Την ίδια στιγμή, κανείς δεν απαγορεύει σε κανέναν να εκφράζει την έκπληξη ή και την αποστροφή του για το πώς ένα σύγχρονο κράτος της Δύσης, όπως η Μεγάλη Βρετανία, υποκλίνεται σε ένα θνητό σαν να είναι ημίθεος, και μάλιστα ακολουθώντας ένα τελετουργικό βγαλμένο από τη μηχανή του χρόνου. Οπως κανείς δεν απαγόρευσε στον «Guardian» να γράψει ένα αιχμηρό όσο και αποκαλυπτικό άρθρο για τον ιδιωτικό πλούτο της βασιλικής οικογένειας και την εξοργιστική άρνηση του Μπάκιγχαμ να απαντήσει στις δημοσιογραφικές ερωτήσεις.
Διαβάζοντας την έρευνα που υπογράφει ο David Pegg, στεκόμαστε σε μία από τις πολλές ιστορίες που καταγράφει, ίσως επειδή θυμίζει λίγο την υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα (τηρουμένων των αναλογιών). Ο λόγος για το διαμάντι Koh-i-Noor, ένα από τα μεγαλύτερα κομμένα διαμάντια στον κόσμο και μέρος των κοσμημάτων του βρετανικού στέμματος. Εξορύχτηκε στο Golconda της Ινδίας και μετά τη λεηλασία της πόλης Λαχώρης δόθηκε το 1849 ανάμεσα σε άλλους λεηλατημένους θησαυρούς από διαμάντια, ρουμπίνια και σμαράγδια ως δώρο στη βασίλισσα Βικτόρια. Από το 1947 που Ινδία και Πακιστάν απέκτησαν την ανεξαρτησία τους, οι κυβερνήσεις τους διεκδικούν την επιστροφή του διαμαντιού. Η βρετανική κυβέρνηση απαντά ότι ο διαμαντένιος θησαυρός δεν εκλάπη, αλλά ελήφθη νόμιμα σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λαχώρης και τους όρους της εποχής. Στη στέψη του Καρόλου πάντως δεν χρησιμοποιήθηκε.
«Το άλλοτε καμάρι της βρετανικής αυτοκρατορίας, το διαμάντι Koh-i-Noor, βρίσκεται τώρα κρυμμένο σε ένα θησαυροφυλάκιο σε κάποια παράξενη, ντροπιαστική ενδοχώρα: να το φορέσεις θα ήταν πολύ προσβλητικό, να το επιστρέψεις στους νόμιμους ιδιοκτήτες του πολύ ταπεινωτικό», γράφει ο Βρετανός δημοσιογράφος. Οπως εκτιμά, η περιουσία του Καρόλου φθάνει τα 1,8 δισεκατομμύρια στερλίνες (περίπου 2 δισ., ευρώ) και είναι σχεδόν αδύνατο να εξακριβωθεί η διαδρομή και χαρτογράφηση της αμφιλεγόμενης προέλευσής της. Εξίσου δύσκολη είναι η διάκριση μεταξύ της λεγόμενης ιδιωτικής περιουσίας των μελών της βασιλικής οικογένειας και των εσόδων που απορρέουν από τον δημόσιο ρόλο τους.
Ενα τέτοιο ρεπορτάζ θα ήταν σχεδόν απίθανο να δημοσιευθεί το 1953 στη στέψη της Ελισάβετ και θα ισοδυναμούσε με καταδίκη στην εποχή της Βικτόριας. Θα μπορούσε κάποιος να πει πως πρόκειται για μια βρετανική υπόθεση, όμως δεν είναι. Είναι ένα ζωντανό μάθημα Ιστορίας για το πώς αλλάζουν οι καιροί και οι λαοί. Αργά, αλλά αλλάζουν.