Γράφει ο Γιώργος Σερφιώτης
Όλα αυτά «κάποτε», καθώς τίποτα δεν μένει ίδιο σ’ έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει. Παρότι λοιπόν, παραδεχόμαστε τις αλλαγές, εντούτοις δύσκολα προετοιμαζόμαστε για αυτές … Έτσι έγινε και με τις αεροπορικές εταιρείες σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική. Οι περισσότερες πίστεψαν στην παντοδυναμία τους και εν τέλει βρέθηκαν να παλεύουν για την επιβίωσή τους.
Διόλου τυχαία εξέλιξη
Οι εταιρείες που τις γκρέμισαν από την πρωτοκαθεδρία, προέρχονται όλες από χώρες του Κόλπου: Emirates, Qatar και Etihad. Είναι τυχαίο γεγονός; Η απάντηση είναι ένα ξεκάθαρο «όχι». Τα τελευταία 15 χρόνια, οι 3 αυτές αεροπορικές εταιρείες που έχουν τη βάση τους σε χώρες του Κόλπου όπου επικρατεί η μοναρχία, γνωρίζουν πρωτόγνωρη ανάπτυξη, που εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί.
Πρόκειται για εξέλιξη που τροφοδοτείται από μια σειρά παραγόντων, με κάποιους να παίζουν σαφώς κρισιμότερο ρόλο, ιδιαίτερα στη δυναμική αυτής της ανάπτυξης. Αδιαμφισβήτητα, η γεωγραφική θέση των κεντρικών βάσεων των τριών αυτών εταιρειών είναι καθοριστικός παράγοντας. Η αραβική χερσόνησος, έχει την τύχη να βρίσκεται κυριολεκτικά στο κέντρο των αεροπορικών διαδρόμων, ενώνοντας την Ευρώπη, την Αφρική, μα και την Ασία.
Τα νούμερα το επιβεβαιώνουν
Τόσο η Ντόχα (Doha) όσο και το Αμπού Ντάμπι (Abu Dhabi) έχουν εξαιρετική γεωγραφική τοποθέτηση, καθώς το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού βρίσκεται εντός μιας ακτίνας πτήσης τεσσάρων ωρών, ενώ με πτήση οκτώ ωρών καλύπτουν τα 2/3. Το γεωγραφικό αυτό πλεονέκτημα είχε εντοπιστεί ήδη από το 1930 όταν οι Άγγλοι χρησιμοποιούσαν τα σημερινά Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ως βάση μετάβασης στις απομακρυσμένες κτήσεις της Σιγκαπούρης και της Αυστραλίας.
Αυτό που άλλαξε στις μέρες μας είναι η στρατηγική πλέον στόχευση των κρατών του Κόλπου να διαφοροποιήσουν τις οικονομίες τους, απεξαρτώμενοι από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Και τα αποτελέσματα δείχνουν πως το πετυχαίνουν, καθώς φαίνεται πως εφαρμόζουν επιτυχημένα μια στοχευμένη στρατηγική ανάπτυξης.
Σημεία πίεσης
Η προσπάθεια διαφοροποίησης βέβαια, δεν αποτρέπει τις 3 εταιρείες της αραβικής χερσονήσου από το να επωφεληθούν των φθηνών καυσίμων που μπορούν να προμηθεύονται λόγω εγγύτητας στις πετρελαιοπαραγωγές περιοχές. Οι τρεις τους έτσι χτυπούν τον ανταγωνισμό «εκεί που πονά», καθώς μέχρι πρότινος οι κυρίαρχες εταιρείες σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική αντιμετώπιζαν περίπου κοινές συνθήκες ανταγωνισμού με κανονιστικούς περιορισμούς και στις δυο όχθες του Ατλαντικού.
