Οι τουρκικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν ανενόχλητες στην περιοχή Πέντε Μίλι, οκτώ χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνειας, περίπου στις 5 το πρωί της 20ής Ιουλίου, ενώ ταυτόχρονα σμήνη τουρκικών αεροπλάνων άρχισαν τις επιθέσεις πάνω από την Κερύνεια και τη Λευκωσία. Η ελληνική αντίδραση άργησε δραματικά, αφού έπρεπε η ώρα να φθάσει 8:40 το πρωί για να δοθεί εντολή εφαρμογής πολεμικών σχεδίων. Κηρύσσεται γενική επιστράτευση, η οποία λίγες ώρες μετά ανακαλείται. Στο πεδίο της μάχης, παρά τις ηρωικές προσπάθειες της Εθνικής Φρουράς Κύπρου και της ΕΛΔΥΚ, το παιχνίδι είχε χαθεί.
Αφορμή και πρόφαση για την τουρκική εισβολή ήταν το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου της στρατιωτικής χούντας της Ελλάδας κατά της εκλεγμένης κυβέρνησης του Προέδρου Μακαρίου. Η Τουρκία μέχρι και σήμερα υποστηρίζει προκλητικά ότι επρόκειτο για «ειρηνική επέμβαση», σύμφωνα με το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεως, με σκοπό «την επαναφορά της συνταγματικής τάξης στην Κύπρο, που είχε καταλυθεί από το πραξικόπημα».
Μέσα σε τρεις ημέρες οι Τούρκοι κατέλαβαν το 3% από το βόρειο κομμάτι του νησιού με την επιχείρηση που αργότερα θα έμενε γνωστή ως «Αττίλας Ι». Στις 23 Ιουλίου κηρύχθηκε εκεχειρία και ακολούθησε η κατάρρευση της στρατιωτικής κυβέρνησης των Αθηνών και της πραξικοπηματικής κυβέρνησης Σαμψών της Κύπρου. Ο διπλωματικός μαραθώνιος που ξεκίνησε στη Γενεύη έληξε άδοξα, με την Τουρκία να ζητά ομοσπονδιακή λύση, ανταλλαγή πληθυσμού και το 34% των εδαφών της Κύπρου να ελέγχεται από τους Τουρκοκύπριους. Στις 14 Αυγούστου ξεκινά η δεύτερη επιχείρηση, ο «Αττίλας ΙΙ», κατά την οποία μέσα σε 3 ημέρες κατέλαβαν το 36,2% του νησιού και εκτόπισαν 120 χιλιάδες Ελληνοκύπριους, ενώ σκοτώθηκαν περίπου 3 χιλιάδες ελληνόφωνοι Κύπριοι.
Ο απολογισμός -αν μπορεί να υπάρξει για μια πληγή που παραμένει ανοιχτή- είναι χιλιάδες νεκροί και αγνοούμενοι, άγνωστος αριθμός γυναικών που κακοποιήθηκαν και περισσότεροι από 160.000 Ελληνοκύπριοι ξεριζωμένοι, που έγιναν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα, χάνοντας, εκτός από τη γενέθλια γη τους, και τις περιουσίες τους. Μέσα σε λίγες μέρες χάθηκαν δύο από τις έξι πόλεις της Κύπρου, η Κερύνεια και η Αμμόχωστος και πάνω από 200 χωριά στις επαρχίες Αμμοχώστου, Λευκωσίας, Κερύνειας και Λάρνακας. Από τότε έως και σήμερα, το 1/3 του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας βρίσκεται υπό παράνομη τουρκική κατοχή.
Πολιτική εποικισμού
Από το 1974 η Τουρκία εφάρμοσε συστηματική πολιτική εποικισμού του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου, με μαζική μεταφορά πέραν των 160.000 Τούρκων εκ Τουρκίας με στόχο την αλλαγή του δημογραφικού χαρακτήρα και αλλοίωση της πληθυσμιακής ισορροπίας στο νησί.
«Η πολιτική αυτή, σε συνδυασμό με την εκδίωξη των Ελληνοκύπριων κατοίκων της περιοχής, την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς και την παράνομη αλλαγή των γεωγραφικών τοπωνυμίων στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, στοχεύει στην εξάλειψη κάθε ελληνικού και χριστιανικού στοιχείου που υπήρχε για αιώνες και εν τέλει στην τουρκοποίηση της περιοχής. Στοχεύει, επίσης, στην αλλαγή του ισοζυγίου δυνάμεων και του κοινωνικού ιστού στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, ώστε να διασφαλιστεί η συμμόρφωση της τουρκοκυπριακής ηγεσίας με την πολιτική της τουρκικής κυβέρνησης. Με τη μαζική, δε, μετανάστευση Τουρκοκυπρίων από τις κατεχόμενες περιοχές, ο ολικός αριθμός των Τούρκων στρατιωτών και εποίκων είναι τώρα μεγαλύτερος από τους εναπομείναντες Τουρκοκύπριους», σημειώνεται στην ιστορική αναδρομή του υπουργείου Εξωτερικών της Κύπρου.
