Οπως έχει γραφεί εκτενώς τις τελευταίες ημέρες και από τα λεγόμενα του εκπρόσωπου του Λευκού Οίκου Σον Σπάισερ προκύπτει ότι το επιτελείο Τραμπ επεξεργάζεται μια συνολική μεταρρύθμιση στη μεταναστευτική πολιτική, η οποία ενδέχεται να φέρει μια σειρά αλλαγών και σε όσους έχουν αποκτήσει «βίζα υψηλής εξειδίκευσης».
Η λεγόμενη «H-1B βίζα» είναι σημαντική γιατί παρέχεται σε υπηκόους ξένων χωρών που έχουν επιστημονική εξειδίκευση και στελεχώνουν συνήθως το δυναμικό μεγάλων εταιριών. Η H-1B μάλιστα είναι αυτή που καθορίζει και το καθεστώς εργασίας για την πλειοψηφία των νέων Ελλήνων επιστημόνων που αποφάσισαν τα τελευταία χρόνια να χτίσουν το μέλλον τους στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Οι περισσότεροι Ελληνες φοιτητές που φιλοδοξούν να παραμείνουν στην Αμερική θα πρέπει να παλέψουν για την απόκτηση της εν λόγω βίζας.
«Αισθάνομαι ότι έχω κερδίσει πολλά μέσα από αυτή την προσπάθεια, αλλά είναι ακόμα η αρχή. Βλέπω το πανεπιστήμιο ως ένα πρώτο βήμα.
Οπότε να είμαι στην Αμερική και να αναγκαστώ να γυρίσω πίσω θα είναι ένα μεγάλο πισωγύρισμα», λέει ο Σταύρος Κωνσταντινίδης, που είναι τελειόφοιτος του Πανεπιστημίου της Βοστόνης και έχει ήδη ξεκινήσει να εργάζεται σε μεγάλη χρηματιστηριακή εταιρία. «Δεν χάνω την ελπίδα μου. Αν τελικά λόγω της νέας πολιτικής χάσω τη βίζα, δεν πιστεύω ότι η χώρα με αδίκησε. Είχα, όμως, την Αμερική στο μυαλό μου ως το σύμβολο της αξιοκρατίας και της ευκαιρίας και έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου», λέει ο Σταύρος.
«Σου προκαλεί σίγουρα μια ανασφάλεια για το αύριο διότι είναι αδύνατον κάποιος που είναι στην αρχή της καριέρας του να ξεκινήσει με βασικό μισθό τις 150.000 δολάρια το χρόνο. Είναι πραγματικά αδύνατο», λέει ο Δημήτρης Τσιτσιρίγκος που εργάζεται ως προγραμματιστής και ελπίζει πως θα είναι ένας από τους τυχερούς που θα καταφέρει να αποκτήσει τη βίζα.
Οι φερόμενες αλλαγές προβλέπουν την επιβολή ρήτρας κατώτατου ετήσιου μισθού που θα αγγίζει τις 150.000 δολάρια. Το σκεπτικό πίσω από αυτή την απόφαση είναι να μειώσει τον ανταγωνισμό για τους Αμερικανούς εργαζόμενους που αναζητούν στη χώρα τους χαμηλού και μεσαίου επιπέδου δουλειές σε τεχνολογικές εταιρίες. Στην ουσία, όμως, αποκλείει όλους τους ξένους νέους εργαζόμενους, καθώς, όσο παραγωγικοί και αν είναι, η αμοιβή τους δεν μπορεί ρεαλιστικά να αγγίξει το συγκεκριμένο πόσο.
Επιστροφή Ντόναλντ Τραμπ: Η εκλογή του φέρνει νέες διενέξεις στη Μέση Ανατολή
Πάντως, το ήδη υπάρχον νομικό πλαίσιο είναι αυστηρό, καθώς οι ΗΠΑ χορηγούν μόνο 80.000 βίζες υψηλής εξειδίκευσης το χρόνο για τους κατόχους προπτυχιακού τίτλου σπουδών. Ο συγκεκριμένος, όμως, αριθμός υπολείπεται κατά πολύ του ποσοστού της ζήτησης. Μόνο για τη χρονιά του 2016 ο αριθμός των υποψηφίων ήταν τρεις φορές μεγαλύτερος από τις βίζες που δόθηκαν.
Το ενδεχόμενο αλλαγής στη μεταναστευτική πολιτική των ΗΠΑ έχει προκαλέσει τεράστιες ανησυχίες και στην Ινδία – οι φόβοι για πιο αυστηρό νομικό πλαίσιο στην απόκτηση της Η-1Β βίζας έριξε πριν από λίγες ημέρες στα τάρταρα τις μετοχές των εταιριών υψηλής τεχνολογίας. Οι Ινδοί αποτελούν το μεγαλύτερο αριθμό αλλοδαπών στις ΗΠΑ που αποκτούν αυτή τη βίζα. Οι περισσότεροι εργάζονται στη Σίλικον Βάλεϊ – δηλαδή στις εταιρίες υψηλής τεχνολογίας. Γι’ αυτό, άλλωστε, την περασμένη εβδομάδα περίπου 100 αμερικανικές εταιρίες τεχνολογίας (ανάμεσά τους η Google, η Apple και η Facebook) κατέθεσαν νομικό έγγραφο με το οποίο εκφράζουν την αντίθεσή τους στο μεταναστευτικό διάταγμα Τραμπ, υποστηρίζοντας ότι εμποδίζει την πρόσληψη ταλαντούχων μεταναστών.
Ανταπόκρριση από την Νέα Υόρκη ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΣΦΙΚΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε επίσης:
Πώς επηρεάζονται οι Έλληνες από τις αλλαγές του Τραμπ στις εργασιακές βίζες; [Συνεντεύξεις]