµικής δραστηριότητας που ξεκινά από το β’ εξάµηνο του 2016 θα συνεχιστεί και το 2017 και 2018. Συγκεκριμένα, το 2016 αναµένεται µικρή µείωση του ΑΕΠ, της τάξεως του 0,3%, και ανάπτυξη 2,5% και 3% για το 2017 και 2018 αντίστοιχα.
Παρ’ όλα αυτά, όπως ξεκαθάρισε ο κ. Στουρνάρας, οι προβλέψεις βασίζονται στην υπόθεση πως τόσο οι μεταρρυθμίσεις όσο και οι ιδιωτικοποιήσεις, που έχει συμφωνήσει η ελληνική κυβέρνηση με τους θεσμούς θα υλοποιηθούν και θα ολοκληρωθεί εγκαίρως η εκταμίευση των σχετικών δόσεων, προκειμένου να ενισχυθεί η ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας, καθώς και στο ότι θα συνεχιστεί η διευκολυντική νοµισµατική πολιτική από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Ο Γιάννης Στουρνάρας προειδοποίησε ότι ελοχεύουν κίνδυνοι τόσο από το εξωτερικό περιβάλλον όσο και από το εσωτερικό καθώς τυχόν καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και ιδιαίτερα στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων θα περιορίσει την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα την αναζωπύρωση της αβεβαιότητας, την υπονόμευση του κλίματος εμπιστοσύνης και την εξασθένηση των προοπτικών οριστικής εξόδου από την κρίση.
«Τυχόν καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και ιδιαίτερα στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων θα περιορίσει την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα την αναζωπύρωση της αβεβαιότητας», τόνισε χαρακτηριστικά για να προσθέσει:
«Παράλληλα, εξακολουθούν να υφίστανται κίνδυνοι και αβεβαιότητα για την πορεία της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας οικονομίας, που οφείλονται, μεταξύ άλλων, στη σχεδιαζόμενη έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), καθώς και σε ενδεχόμενη επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης. Επίσης, κίνδυνοι ελλοχεύουν από ενδεχόμενη έξαρση του προστατευτισμού, καθώς και πιο απλουστευτικές προσεγγίσεις σε περίπλοκα προβλήματα και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, που εδράζονται στον απομονωτισμό και όχι στη συνεργασία και το συντονισμό».
Σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ τρία στοιχεία θα θωρακίσουν την οικονομία:
-Επιτάχυνση της εφαρμογής του προγράμματος. «Το πρώτο και σημαντικότερο είναι η προσήλωση στους στόχους του προγράμματος και κυρίως η επιτάχυνση του ρυθμού εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων, που έχουν αποφασισθεί. Στις αμέσως επόμενες μέρες, αρχίζει η δεύτερη αξιολόγηση, που περιλαμβάνει μια σειρά ουσιώδεις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, με προσδοκώμενα οφέλη για την οικονομική δραστηριότητα. Η αξιολόγηση θα πρέπει να ολοκληρωθεί χωρίς καθυστερήσεις. Αν συμβεί αυτό, οι θετικές επιπτώσεις θα γίνουν γρήγορα αισθητές και θα ισχυροποιηθεί η πρόβλεψη ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας με επιταχυνόμενους ρυθμούς από το 2017 και μετά».
-Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. «Η αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι βασική προϋπόθεση για την ανάκαμψη της πιστωτικής επέκτασης αλλά και για την αναδιάρθρωση επιχειρήσεων και τομέων της οικονομίας».
Ως προς αυτό πέραν από τις κινήσεις της ΤτΕ ΕΛΛ +0,90% ο Γ. Στουρνάρας τονίζει ότι «απαιτείται πιο ενεργητική πολιτική διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, από την πλευρά των τραπεζών, με έμφαση σε μακροχρόνιες ρυθμίσεις, συντονισμένη αντιμετώπιση των κοινών πιστούχων και στην αναδιάρθρωση των βιώσιμων επιχειρήσεων, με τη συμμετοχή των μετόχων».
-Το χρέος. «Η τρίτη σημαντική πρόκληση που θα αντιμετωπίσουμε άμεσα είναι η έναρξη ουσιαστικών συζητήσεων με τους εταίρους για την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους. Η ελάφρυνση του χρέους είναι εξαιρετικής σημασίας όχι μόνο μακροπρόθεσμα, αλλά και βραχυπρόθεσμα. Διότι, εάν το ελληνικό χρέος δεν κριθεί βιώσιμο, η προβλεπόμενη έξοδος στις αγορές το 2018 δεν είναι εφικτή. Πρέπει, συνεπώς, οι συνομιλίες να αρχίσουν τώρα και να ολοκληρωθούν όσο το δυνατόν συντομότερα. Άλλωστε, η συζήτηση για το χρέος συνιστά δέσμευση των εταίρων από το 2012, η οποία επαναλήφθηκε τον περασμένο Μάιο, αλλά δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί».