Ερωτηθείς αν θεωρεί ότι η μη αναδιάθρωση του ελληνικού χρέους από την αρχή του προγράμματος ήταν λανθασμένη επιλογή, ο κ. Βίζερ απάντησε: «Αν μετανιώνει κάποιος για κάτι, αυτό είναι σίγουρα που δεν μπορέσαμε να καλύψουμε την ανάγκη για αναδιάρθρωση του χρέους εξαρχής. Ωστόσο, δεν είχαμε τα εργαλεία. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν τόλμησε κάποιος να κάνει αυτό το βήμα. Λυπάμαι που δεν κάναμε το 2010 απομείωση χρέους».
Κληθείς να καταθέσει την άποψή του ως προς αν η απειλή τού GREXIT ήταν πραγματική ή αν αποτελούσε μπλόφα του τότε Γερμανού υπουργού Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο κ. Βίζερ υποστήριξε ότι ήταν η ελληνική κυβέρνηση που από τον Ιανουάριο ως τον Ιούλιο του 2015 προκαλούσε αυτόν τον φόβο. «Δεν πρέπει να θεωρούμε ότι η πίεση προήλθε από τη γερμανική πλευρά, αλλά ότι προέκυψε από τη συνολική στάση της ελληνικής κυβέρνησης, που δημιούργησε αμφιβολίες σε αρκετά κράτη-μέλη της ΕΕ», προσέθεσε.
Στο ερώτημα αν η συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στο ελληνικό πρόγραμμα ήταν ορθή επιλογή, ο πρώην πρόεδρος του Euroworking Group απάντησε ότι «ήταν απαραίτητος ένας σύμβουλος που θα παρακολουθούσε το πρόγραμμα. Αυτός ήταν ο ρόλος του ΔΝΤ».
Κατά τον κ. Βίζερ, η κρίση στην Ελλάδα συνδέεται κυρίως με το ΑΕΠ της χώρας, το οποίο έχει ήδη μειωθεί κατά 25%. «Συνεπώς, η ανάπτυξη για την Ελλάδα θα ξεκινήσει από το χαμηλότερο επίπεδο που θα μπορούσε», δήλωσε.
Σε σχέση με το αν θεωρεί ότι η Ελλάδα θα τα καταφέρει χωρίς να ενεργοποιηθεί προληπτική γραμμή στήριξης, ο κ. Βίζερ χαρακτήρισε αυτό το ενδεχόμενο δυνατό, αλλά μάλλον απίθανο. Προσέθεσε δε ότι το προληπτικό πρόγραμμα θα πρέπει να θεωρηθεί σαν δίχτυ ασφαλείας, που θα βοηθάει στη στήριξη των συμφωνηθέντων όρων και όχι να εκληφθεί ως ένα νέο πρόγραμμα μέτρων. «Πιστεύω πως δεν θα υπάρξει θέμα ρευστότητας στην αγορά, ούτε οι ελληνικές τράπεζες θα χρειαστούν πρόσθετα κεφάλαια μετά τα stress test που θα γίνουν σύντομα, πριν από τη λήξη του προγράμματος της χώρας (σ.σ. τα αποτελέσματα των stress tests αναμένονται τον Μάιο» είπε χαρακτηριστικά.
Τέλος, στην ερώτηση αν θεωρεί ότι η ΕΕ τηρεί απέναντι στη σημερινή κυβέρνηση διαφορετική στάση από εκείνη που είχε επιλέξει για παλαιότερες κυβερνήσεις (π.χ. η νέα κυβέρνηση δεν καλείται να κάνει απολύσεις στον δημόσιο τομέα όπως οι προηγούμενες), ο κ. Βίζερ σημείωσε ότι δεν πιστεύει ότι τηρείται άλλη στάση. Πρόσθεσε ότι πολλές μεταρρυθμίσεις που παλιά κρίθηκαν αναγκαίες ήταν αναμφίβολα πιεστικές και δύσκολες, αλλά αντίστοιχα, και το διάστημα 2015-2017 ζητήθηκαν δύσκολες μεταρρυθμίσεις από την ελληνική κυβέρνηση. Η διαφορά είναι, σημείωσε, ότι στις αρχές (της κρίσης) τα επώδυνα μέτρα έπρεπε να ληφθούν άμεσα. Αν αυτό δεν είχε γίνει, πρόσθεσε, η Ελλάδα θα ήταν σήμερα βαρέως χρεωμένη και θα αδυνατούσε να ανακάμψει.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]