Η Ανγκελα Μέρκελ έχει αφιερώσει αρκετές σελίδες του αυτοβιογραφικού της βιβλίου στον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ. Για παράδειγμα, μεταφέρει την εντύπωση που είχε από τη συνάντησή τους στην Ουάσιγκτον τον Μάρτιο του 2017, κατά την πρώτη του θητεία: «Ο Ντόναλντ Τραμπ μού έκανε μια σειρά από ερωτήσεις, μεταξύ άλλων για την ανατολικογερμανική καταγωγή μου και τη σχέση μου με τον Πούτιν. Ηταν εμφανές ότι ο Ρώσος πρόεδρος ασκούσε πάνω του μια γοητεία. Και όχι μόνον αυτός, αλλά οι πολιτικοί με αυταρχικό, δικτατορικό προφίλ γενικά. Αυτή ήταν, τουλάχιστον, η εντύπωσή μου τα χρόνια που ακολούθησαν». Συνεχίζοντας την περιγραφή της συνάντησής τους, η Μέρκελ γράφει ότι είχε τη βεβαιότητα πως ο Τραμπ όταν έδινε προσοχή σε όσα του έλεγε, το έκανε όχι για να μάθει τις απόψεις της αλλά για να χρησιμοποιήσει όσα έλεγε εναντίον της. «Είχα την αίσθηση πως επεδίωκε να κάνει τον συνομιλητή του να αισθανθεί ένοχος», γράφει.
Mασκ, όπως Μπερεζόφσκι;
Οταν έφυγε από την Ουάσιγκτον και κατά το ταξίδι της επιστροφής είχε ήδη σχηματίσει τη δική της άποψη. «Συνεργασία με τον Τραμπ για έναν διαδικτυωμένο κόσμο δεν επρόκειτο να υπάρξει. Κρίνει τα πάντα από την οπτική γωνία του επιχειρηματία ακινήτων, που ήταν πριν. Κάθε ακίνητο πωλείται μόνο μία φορά. Αν δεν το έπαιρνε εκείνος, θα το έπαιρνε κάποιος άλλος. Ετσι έβλεπε και τον κόσμο».
Σε μια περίοδο όπου η Ευρώπη γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν είναι έτοιμη για τη νέα θητεία του απρόβλεπτου προέδρου των ΗΠΑ, από διάφορες ηγετικές μορφές της Ε.Ε., μεταξύ αυτών και από τον Ελληνα πρωθυπουργό, κυριαρχεί το αίτημα η Ευρώπη να ξαναβρεί τον εαυτό της, να βγει από τον «γεωπολιτικό λήθαργο», όπως έχει πει. Οι ρυθμοί της Ευρώπης, πάντως, δεν μπορούν να συγκριθούν με τους ρυθμούς του επιχειρηματία – προέδρου των ΗΠΑ. Και αυτό μάλλον θα είναι πρόβλημα.