Γράφει η Δρ Θεοδώρα Παπαδοπούλου Χαμουζά*
Ο Kernberg (1995) ορίζει την ερωτική επιθυμία ως μια ευχή για συγχώνευση και την παρομοιάζει με τη λαχτάρα συμβιωτικής σχέσης με τη μητέρα. Η σεξουαλική επιθυμία έχει τις ρίζες της στο πλαίσιο των πρώιμων εμπειριών ικανοποίησης του παιδιού µε αυτόν που το φροντίζει (μητέρα).
Συνεπώς η μητέρα είναι αυτή που καθορίζει την μετέπειτα δυνατότητα του παιδιού για σεξουαλική διέγερση και ερωτική επιθυμία. Κατά τον Kernberg (1995) η ερωτική επιθυμία μετατρέπει την γενετήσια διέγερση σε µια συγχωνευτική εμπειρία µε τον άλλο η οποία παρέχει µια ύστατη αίσθηση πληρότητας (βίωμα του «είμαστε ένα») Το πάθος είναι η συγκινησιακή κατάσταση (ισχυρή κινητήρια δύναμη) που εκφράζει το ξεπέρασμα των ορίων του εαυτού και τη συμβιωτική συγχώνευση µε τον άλλο. Τι γίνεται όμως όταν το άτομο δεν έχει αίσθημα ξεχωριστού εαυτού;
Τι γίνεται όταν δεν μπορεί να ‘δει’ τον εαυτό του πέρα από μια συμβιωτική σχέση με τον Άλλο;
Σε αυτή την περίπτωση ο σύντροφος πιστεύει ότι η γυναίκα είναι ολόκληρος ο κόσμος του και κάθε διαχωρισμός από αυτήν συνεπάγεται την απώλεια της δικής του ταυτότητας. Στην πραγματικότητα ο θύτης είναι μια αδύναμη προσωπικότητα, ανίσχυρη να επιβιώσει χωρίς σημείο αναφοράς που να επιβεβαιώνει την υποτιθέμενη ισχύ του.
Το θύμα από την άλλη μεριά βιώνει τη ‘μοναδικότητα’ που της προσφέρει αυτή η σχέση μιας και αποτελεί το ναρκισσιστικό αντικείμενο ενός συντρόφου που την λατρεύει όταν παράλληλα την γκρεμίζει στα άδυτα της απόλυτης απαξίωσης. Θύτης και θύμα δένονται με τα δεσμά μιας απόλυτα εξαρτητικής σχέσης και απολαμβάνουν μέσα από την οδύνη και τον πόνο.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Υποταγμένοι στις ενορμήσεις τους αδυνατούν να αναγνωρίσουν τη στρέβλωση και οδηγούνται στο θάνατο. Αρχικά τον ψυχικό και αργότερα στο σωματικό.
Ο θύτης μιλάει για έγκλημα από ‘αγάπη’, ‘μεγάλο έρωτα’. Ο ψυχαναλυτής και συγγραφέας Jacques-Alain Miller σε μια συνέντευξη του για τον έρωτα δηλώνει ότι για να ερωτευτείς πρέπει να παραδεχτείς την έλλειψή σου. Ο Lacan συνήθιζε να λέει: «Το να ερωτεύεσαι είναι να δίνεις κάτι που δεν έχεις», να αναγνωρίζεις την έλλειψή σου και να τη δίνεις στον άλλο, να την τοποθετείς στον άλλο. Δεν είναι να δίνεις αυτό που κατέχεις (αγαθά και δώρα), είναι να δίνεις κάτι που δεν κατέχεις, κάτι που είναι πέρα από σένα. Για να το κάνεις αυτό πρέπει να αποδεχτείς την έλλειψη, τον «ευνουχισμό» σου ( Freud).
Οι σχέσεις γίνονται όλο και ποιο ‘δύσκολες’ στις μέρες μας και λίγες παραμένουν δυνατές στο πέρασμα του χρόνου. Ο σύγχρονος άνθρωπος ‘αγαπά’ εγωιστικά. Αγαπά και αποδέχεται ότι τον κάνει να νοιώθει καλύτερα, ότι ικανοποιεί τις ναρκισσιστικές του ανάγκες και επιτίθεται σε ότι τον βάζει σε διαδικασία να αλλάξει ‘θέση’ και να αναγκαστεί να ‘δει’ μια κατάσταση μέσα από τα μάτια του Άλλου. Από την άλλη μεριά ένα ολόκληρο σύστημα προσπαθεί να ταυτίσει τον έρωτα/αγάπη με τον πόνο και την οδύνη.
Μέσα από τις ‘αισθηματικές’ ταινίες περνά το μήνυμα ότι για να βιώσεις τον απόλυτο έρωτα πρέπει να εκμηδενιστείς, να πονέσεις, να εξευτελιστείς και ίσως τελικά να χάσεις τον εαυτό σου. Τα σύγχρονα λαϊκά τραγούδια υμνούν την απόλαυση της οδύνης και το πόνο κάθε στρεβλής σχέσης.
Η κανονική διάσταση της αγάπης που επιβάλει το σεβασμό και την αναγνώριση της διαφορετικότητας του άλλου τείνει να θεωρηθεί παλιομοδίτικη μιας και τις έντονες συγκινήσεις τις προκαλεί μια μανιακή, άρρωστη και επικίνδυνη ‘αγάπη’ που τις περισσότερες φορές οδηγεί στο θάνατο (σωματικό ή ψυχικό).
Η πρόκληση για κάθε οικογένεια είναι να μεγαλώσει παιδιά που θα εισπράξουν σωστές προσλαμβάνουσες σε ότι αφορά τις σχέσεις δυο ανθρώπων και θα αναζητήσουν παρόμοια μοντέλα αργότερα στη ζωή τους. Οι γονείς έχουν τεράστια ευθύνη για την ‘κληρονομιά’ που δίνουν στα παιδιά τους. Είναι αυτοί που θα δυναμώσουν τα παιδιά τους και θα τους δώσουν αξίες ικανές να μπορούν να προστατεύουν τον εαυτό τους ενάντια σε κάθε τι που θα προσπαθήσει να τα μειώσει, να τα χειριστεί και να τα υποτάξει.
Και ας μην ξεχνάμε : H αγάπη είναι θεραπευτική και εξυψώνει τον άνθρωπο. Ότι άλλο απλά δεν είναι αγάπη.
*Η Θεοδώρα Παπαδοπούλου είναι Διδάκτωρ Ψυχολογίας-Νευρογλωσσολόγος