Η υπεροχή του Μητσοτάκη έναντι του Τσίπρα στα ζητήματα της οικονομίας είναι συντριπτική. Οι πολίτες αναγνωρίζουν τις διαφορές ανάμεσα σε έναν πολιτικό που εφαρμόζει μειώσεις φόρων, ξέρει να απευθύνεται στους επενδυτές και ωθεί την επιχειρηματικότητα, σε αντιδιαστολή με ένα κόμμα που ακόμη δεν αντιλαμβάνεται τη διαφορά μεταξύ νέων φόρων και φορολογικών εσόδων, απεχθάνεται την ιδιωτική πρωτοβουλία και δεν μπορεί να τελειώσει μία δουλειά. Ειδικά για τους πολίτες που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντρώοι η διαφορά είναι χαώδης: το 46% θεωρεί καταλληλότερο τον Μητσοτάκη και μόλις το 18% τον Τσίπρα, εάν η οικονομία κρίνει τις εκλογές, όπως συνήθως συμβαίνει στη χώρα μας, τότε το στοιχείο αυτό είναι καταλυτικό για την επικράτηση του κυβερνώντος κόμματος.
Τα στοιχεία που αναδείχθηκαν κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού ήταν δύο: το πρώτο η εξαγγελία για το Market Pass με σκοπό την εξουδετέρωση του πληθωρισμού για τα νοικοκυριά και το δεύτερο η απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να μην ψηφίσει για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά τα κονδύλια του υπουργείου Αμυνας. Οι επιλογές αυτές είχαν συγκεκριμένα αποτελέσματα στη δημοσκόπηση της Pulse. Το προβάδισμα της Ν.Δ. έναντι του ΣΥΡΙΖΑ διευρύνθηκε κατά μία μονάδα και πλέον το κυβερνών κόμμα μπαίνει στη χρονιά των εκλογών με ποσοστό 34% έναντι 26% της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που δεν μπορεί να καρπωθεί μέρος της φθοράς από την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια.
Στο ερώτημα δε για το ποιος είναι καταλληλότερος να χειρισθεί τα θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, ο Μητσοτάκης κέρδισε 2 μονάδες και βρίσκεται στο 45%, τις οποίες έχασε ο Τσίπρας (24% από 26%). Οι χειρισμοί της κυβέρνησης στα Ελληνοτουρκικά και η αρνητική στάση του ΣΥΡΙΖΑ στις συμμαχίες της χώρας μας με τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τον εκσυγχρονισμό του αμυντικού μας εξοπλισμού δίνουν σημαντικό προβάδισμα στον πρωθυπουργό.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Το καινούργιο στοιχείο που αποτυπώθηκε στην ίδια έρευνα ήταν η κατάρρευση των ποιοτικών δεικτών για τον πρόεδρο του ΚΙΝ.ΑΛ. Νίκο Ανδρουλάκη, ο οποίος πληρώνει την κακή διαχείριση του σκανδάλου Καϊλή από την πλευρά του, όταν επιχείρησε να χρεώσει την ευρωβουλευτή του στη Νέα Δημοκρατία. Μέσα σε ένα μήνα οι δείκτες καταλληλότητας του κ. Ανδρουλάκη για τα μεγάλα θέματα της οικονομίας και της εξωτερικής πολιτικής έπεσαν κατά 2-3 μονάδες και πλέον κινείται σε μονοψήφια επίπεδα (6% με 7%).
Ο σκληρός πυρήνας των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ δεν επιθυμεί να μετατραπεί το κόμμα του σε «παρακολούθημα» του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε επίσης θέλει να περιέλθει η χώρα σε συνθήκες ακυβερνησίας. Ο Ανδρουλάκης προσπάθησε να φορτώσει τα δικά του προβλήματα σε ώμους άλλων κομμάτων με μοναδική συνέπεια αυτά να επιστρέψουν ακόμα πιο ισχυρά. Οι πολίτες θέλουν μία κυβέρνηση που να μπορεί να χειρίζεται με ικανοποιητικό τρόπο τα ζητήματα της οικονομίας και της εθνικής άμυνας, η ατζέντα είναι προνομιακή για τη Ν.Δ. και τον Μητσοτάκη.
Η επιμονή της Ντόρας
Το έχει αυτό το χαρακτηριστικό η Ντόρα Μπακογιάννη. Οταν κάποιος τολμήσει να θίξει τη μνήμη του Παύλου Μπακογιάννη, δεν θα σταματήσει παρά μόνο όταν αποκαταστήσει την αλήθεια και κυρίως την τιμή της οικογένειάς της. Το έπραξε με την περίπτωση Καμμένου δημιουργώντας πλέον νομολογία για το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η Ντόρα είχε καταθέσει μήνυση κατά του πρώην υπουργού Αμυνας για εξύβριση και συκοφαντική δυσφήμηση, αλλά η τότε κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. δεν ψήφισε την άρση της ασυλίας του Π. Καμμένου.
Ομως η Μπακογιάννη δεν το έβαλε κάτω, προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι η άρνηση άρσης της ασυλίας του πρώην υπουργού Αμυνας την είχε εμποδίσει να ασκήσει το δικαίωμά της σε πρόσβαση στο δικαστήριο κατά παράβαση του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Κανείς δεν μπορεί να κρύβεται πίσω από τη βουλευτική ασυλία, όταν πρόκειται για αδικήματα που δεν έχουν σχέση με την άσκηση του έργου τους, αλλά με συκοφαντίες και προσβολές. Και αυτό είναι το μεγάλο κέρδος για μια ευνομούμενη πολιτεία, η επιμονή της Ντόρας απέδωσε καρπούς.