Αφού προθυμοποιήθηκε να διευκολύνει την κυβέρνηση στα εκκρεμή νομοσχέδια, ο Μερτς άσκησε ασφυκτικές πιέσεις στον Σολτς για την επίσπευση των εκλογών μετά την κατάρρευση του τρικομματικού συνασπισμού το βράδυ της Τετάρτης – με ευθύνη του φιλελεύθερου πρώην υπουργού Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ.
Υπάρχουν ακόμη πιθανότητες να τον μεταπείσει τις επόμενες μέρες, καθώς τη λύση της πολιτικής εκκρεμότητας το ταχύτερο δυνατόν υπέδειξαν ο επιχειρηματικός κόσμος και οι τράπεζες της Γερμανίας (αλλά εμμέσως και ο πρόεδρος Σταϊνμάιερ), με το εύλογο επιχείρημα ότι η μεγαλύτερη χώρα της ευρωζώνης δεν έχει την πολυτέλεια να μείνει ακέφαλη τόσους μήνες, ενόσω η Ευρώπη θα παραδέρνει σε πολιτική αναταραχή μετά την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
«Ειδικά σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς χρειαζόμαστε μια ομοσπονδιακή κυβέρνηση που θα αναλαμβάνει δράση και θα δίνει λύσεις», τόνισε ο εκπρόσωπος του πανίσχυρου λόμπι VCI, των φαρμακευτικών-χημικών βιομηχανιών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Γκρόσε Εντρουπ. Και ο διευθυντής της Deutsche Bank, Κρίστιαν Σέβινγκ, δήλωσε πως η Γερμανία χρειάζεται το ταχύτερο μια σταθερή κυβέρνηση, που θα εγγυηθεί μεταρρυθμίσεις κι ένα σταθερό πλαίσιο επενδύσεων στην οικονομία (σ.σ.: η χώρα βρίσκεται για δεύτερο χρόνο σε υφεσιακή τροχιά).
Αξίζει να σημειωθεί ότι λόγω της πολιτικής κρίσης ο Σολτς καθυστέρησε την αναχώρησή του για την ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής στη Βουδαπέστη και ακύρωσε την παρουσία του στην επόμενη Σύνοδο του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή.
Μολονότι ο πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, που συναντήθηκε με τους Σολτς και Μερτς, προσπάθησε να αποδραματοποιήσει την κατάσταση λέγοντας ότι «δεν ήρθε και το τέλος του κόσμου», το ΝΑΤΟ ανησυχεί επίσης για την πολιτική παράλυση και το χάος που επικρατούν στη Γερμανία.
Προσπαθώντας να το κρύψει, ο γενικός γραμματέας της Ατλαντικής Συμμαχίας, Μαρκ Ρούτε, εξέφρασε την πεποίθηση (περισσότερο δίκην ευχής) ότι η πολιτική αστάθεια και οι επικείμενες πρόωρες εκλογές δεν θα επηρεάσουν την αμυντική και εξωτερική πολιτική της Γερμανίας, ούτε θα την εμποδίσουν να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της στο ΝΑΤΟ. «Δεν ανησυχώ γι’ αυτά. Ο Ολαφ Σολτς είναι ισχυρός ηγέτης και θα εκπροσωπήσει με επάρκεια τη Γερμανία στη διεθνή σκηνή τους επόμενους μήνες», είπε ο Ρούτε προσερχόμενος στην ευρωπαϊκή Σύνοδο της Βουδαπέστης. Αλλωστε, ο χριστιανοδημοκράτης Μερτς, που πιθανότατα θα διαδεχθεί τον Σολτς στην καγκελαρία, έχει ταχθεί υπέρ της αύξησης των αμυντικών δαπανών και της ενίσχυσης του γερμανικού στρατού, όπως επιτάσσει το ΝΑΤΟ μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Ο βασικός πονοκέφαλος της Συμμαχίας -όπως και του προέδρου Σταϊνμάιερ, ο οποίος κάλεσε τα κόμματα να αφήσουν τους πολιτικούς τακτικισμούς- είναι ένα πιθανό 25%-30% που μπορεί να συγκεντρώσουν από κοινού τα δύο αντιπολεμικά και «φιλορωσικά» κόμματα της Γερμανίας. Η ακροδεξιά «Εναλλακτική» (AfD), που ζήτησε επίσης άμεση ψηφοφορία εμπιστοσύνης και εκλογές το αργότερο στις 15 Ιανουαρίου, και ο «παραδοσιακός αριστερός» Σύνδεσμος Σάρα Βάγκενκνεχτ.
Θέλει να παραμείνει στην εξουσία μέχρι τον Μάρτιο
Οι πρώτες κινήσεις του Σολτς μετά την απόλυση του Λίντνερ από τη θέση του υπουργού Οικονομικών, στη δραματική σύσκεψη το βράδυ της Τετάρτης στην καγκελαρία, όπου συμμετείχε ο Πράσινος αντικαγκελάριος, Ρόμπερτ Χάμπεκ, έδειξαν ότι θέλει να παρατείνει την παραμονή του στην εξουσία ως τον Μάρτιο, οργανώνοντας την άκαρπη ψηφοφορία εμπιστοσύνης στην Μπούντεσταγκ αμέσως μετά τις γιορτές. Ετσι, διόρισε υπουργό Οικονομικών στη θέση του Λίντνερ τον Γιεργκ Κούκις, έναν σύμβουλό του οικείο στις Βρυξέλλες, ενώ δέχτηκε στο SPD τον υπουργό Μεταφορών, Φόλκερ Βίσινγκ, που αποσκίρτησε από το FDP.
Την ίδια στιγμή, οι Πράσινοι τάχθηκαν αναφανδόν στο πλευρό του Σολτς, ενώ ο Λίντνερ εγκαινίασε ήδη τις προεκλογικές εχθροπραξίες, λέγοντας ότι θα κατέβει ξανά ως αρχηγός του κόμματός του.
Η ρήξη της Τετάρτης ήταν το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου για τον συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών-Πρασίνων και Φιλελευθέρων, που δεν μπόρεσε ποτέ να βρει τα πατήματά του τρία χρόνια στην εξουσία. Το γυαλί έσπασε όταν ο Λίντνερ αρνήθηκε κατηγορηματικά να εφαρμόσει έναν προϋπολογισμό κοινωνικών παροχών και πράσινων επενδύσεων για το 2025, εμμένοντας… «σοϊμπλικά» στην τήρηση της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας και τις φιλοεπιχειρηματικές πολιτικές, ζητώντας από τους μεγαλύτερους εταίρους του να κάνουν εκείνοι στροφή 180 μοιρών. Στη «δημοσκόπηση των δημοσκοπήσεων», που δημοσίευσε το Politico, οι δυνάμεις των κομμάτων έχουν ως εξής: CDU/CSU 32%, AfD 17%, SPD 16%, Πράσινοι 10%, BSW (Σ. Βάγκενκνεχτ) 7%, FDP 4% (ο Λίντνερ εκτός Βουλής), Die Linke 3% κ.ά.