Αυτό που πρέπει να θεωρείται σχεδόν βέβαιο είναι πως στο Eurogroup του Ιουνίου θα ληφθεί μια συνολική απόφαση για την Ελλάδα, που θα περιλαμβάνει το χρέος, την έξοδο από το πρόγραμμα, την τελευταία δόση και την επιτήρηση της επόμενης μέρας.
Αξιωματούχοι της ευρωζώνης πάνε ακόμη παραπέρα προαναγγέλλοντας τη συνολική απόφαση ακόμη και στην περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των Γερμανών και του ΔΝΤ για το χρέος.
Από το σημείο αυτό αρχίζουν και τα ερωτηματικά σε σχέση με την πορεία της διαπραγμάτευσης για τη διαμόρφωση της τελικής απόφασης.
Σε ό,τι αφορά το ΔΝΤ, η συμμετοχή του στο πρόγραμμα με χρηματοδότηση είναι εντελώς απαραίτητη γιατί θα στείλει θετικά μηνύματα στις αγορές με δεδομένη την πολύ μεγάλη αξιοπιστία που έχει στη διαχείριση και ολοκλήρωση προγραμμάτων.
Εάν το Ταμείο δεν μπει στο πρόγραμμα, σημαίνει ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και στην περίπτωση αυτή η κυβέρνηση θα πρέπει να ξεχάσει την έξοδο στις αγορές με ικανοποιητικό επιτόκιο.
Εάν πάλι μπει στο πρόγραμμα χωρίς χρηματοδότηση ούτε αυτή θα είναι καλή λύση, γιατί θα δοθεί η ερμηνεία πως οι Ευρωπαίοι που είναι ο μεγαλύτερος χρηματοδότης του ΔΝΤ πίεσαν την Κριστίν Λαγκάρντ να βάλει τη «σφραγίδα» του οργανισμού στο πρόγραμμα και επειδή δεν πιστεύει στη λύση για τη βιωσιμότητα του χρέους δεν έβαλε χρήματα.
Συνεπώς, οποιαδήποτε λύση χωρίς το ΔΝΤ θα είναι «μισή λύση», η οποία στην τρέχουσα διεθνή συγκυρία θα λειτουργήσει αρνητικά για τη χώρα μας.
ΣΕΛΠΕ: Ο στρατηγικός σχεδιασμός για το 2024-2027 και η νέα διοίκηση του συνδέσμου
Ο διεθνής οργανισμός έχει πολύ προχωρημένη θέση για το χρέος ζητώντας δραστική ελάφρυνση χωρίς όρους. Συγκεκριμένα, ζητάει μεταξύ άλλων 10ετή επιμήκυνση των αποπληρωμών των δανείων της δεύτερης διάσωσης (130 δισ. ευρώ), την πρόωρη εξόφληση των δανείων του ίδιου προς την Ελλάδα ύψους 11 δισ. ευρώ, και την επιστροφή των κερδών της ΕΚΤ και των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα που κατέχουν.
Το Βερολίνο αφενός μεν δεν θέλει μια απόφαση τόσο προχωρημένη που θα προκαλούσε εσωτερικές αντιδράσεις στη Γερμανία και σίγουρα δεν θέλει ελάφρυνση χωρίς όρους.
Χωρίς την πίεση του ΔΝΤ η γερμανική κυβέρνηση θα επιβάλει πλήρως την παραπάνω θέση της γιατί δεν υπάρχουν αντιδράσεις, ενώ οι Γάλλοι είναι θετικοί στην ελάφρυνση αλλά δεν θα δώσουν μάχη για προχωρημένη απόφαση. Η Κομισιόν και η ΕΚΤ είναι οι μεγαλύτερο σύμμαχοι, αλλά δεν συμμετέχουν στη διαπραγμάτευση και φυσικά δεν συνδιαμορφώνουν την απόφαση.
Συμφωνία για το χρέος σε διαφορετικά στάδια και με όρους στην Ελλάδα δεν θα στείλουν καλό μήνυμα στις αγορές, οι οποίες θέλουν μια καθαρή έξοδο της χώρας από το πρόγραμμα. Αυτό που ενδιαφέρει τους ιδιώτες επενδυτές είναι η βεβαιότητα πως σε περίπτωση κρίσης θα έχουν προτεραιότητα στην αποπληρωμή των ομολόγων και μια εμπροσθοβαρής ελάφρυνση του χρέους τούς δίνει αυτή τη βεβαιότητα.
Από εκεί και πέρα υπάρχει και ο γεωπολιτικό κίνδυνος που απειλεί την παγκόσμια οικονομία και τις αγορές, οι οποίες τον αντιλαμβάνονται και για το λόγο αυτό γίνονται όλο και πιο διστακτικές και ευμετάβλητες. Στην παρούσα φάση ο γεωπολιτικός κίνδυνος έχει να κάνει με την απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία με το Ιράν για τα πυρηνικά, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ανάφλεξη στην περιοχή. Αλλος κίνδυνος είναι οι αμερικανικοί δασμοί, οι οποίοι επιβάλλονται «αλά καρτ» εντείνοντας την αβεβαιότητα και τις ανησυχίες των επενδυτών.
Στα παραπάνω προστίθεται μια σημαντική εξέλιξη, που έχει να κάνει με τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, όπου δύο αντισυστημικά κόμματα σχηματίζουν κυβέρνηση συνασπισμού. Οπως επισημαίνουν στις Βρυξέλλες, το κακό με αυτά δεν είναι μόνο τα προγράμματά τους, τα οποία θα μπορούσαν να προσαρμοστούν και να γίνουν σε γενικές γραμμές αποδεκτά.
Το πρόβλημα έχει να κάνει με το γεγονός ότι επειδή είναι αντισυστημικά δεν έχουν ικανό πολιτικό προσωπικό, που σημαίνει ότι η Ιταλία κινδυνεύει να βρεθεί με πρωθυπουργό και υπουργούς που δεν έχουν καμία διαίσθηση του κινδύνου και να δούμε κάτι ανάλογο με την εικόνα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. το πρώτο εξάμηνο του 2015. Και η Ιταλία δεν είναι μεγέθους Ελλάδας, μιλάμε για την τρίτη οικονομία της ευρωζώνης και τη χώρα με το ψηλότερο χρέος σε απόλυτους αριθμούς (2,3 τρισ. ευρώ) και το δεύτερο ψηλότερο στο ποσοστό του ΑΕΠ (135%) μετά την Ελλάδα.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Πολύ απλά, σε περίπτωση που η νέα ιταλική κυβέρνηση μπει στη λογική της μετωπικής σύγκρουσης με τις Βρυξέλλες οι αγορές θα τρελαθούν και τα επιτόκια των ομολόγων θα απογειωθούν. Και φυσικά δεν θα απογειωθούν τα επιτόκια μόνο στην Ιταλία, αλλά σε όλες τις χώρες και κυρίως στους «αδύναμους κρίκους», όπως η Ελλάδα, γιατί στο μυαλό του επενδυτή θα επανέλθουν εικόνες του παρελθόντος, έστω κι αν αυτή τη φορά οι πρωταγωνιστές είναι διαφορετικοί.
Και εδώ τίθεται πλέον το ερώτημα μήπως θα ήταν πιο φρόνιμο για την κυβέρνηση να εξετάσει και το εναλλακτικό σενάριο μιας προληπτικής πιστωτικής γραμμής που θα διασφαλίζει τη χρηματοδότηση της χώρας σε περίπτωση πολιτικής και οικονομικής κρίσης στην ευρωζώνη. Είναι πολύ πιο εύκολο να ενεργοποιηθεί η προληπτική πιστωτική γραμμή από το να ζητάς από τους εταίρους νέα διάσωση. Το παραπάνω σενάριο μπορεί σήμερα να φαίνεται ακραίο, ωστόσο κανένας δεν μπορεί να το αποκλείσει και αυτό οφείλει να το λάβει υπόψη η κυβέρνηση.
Νίκος Μπέλλος
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]