Ο λόγος είναι απλός: Ο Ερντογάν έχει στρατό 250.000 ανδρών στα απέναντι παράλια και χιλιάδες αποβατικά ταχύπλοα συν την περιβόητη «Στρατιά του Αιγαίου». Αλήθεια, η «Στρατιά του Αιγαίου» είναι ενταγμένη στις νατοϊκές δυνάμεις; Υπηρετεί τις αξίες και την κοινή αμυντική πολιτική των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ; Οχι; Τότε ποιος είναι ο λόγος που η Τουρκία χρειάζεται τη «Στρατιά του Αιγαίου», όταν κανείς δεν απειλεί την ακεραιότητά της, όταν οι γείτονες σέβονται, αποδεδειγμένα, τη Συνθήκη της Λωζάννης και φυσικά δεν διαθέτουν τέτοιου μεγέθους στρατιωτικές δυνάμεις;
Η Ελλάδα των έντεκα εκατομμυρίων δεν διεκδίκησε ποτέ από την Τουρκία των εβδομήντα πέντε εκατομμυρίων ούτε την Κωνσταντινούπολη ούτε τη Σμύρνη ούτε την Ιμβρο και την Τένεδο. Η Ελλάδα ακολουθεί ειρηνική πολιτική και επιμένει στους ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας και στο διάλογο. Δεν θέλει ο Ερντογάν να μιλήσει με τον Μητσοτάκη; Βλάπτει τα τουρκικά συμφέροντα όταν εμφανίζεται ως εκπρόσωπος της πολιτικής βαρβαρότητας και του τραμπουκισμού. Δηλώνει ότι συνεργαζόταν καλύτερα με τον Τσίπρα; Δεν θα του κάνουμε το χατίρι. Υπάρχουν συνεργασίες και «συνεργασίες».
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Ο δυτικός πολιτισμός επιβάλλει τον διπλωματικό διάλογο, επιζητεί τις συγκλίσεις, προβάλλει το φιλειρηνισμό και επιδιώκει την αλληλεγγύη μεταξύ των λαών. Δεν θέλει ο Ερντογάν να μετέχει στις ευρωπαϊκές αρχές; Κανείς δεν τον υποχρεώνει, αλλά με την επιλογή της ουσιαστικής απομόνωσης και πάλι βλάπτει τα συμφέροντα της χώρας του. ΠΟΙΟΣ θα πάρει στα σοβαρά έναν αρχηγό κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ που δεν αντιλαμβάνεται ότι η είσοδος της Φινλανδίας και της Σουηδίας βαθαίνει τη Συμμαχία και την ισχυροποιεί έτι μάλλον; Και ποιος πήρε στα σοβαρά τον Ερντογάν όταν απαιτούσε από Σουηδούς και Φιλανδούς να διώξουν τους Τούρκους πρόσφυγες που νομίζει ότι είναι γκιουλενιστές και να κλείσουν τις λέσχες τους επειδή ετοιμάζουν τρομοκρατικά κτυπήματα. Τζάμπα μάγκας.
Αλλά να μη νομίζει ότι επειδή επαινεί τον Τσίπρα για τη «συνεργασία» τους του προσφέρει υπηρεσίες. Επειδή αφενός εμείς έχουμε διαπιστώσει τις διαπραγματευτικές δυνατότητες του Τσίπρα και, αφετέρου, δεν υπάρχει Ελληνας πολιτικός που θα σπάσει τις «κόκκινες γραμμές» με πάγιες τις ελληνικές θέσεις από την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο και εντεύθεν.