Η 30χρονη Λάουρα Πασόνι από το Βέλγιο, αλλά με ιταλική καταγωγή, βίωσε τι σημαίνει πραγματικά η ζωή στο χαλιφάτο του Ισλαμικού Κράτους, αφού επέλεξε να ακολουθήσει το σύζυγό της μαζί με το παιδί τους στη Συρία.
Η Πασόνι ασπάστηκε τον ισλαμισμό όταν γνώρισε τον μετέπειτα σύζυγό της, Ουσάμα Ραγιάν, με καταγωγή από το Μαρόκο. Παντρεύτηκαν, απέκτησαν ένα παιδί και το καλοκαίρι του 2014 αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το Βέλγιο για να μεταβούν στη Συρία και να βρεθούν στο πλευρό των τζιχαντιστών.
Ωστόσο, οκτώ μήνες μετά η γυναίκα μην αντέχοντας τον τρόπο ζωής στα εδάφη που τελούν υπό τον έλεγχο του Ισλαμικού Κράτους επέστρεψε στο Βέλγιο με το γιο της και το δεύτερο παιδί της που απέκτησε στη Συρία, δηλώνοντας μεταμέλεια.
Με την επιστροφή της συνελήφθη και καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση, ενώ για τρεις μήνες της αφαιρέθηκε η κηδεμονία των παιδιών.
Αυτά που έζησε στο «βασίλειο» των τζιχαντιστών τα περιέγραψε στην ιταλική εφημερίδα La Repubblica, μιλώντας για το ταξίδι στη Συρία, την καθημερινότητα υπό την επιρροή των τζιχαντιστών και η επιστροφή στις Βρυξέλλες.
«Το Ισλαμικό Κράτος δεν το γνώριζα. Δε με ενδιέφερε. Όμως, εκείνος (σ.σ. ο σύζυγός της) μου έβαλε στο μυαλό πράγματα που με έκαναν να αλλάξω ιδέα. Η προπαγάνδα του Ισλαμικού Κράτους είναι πολύ έντονη. Την πάτησα και ριζοσπαστικοποιήθηκα. Φανταζόμουν ότι θα ήταν το ιδανικό μέρος για τους πραγματικούς μουσουλμάνους», είπε η Πασόνι.
Με ένα πλοίο, λοιπόν, η 30χρονη που ήταν έγκυος, ο σύζυγός της και ο γιος τους έφτασαν στην Τουρκία και από εκεί πέρασαν τα συριακά σύνορα.
«Εγκατασταθήκαμε σε ένα διαμέρισμα στη συνοικία Αλ Μπαμπ. Οι μισθοί είναι χαμηλοί και το φαγητό κοστίζει. Δεν υπάρχουν φόροι. Γιατροί, νοσοκομεία και φάρμακα υπάρχουν, αλλά δεν είναι όπως σε εμάς. Χρησιμοποιούν θεραπείες που στην Ευρώπη δεν είχα ξαναδεί», πρόσθεσε.
Πολύ σύντομα, η Πασόνι αντιλήφθηκε ότι η ζωή δεν θα ήταν… παραδεισένια όπως την είχε φανταστεί.
Κατάλαβε ότι οι γυναίκες δεν είχαν κανένα δικαίωμα, ότι ήταν υποχρεωμένη να φοράει μπούρκα, και πως μπορούσε να βγει μόνο συνοδεία του συζύγου της.
«Μου απαγορεύονταν όλα. Κατά τη διάρκεια της ημέρας φρόντιζα το γιο μου, καθάριζα το σπίτι και ετοίμαζα το γεύμα ή το δείπνο. Ήμουν υποχρεωμένη να φοράω μπούρκα, δεν ήμουν ελεύθερη να βγω από το σπίτι, παρά μόνο με το σύζυγό μου. Ούτε για να πάω να ψωνίσω. Χωρίς εκείνον, δε μπορούσα να πάρω καμία απόφαση. Οι κανόνες που έπρεπε να ακολουθήσω ήταν πολύ αυστηροί. Μας ήλεγχαν πρωί-βράδυ», πρόσθεσε η 30χρονη Βελγίδα.
Μέσα σε μόλις δύο μήνες συνειδητοποίησε το μεγάλο της σφάλμα και κατάλαβε ότι «μας έλεγαν μόνο ψέματα. Τα βίντεο προπαγάνδας ήταν μονταρισμένα που δεν είχαν σχέση με την πραγματικότητα. Δεν ήμουν καλά, κανείς δεν είναι καλά στη Συρία. Δεν ήθελα ο γιος μου να γίνει σαν τους τρομοκράτες».
Η Πασόνι άρχισε να επικοινωνεί κρυφά με τους γονείς της, μέσω γραπτών μηνυμάτων, εκλιπαρώντας τους για βοήθεια, η οποία άργησε να φτάσει έξι μήνες.
Βέβαια, η 30χρονη δεν αποκάλυψε με ποιο τρόπο οι γονείς της κατάφεραν να την σώσουν από το μαρτύριο στο οποίο η ίδια είχε υποβάλει τον εαυτό της εξαιτίας της απερισκεψίας της.
Ωστόσο, εξήγησε πως μόλις επέστρεψε στις Βρυξέλλες, οι βελγικές αρχές την συνέλαβαν, της αφαίρεσαν την κηδεμονία του γιου της και της κόρης που είχε αποκτήσει στη Συρία.
Έπειτα από δίκη, καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση με εγγύηση 15.000 ευρώ, ποινή που η ίδια μοιάζει να μην κατανοεί, εφόσον στην ιταλική εφημερίδα επισήμανε πως το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του «τη μεταμέλειά μου, ούτε το γεγονός ότι έφυγα από το Ισλαμικό Κράτος οικιοθελώς».
Ποιο είναι το μήνυμα που στέλνει στις γυναίκες και τους άνδρες που επιθυμούν να ενταχθούν στους κόλπους της τρομοκρατικής οργάνωσης;
Η Πασόνι, λοιπόν, είπε: «Μην φύγετε. Σκεφτείτε καλά πριν το κάνετε. Μόλις φτάσετε εκεί, είναι σχεδόν απίθανο να επιστρέψετε. Ακόμα και αν σας πουν ότι όλα είναι εύκολα, πιστέψτε με δεν είναι. Μην αφήσετε να σας κάνουν πλύση εγκεφάλου και πριν λάβετε οποιαδήποτε απόφαση μιλήστε σε κάποιον. Αποφύγετε να κάνετε το λάθος που έκανα εγώ, γιατί η ζωή μου τώρα είναι κατεστραμμένη».