Μία εξ αυτών, η γυμνάστρια Μαρία Λαζάρου, που υποβλήθηκε χθες σε πλασμαφαίρεση και διηγείται στον «Ελεύθερο Τύπο» όλη την εμπειρία της από την ημέρα που κόλλησε τον ιό μέχρι και σήμερα που έχει αναρρώσει πλήρως και έχει επιστρέψει στην καθημερινότητά της.
«Πιθανολογώ πως κόλλησα στις 8 Μαρτίου. Τότε ήρθα σε επαφή με κρούσμα, άνθρωπο από το επαγγελματικό μου περιβάλλον, που δυστυχώς έχασε τη ζωή του. Αυτό το γεγονός συνετέλεσε σημαντικά στο να μπω στη διαδικασία της δωρεάς πλάσματος, αλλά θα το έκανα έτσι και αλλιώς. Ηταν ένας άνθρωπος ιστορία, ορειβάτης, έμπνευση για όλους τους νεότερούς του», αναφέρει, ενώ το μηχάνημα του νοσοκομείου «Αλεξάνδρα» έχει αρχίσει τη διαδικασία «κύκλων» με το αίμα της. Για 30 δευτερόλεπτα τραβά αίμα, για 15 δευτερόλεπτα επιστρέφει.
Η Μαρία μπήκε σε καραντίνα αμέσως μόλις έμαθε για τον στενό της φίλο ότι είναι θετικός και η ίδια άρχισε να εκδηλώνει συμπτώματα στις 19 Μαρτίου. «Δεν το πέρασα σαν μια ιωσούλα, όπως άλλοι. Ηταν αρκετά έντονο. Απευθείας ανέβασα δέκατα, ένιωσα πολλή κόπωση, πόνο στα κόκαλα, και τα πιο επίμονα συμπτώματα ήταν πονοκέφαλος και πόνος στα μάτια. Ξυπνούσα με πονοκέφαλο, ήμουν όλη ημέρα με πονοκέφαλο, κοιμόμουν με πονοκέφαλο. Μετά από 20 ημέρες καραντίνας έκανα το τεστ, βγήκα θετική, μετά από πέντε ημέρες πάλι θετική και πέρασαν δέκα ημέρες για να βγει το τεστ αρνητικό». Η συνεννόησή της με τον ΕΟΔΥ ήταν συνεχής και «άψογη», όπως λέει, και οι διαδικασίες τόσο για τα τεστ όσο για την πλασμαφαίρεση πολύ καλά συντονισμένες και οργανωμένες.
Το Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» είναι ένα από τα έξι νοσοκομεία που συνεργάζονται στην έρευνα για την αποτελεσματικότητα του πλάσματος, υπό την επίβλεψη του πρύτανη του ΕΚΠΑ, Θάνου Δημόπουλου. Η μελέτη ενεργοποιήθηκε στις 28 Απριλίου και μέχρι σήμερα έχουν εξεταστεί 88 δότες, από αυτούς έχουν ελεγχθεί 57 για αντισώματα -εκ των οποίων οι 54 είχαν αντισώματα- και έχουν πραγματοποιηθεί 37 πλασμαφαιρέσεις (συμπεριλαμβανομένων των προγραμματισμένων ραντεβού αυτής της εβδομάδας).
Η όλη διαδικασία διεξάγεται σε δύο στάδια, όπως την περιγράφει στον «Ε.Τ.» ένας εκ των συντονιστών της μελέτης, ο αιματολόγος-ογκολόγος, καθηγητής και διευθυντής της Μονάδας Αυτόλογης Μεταμόσχευσης του «Αλεξάνδρα», Ευάγγελος Τέρπος. «Πρώτα ελέγχουμε άτομα με γνωστή λοίμωξη Covid. Τους παίρνουμε αίμα για να δούμε, πρώτον, εάν έχουν αντισώματα κατά του ιού και, δεύτερον, εάν τα αντισώματα αυτά είναι εξουδετερωτικά εναντίον του ιού, δηλαδή πέρα από την ύπαρξή τους εάν είναι και λειτουργικά. Ο έλεγχος των αντισωμάτων γίνεται στο Ινστιτούτο Παστέρ», εξηγεί στον «Ε.Τ.». Για τρεις από τους ασθενείς που έχουν ελεγχθεί στο Παστέρ δεν ανιχνεύθηκαν αντισώματα, αλλά «δεν γνωρίζουμε εάν αυτοί οι τρεις δεν είχαν επειδή η μέθοδος που χρησιμοποιούμε δεν το ανίχνευσε ή εάν όντως δεν έχουν», όπως σημειώνει ο κ. Τέρπος.
