Οι ψηφοφόροι συγκρίνουν και κρίνουν. Και το προβάδισμα του κυβερνώντος κόμματος είναι βέβαιο ότι θα διευρύνεται συνεχώς, καθώς η αντιπολίτευση πότε επιλέγει να σκιαμαχεί και πότε καταφεύγει σε θολές προτάσεις και λαϊκισμούς, χωρίς κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα για την ελληνική κοινωνία.
Ο πρωθυπουργός ζητά την ψήφο των πολιτών για το σχηματισμό μιας αυτοδύναμης κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Και το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να γίνει στις εκλογές της 21ης Μαΐου, καθώς δεν υπάρχουν περιθώρια ούτε για χαλαρότητα ούτε για ψήφο διαμαρτυρίας.
Στοίχημα η σύγκλιση με την Ευρώπη
Από την άλλη πλευρά, ο Αλ. Τσίπρας αλλάζει σε καθημερινή βάση το αφήγημά του. Πότε μιλάει για κυβέρνηση «προοδευτικής» συνεργασίας, πότε λέει ότι δεν θα δεχθεί να κάνει κυβέρνηση ηττημένων και πότε υποστηρίζει ότι αν του λείψουν 10 βουλευτές, θα βρεθεί ψήφος ανοχής. Πότε κατηγορεί τον Γ. Βαρουφάκη για το σχέδιο «Δήμητρα», που προβλέπει την έξοδο από το ευρώ, και πότε δηλώνει ότι τον χρειάζεται για κυβερνητικό εταίρο.
Η υποκρισία της αντιπολίτευσης αναδεικνύεται επίσης από τις κάλπικες υποσχέσεις που δίνει ο Αλ. Τσίπρας, αλλά και από το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατέθεσε υπόμνημα στον Αρειο Πάγο εναντίον του κόμματος Κασιδιάρη. Οσο δε για το αίτημα του Ν. Ανδρουλάκη να μην είναι πρωθυπουργός ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, δηλαδή ο νικητής των εκλογών, αυτό αποτελεί βασικό λόγο που το ΠΑΣΟΚ καταγράφει απώλεια δυνάμεων.
Για αυτό το δίλημμα της κάλπης θα είναι οι καθαρές λύσεις που προτείνει η Νέα Δημοκρατία ή η πολιτική και ιδεολογική θολούρα της αντιπολίτευσης, με δυσάρεστα αποτελέσματα για την οικονομία και τους πολίτες.