Αυτούς τους κανονιστικούς περιορισμούς επί των ανταγωνιστών τους είναι που εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο οι αεροπορικές εταιρείες του Κόλπου. Η Emirates από το Ντουμπάι (Dubai) για παράδειγμα, έγινε πέρσι η μεγαλύτερη αεροπορική εταιρεία εκτός Βορείου Αμερικής, μεταφέροντας 51,8 εκατ. επιβάτες μέσα στην περίοδο 2015-16. Μια εξαιρετική επίδοση, λαμβάνοντας υπόψη πως την περίοδο 2000-01 είχε μεταφέρει 5,7 εκατομμύρια.
Αυτή τους η επιτυχία προφανώς και δεν ενθουσιάζει τους ανταγωνιστές τους που έχασαν σημαντικό μερίδιο του επιβατικού κοινού. Οι αεροπορικές εταιρείες σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική μετά από μακρά περίοδο αδυναμίας να αποδεχθούν τις αλλαγές στο τοπίο των μεταφορών, πλέον, κινούνται πιο δυναμικά προς τη διεκδίκηση διαμόρφωσης ενός ανταγωνισμού που να βασίζεται σε όσο το δυνατόν ίσους όρους.
Δημόσιες καταγγελίες
Πλέον οι κατηγορίες για αθέμιτο ανταγωνισμό που πατά σε παραθυράκια των διεθνών συμφωνιών, όπως αυτής των «ανοιχτών αιθέρων» (open skies agreement), είναι συχνές τόσο προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όσο και προς το Αμερικανικό Κογκρέσο και το Λευκό Οίκο.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των τριών άλλων παγκόσμιων αεροπορικών κολοσσών, American, Delta και United, που το 2015 δημοσίευσαν εκτενή έρευνα κατηγορώντας τις εταιρείες του Κόλπου ότι είχαν λάβει κρυφές χρηματοδοτήσεις και έμμεσες επιδοτήσεις που ξεπερνούσαν τα 40 δισ. δολάρια, από το 2004 και έπειτα.
Η απάντηση δόθηκε ξεχωριστά από τις τρεις ανερχόμενες εταιρείες της αραβικής χερσονήσου. Κοινό στοιχείο ήταν η διάψευση των κατηγοριών και η επιχειρηματολογία πως τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτουν, μεταξύ των οποίων η γεωγραφική θέση και το φθηνό εργατικό κόστος, προσδίδουν το απαραίτητο αναπτυξιακό προβάδισμα. Η επιχειρηματολογία βεβαίως δεν περιορίζεται μόνο εκεί, διότι και οι τρεις εταιρείες του Κόλπου ισχυρίζονται πως οι ανταγωνιστές τους είναι που τυγχάνουν ευνοϊκής μεταχείρισης, είτε εκμεταλλευόμενες τον Αμερικανικό προστατευτισμό, είτε λαμβάνοντας κρατικές ενισχύσεις από τα ευρωπαϊκά κράτη όπου διατηρούν τις βάσεις τους.
Αντιφάσεις περί ανταγωνισμού
Είτε οι κατηγορίες είναι αληθείς είτε όχι, το τοπίο του διεθνούς ανταγωνισμού στο διεθνοποιημένο επίπεδο είναι sui generis σύνθετο. Βρισκόμαστε έτσι προ αντιφάσεων, καθώς οι μεν κατηγορούν τους δε για αθέμιτο ανταγωνισμό, αλλά όλοι επιζητούν την υπόγεια βοήθεια.
Τον προηγούμενο μήνα ο νεοεκλεγείς Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ, αφότου συναντήθηκε με τους Διευθύνοντες Συμβούλους των τριών αμερικανικών κολοσσών, δήλωσε πως θα τις βοηθήσει να αντιμετωπίσουν την ανισορροπία στον ανταγωνισμό. Παράλληλα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προετοιμάζεται να περάσει νομοθεσία που θα της επιτρέπει να περιορίσει τη δυνατότητα πτήσεων για εταιρείες που διαπιστωμένα εκμεταλλεύονται με αθέμιτο τρόπο τις υπογεγραμμένες συνθήκες.
Παράπλευρες απώλειες
Σε αυτή τη διαρκή υπόγεια διαμάχη συμφερόντων για κυριαρχία στους αιθέρες, πρέπει να θεωρείται δεδομένο πως θα υπάρχουν παράπλευρες απώλειες σε όλες τις μεριές. Μια τέτοια απώλεια παραλίγο να είχαμε και στην Ελλάδα.
Ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών, πέτυχε μετά από χρόνια την επανενεργοποίηση της καθημερινής σύνδεσης Αθήνας – Νέας Υόρκης, αυτή τη φορά με δρομολόγιο της Emirates. Μια εξέλιξη που λίγο έλειψε να ακυρωθεί πριν καν υλοποιηθεί, καθώς οι ανταγωνίστριες αμερικανικές εταιρείες που διεξάγουν εποχικά το συγκεκριμένο δρομολόγιο, θορυβημένες από τη νέα είσοδο, άσκησαν έντονες πολιτικές πιέσεις, που μεταφράστηκαν σε αίτημα από 25 μέλη του Κογκρέσου προς τον Αμερικανό Πρόεδρο, για αποτροπή έναρξης του δρομολογίου της Emirates. Τελικώς, η εταιρεία ξεκίνησε να πετά μεταξύ των δύο πόλεων τον μήνα αυτό, προς μεγάλη ικανοποίηση των ιθυνόντων του Δ.Α.Α. για την εκτιμώμενη αύξηση της επιβατικής κίνησης.
Θέσεις εργασίας που μετρούν
Στη διελκυστίνδα αυτή συμφερόντων, με επιδράσεις σε παγκόσμιο επίπεδο και την πιθανότητα να αλλάξουν πλήρως τις μετακινήσεις όπως τις ξέρουμε, το απόλυτο ζητούμενο των κρατών πέρα από τα έσοδα είναι και η διασφάλιση όσο περισσότερων θέσεων εργασίας μπορούν.
Δύο εταιρείες, λοιπόν, η μία στην Ευρώπη και η άλλη στην Αμερική, περιπλέκουν περαιτέρω το παζλ των κινήσεων. Πρόκειται για την Airbus και τη Boeing. Αμφότερες αποτελούν διαμάντια για τις χώρες τους, καθώς είναι οι δυο πιο ισχυρές εταιρείες κατασκευής επιβατικών αεροπλάνων παγκοσμίως. Η μεν Airbus έχει 55.000 εργαζόμενους και 16 διαφορετικά κέντρα παραγωγής σε όλο τον κόσμο, ενώ η Boeing έχει 83.000 εργαζόμενους μόνο στο κομμάτι της επιβατικής αεροπορίας.
Οι παραγγελίες των δύο εταιρειών σε αεροπλάνα ξεπερνούν τις 15.000 μονάδες. Το νούμερο και μόνο είναι ίσως εξωπραγματικό και εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς πως ο κύκλος εργασιών για την παραγωγή κάθε αεροπλάνου επηρεάζει θετικά δεκάδες οικονομικούς δείκτες στις περιοχές παραγωγής. Η όποια ανισορροπία μπορεί να προκύψει από εμπόδια κανονιστικών περιορισμών ή διατάραξη του ανταγωνισμού μεταξύ των αεροπορικών εταιρειών, θα θέσει σε κίνδυνο δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας τόσο στις εταιρείες αυτές όσο και σε συνεργαζόμενους εργολάβους.
Αυτό που αξίζει να σημειώσουμε είναι πως οι τρεις αραβικές αεροπορικές δυνάμεις, η Emirates, η Qatar και η Etihad, έχουν δώσει τις περισσότερες από αυτές τις παραγγελίες. Επομένως καμία επιλογή «αντιποίνων» ή αποκλεισμού δεν μπορεί να θεωρείται πανάκεια. Ζούμε σε δύσκολους καιρούς και οι θέσεις εργασίας θεωρούνται ιερές, σχεδόν από όλους.