Μετά από περίπου μία εβδομάδα που διαρκεί ο έλεγχος των αντισωμάτων, οι δότες κλείνουν ραντεβού για να υποβληθούν στη πλασμαφαίρεση. Από τον δότη αφαιρούνται περίπου 600-700 ml πλάσματος, το οποίο καταλήγει στο Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας για έλεγχο και από εκεί αποδεσμεύεται ώστε να χορηγηθεί σε όσους πάσχουν. Εάν καταψυχθεί, μπορεί να διατηρηθεί έως και ένα έτος.
Αγρίνιο: Σήμερα απολογείται ο φονιάς - Τι αναμένεται να υποστηρίξει
Οι ασθενείς που λαμβάνουν το πλάσμα παίρνουν τρεις δόσεις των 200-250 ml ανά δύο ημέρες η καθεμία. Συνεπώς, ένας δότης αντιστοιχεί και σε ένα λήπτη. Σύμφωνα με τον κ. Τέρπο, για ασθενείς στην Εντατική, το πρωτόκολλο ορίζει να του χορηγηθεί το πλάσμα τις πρώτες τρεις ημέρες. Οσο για το πότε θα φανεί εάν η θεραπευτική αυτή προσέγγιση φέρνει αποτελέσματα, ο κ. Τέρπος αναφέρει: «Με έναν ασθενή που θα πάει καλά δεν βγάζεις συμπέρασμα. Για αυτό ορίσαμε 60 ασθενείς και τη μελέτη σε βάθος 20 μηνών ώστε να πάρουμε σημαντική γνώση, όπως είναι η ασφάλεια».
Η πλασμαφαίρεση είναι ανώδυνη και ο δότης μετά μπορεί να συνεχίσει κανονικά τις δραστηριότητές του. Σύμφωνα με τον παθολόγο-ογκολόγο και επικουρικό γιατρό Ευάγγελο Ελευθεράκη, υπάρχουν ορισμένα κριτήρια για να δώσει κάποιος πλάσμα: Να είναι μέχρι 60 ετών, να μην έχει πολύ ψιλές φλέβες γιατί σπάνε. Σημαντικό ρόλο παίζει επίσης το ύψος και το βάρος, καθώς όσο πιο μεγαλόσωμος τόσο μεγαλύτερο όγκο αίματος έχει, συνεπώς και περισσότερο πλάσμα θα δωρίσει. «Στόχος μας είναι η ασφάλεια του ασθενούς», αναφέρει ο κ. Ελευθεράκης στον «Ε.Τ.». «Το μηχάνημα τραβά λίγο αίμα, το επεξεργάζεται, ξεχωρίζει το πλάσμα που είναι ένα κίτρινο υγρό και αμέσως αυτή την ποσότητα την επιστρέφει. Είναι κύκλοι που επαναλαμβάνονται συνέχεια. Η διαδικασία διαρκεί 45- 50 λεπτά. Σε κάποιους μπορεί λίγο λιγότερο», εξηγεί ο ίδιος.
Οσοι πάντως έχουν δώσει μέχρι σήμερα πλάσμα μοιάζουν… ατρόμητοι. «Εάν περιγράψεις σε κάποιον τη διαδικασία μπορεί να του φανεί περίεργη, δεν είναι δέκα λεπτά υπόθεση. Αυτό που με έχει ενθουσιάσει είναι όχι μόνο ότι έρχονται για τον έλεγχο των αντισωμάτων, αλλά δεν διστάζουν να προχωρήσουν στη διαδικασία της πλασμαφαίρεσης. Ανθρωποι που δεν ήταν ποτέ τους αιμοδότες», επισημαίνει η Μαριάννα Πολίτου, επιστημονικά υπεύθυνη της μελέτης και αναπληρώτρια καθηγήτρια Αιματολογίας.
Αντισώματα
«Η μελέτη αυτή πιστεύουμε έχει ενδιαφέρον γιατί χορηγεί έτοιμα αντισώματα σε ασθενείς με λοίμωξη Covid-19 που έχουν κάποια κριτήρια επιλογής. Θέλουμε να αντιμετωπίζουμε ασθενείς για τους οποίους έχουμε προγνωστικά σημάδια ότι μπορεί η νόσος να επιδεινωθεί και ιδανικά να προλαβαίνουμε την επιδείνωση.
Θεωρείται μια σημαντική θεραπευτική προσέγγιση και ελπίζω ό,τι πλάσμα συγκεντρώσουμε να μη χρειαστεί τώρα αλλά να το έχουμε για πιθανόν δεύτερο κύμα», λέει στον «Ε.Τ.» ο κ. Δημόπουλος.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου