«Ομως, αν πιάσει ξαφνικά κρύο, το σκηνικό θα αλλάξει. Οι καταναλωτές θα σπεύσουν μαζικά να αγοράσουν καυσόξυλα, οι έμποροι θα ξεστοκάρουν από πέρσι και κανείς δεν ξέρει σε τι ύψος θα σκαρφαλώσουν οι τιμές», προειδοποίησε μιλώντας στον «Ε.Τ.» ο αντιπρόεδρος του ΔΑΣΕ (Δασικός Συνεταιρισμός Εργασίας) Μικροκλεισούρας Νευροκοπίου και δημοτικός σύμβουλος Νευροκοπίου, Φώτης Φιλιππίδης. Υπενθύμισε ότι μόλις πρόπερσι, τον χειμώνα 2022-2023, όταν οι καιρικές συνθήκες ήταν πιο κρύες και είχε αναπτυχθεί το «φάντασμα» της ενεργειακής κρίσης, οι τιμές στα καυσόξυλα ήταν σαφώς πιο τσουχτερές. «Τότε, ο ένας τόνος οξιάς είχε αγγίξει και τα 180 ευρώ, συν ΦΠΑ, ενώ εκείνος από δρυ έφτασε ακόμη και τα 200 ευρώ, συν ΦΠΑ. Ακολούθησε ο ήπιος χειμώνας 2023-2024, οπότε οι τιμές υποχώρησαν σημαντικά στα 120 ευρώ και 140 ευρώ, αντίστοιχα και μένει να αποδειχθεί τι θα ‘φέρει’ ο επερχόμενος χειμώνας», πρόσθεσε.
Καφετζού στα Μέγαρα: Πώς έφαγαν από ηλικιωμένο 850.000 ευρώ - «Βρέθηκα μπλεγμένος για ένα οικόπεδο»
Μέχρι πριν από τρία χρόνια υπήρχε πάντα και η λύση των βουλγαρικών καυσόξυλων, τα οποία είχαν κατακλείσει την ελληνική αγορά καθώς ήταν πιο φθηνά αλλά υποδεέστερα ποιοτικά. «Αλλά από το 2022, έχουν εξαφανιστεί και αυτά. Πριν από δύο χρόνια, η ζήτηση ήταν τόσο μεγάλη στη γειτονική χώρα που δεν μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες της Βουλγαρίας. Ακολούθησε η αλλαγή του καιρού προς το ηπιότερο, με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον απαραίτητα καθώς η ελληνική παραγωγή υπερκάλυπτε την κατανάλωση και δεν υπήρχε λόγος εισαγωγών», είπε.
ΕΛΛΕΙΨΗ ΥΛΟΤΟΜΩΝ
Σε περίπτωση που αγριέψει ο καιρός και απαιτηθούν περισσότερα καυσόξυλα, ο κ. Φιλιππίδης έθεσε και τη διάσταση της έλλειψης υλοτόμων. «Πριν από δέκα χρόνια ο ΔΑΣΕ Μικροκλεισούρας είχε 150 υλοτόμους. Πλέον, με το ζόρι έχουμε μείνει 40 – 50 άτομα», ανέφερε χαρακτηριστικά. Οπως είπε, αν συνεχιστεί η συγκεκριμένη κατάσταση τότε είναι ζήτημα χρόνου να διαλυθούν οι ΔΑΣΕ και οι εναπομείναντες υλοτόμοι θα απασχολούνται σε υπεργολάβους. «Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις αμοιβές τους, την ποιότητα της δουλειάς τους αλλά κυρίως την τιμή που θα κληθεί να πληρώσει ο καταναλωτής», κατέληξε.