Η συνέχεια είναι ακόμα χειρότερη. Στις 15 Νοεμβρίου 1983 το κατοχικό καθεστώς προχώρησε σε μονομερή αποσχιστική ανακήρυξη της αυτοαποκαλούμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου», πράξη η οποία καταδικάστηκε από τη διεθνή κοινότητα ως παράνομη και νομικά άκυρη.
Το δράμα των αγνοουμένων
Ανοιχτή πληγή στις καρδιές Κύπριων και Ελλήνων παραμένουν οι αγνοούμενοι. Χιλιάδες Ελληνοκύπριοι είχαν συλληφθεί και κρατηθεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Κύπρο από Τούρκους στρατιώτες και παραστρατιωτικούς, ενώ πάνω από 2.000 αιχμάλωτοι πολέμου είχαν μεταφερθεί παράνομα και κρατηθεί σε φυλακές στην Τουρκία. Κάποιοι από αυτούς εξακολουθούν να αγνοούνται. Εκατοντάδες άλλοι Ελληνοκύπριοι, τόσο στρατιώτες όσο και πολίτες (περιλαμβανομένων ηλικιωμένων, γυναικών και παιδιών), εξαφανίστηκαν σε περιοχές υπό τουρκική κατοχή και μέχρι σήμερα αγνοείται η τύχη τους.
Διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία
Σήμερα, Ελλάδα και Κύπρος παραμένουν ευθυγραμμισμένες στη λύση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, που θα είναι εντός του πλαισίου των αποφάσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Η διαιώνιση του σημερινού απαράδεκτου status quo, όπως επίσης και η δημιουργία δύο κρατών στην Κύπρο δεν αποτελούν αποδεκτές λύσεις του Κυπριακού ούτε για την Ελλάδα ούτε για την Ευρώπη.
Ο ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
Κάποιους γείτονες δεν τους ξαναείδα ποτέ
«(…) Κάποιος ήρθε λαχανιασμένος, ο στρατιώτης γιος της κυρίας Δόμνας, της γειτόνισσας, και φώναξε πως είναι Τούρκοι αλεξιπτωτιστές. Δεν ήξερα τι είναι οι αλεξιπτωτιστές. Aραγε, ήταν τα μπαλόνια που φαίνονταν να πέφτουν; Τι ήρθαν να κάμουν; Τι εννοούν “εν Τούρκοι” και γιατί κατεβαίνουν με μπαλόνια; Η γιαγιά Ιφιγένεια, απ’ το Κοιλάνι, έχει γειτόνισσα Τουρκάλα και κάθε πρωί πίνουν καφέ μαζί. Τι σημαίνει “έρκουνται οι Τούρτζοι να μας πιάσουν!”, που φώναζε δυνατά, κλαίοντας, η Δόμνα; Ακολούθησαν στιγμές που δεν βγήκαν ποτέ απ’ τον νου μου… φωνές… πολλές φωνές… “Φύγετε, φύγετε!”, “Τα μωρά”, “Βομβαρδίζουν οι Τούρκοι!”, “Πόλεμος!”, “Τα μωρά… τα μωρά…”», διηγείται και βουρκώνει…
«Κάποιους γείτονες δεν τους ξαναείδα ποτέ… Ο Αντώνης της κυρίας Μαρίτσας, ο Λευτέρης της θείας Ελένης… τους θυμούμαι σαν τα είδωλα της τότε εποχής. Τα κορίτσια των δεκατριών με δεκαεφτά χρόνων όλα κρυφογελούσαν μόλις τους έβλεπαν να περνούν φρεσκοξυρισμένοι, όταν έβγαιναν απ’ το στρατό… έφυγαν εκείνο το πρωί και δεν τους ξανάδαμε… έγιναν από είδωλα ήρωες, πέρασαν στην Ιστορία… μα γιατί; Ο παππούς είχε ένα αυτοκίνητο ρόβερ, της μόδας τότε… Προσπαθώντας να ‘ναι ψύχραιμος, μας μάζεψε όλους και μας οργάνωσε σε αυτοκίνητα να φύγουμε απ’ το χωριό, να έρθουμε Λευκωσία και αργότερα να πάμε να κρυφτούμε στο σπίτι της άλλης μου γιαγιάς, στα βουνά… Μια διαδρομή που στιγμάτισε την παιδική μου ηλικία. Ημασταν εννιά άτομα σ’ ένα αυτοκίνητο. Για ώρες… Την περισσότερη ώρα είτε να μιλούν όλοι μαζί είτε άκρα σιωπή… πανικός, φόβος, λύπη, απελπισία… Κανένας, όμως, δεν πίστευε πως θα φεύγαμε για να μην ξαναγυρίσουμε στα σπίτια μας…».
Μαρτυρία της Χαράς Χαραλαμπίδου, η οποία έφυγε 7 χρόνων από το χωριό Σύσκληπος της Κερύνειας, όπως την αποτύπωσε η κόρη της, Δήμητρα Χαραλαμπίδου.
Πηγή: Μαθητικό ιστολόγιο Κύπρου (https://www.gcsc.ac.cy/mi/)