Ο Χάρβεϊ Λη Όσβαλντ έχει συλληφθεί σε τοπικό κινηματογράφο κατηγορούμενος αρχικά για το φόνο ενός αστυφύλακα, κι αργότερα το ίδιο βράδυ για τη δολοφονία του Κένεντι.
Άλλωστε συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ο ιδανικός ένοχος :μαρξιστής που αποποιείται την αμερικάνική υπηκοότητα, για να ζήσει στη Σοβιετική Ένωση και να παντρευτεί εκεί Ρωσίδα. Στην αμήχανη και μουδιασμένη από τις εξελίξεις κοινή γνώμη που παρακολουθεί αποσβολωμένη τα γεγονότα από την ασπρόμαυρη τηλεόραση, ο Όσβαλντ ζητά δημόσια τη βοήθεια συνηγόρου αρνούμενος τις κατηγορίες φωνάζοντας :“Ι’m just a patsy” (Είμαι απλά ένα εξιλαστήριο θύμα).
Στο ήδη φορτισμένο συναισθηματικά κλίμα έρχεται να προστεθεί μια ακόμα απίστευτη εξέλιξη :η δολοφονία του Όσβαλντ σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση από τον Τζακ Ρούμπυ, ιδιοκτήτη καμπαρέ, ενός δεύτερου “μοναχικού και τρελού εκτελεστή” που, κατά την επίσημη εκδοχή του ίδιου και των αρχών, εκδικείται εν βρασμώ ψυχής τη δολοφονία του προέδρου του.
Ο Όσβαλντ δεν αποδέχεται ποτέ την κατηγορία του δολοφόνου, ενώ ο Ρούμπυ δεν ομολογεί ποτέ τα πραγματικά κίνητρα της εν ψυχρώ εκτέλεσης, ούτε στην προανάκριση, ούτε στη χαώδη δίκη του το Μάρτιο του 1964 όπου καταδικάζεται σε θάνατο. Πεθαίνει στη φυλακή από καρκίνο πριν υποχρεωθεί να καθίσει στην ηλεκτρική καρέκλα.