Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 στο Εργατικό Κόμμα επικράτησε η θεωρία του «Νέου Εργατικού Κόμματος». Σε μια σύνθεση σοσιαλισμού και καπιταλισμού έδωσε έμφαση στην κοινωνική δικαιοσύνη αντί της ισότητας και στην ανάγκη ίσων ευκαιριών. Θέμα αλλαγής πολιτικής στο θέμα των κρατικοποιήσεων δεν ετέθη, αφού οι θρίαμβοι της Μάργκαρετ Θάτσερ στη δεκαετία του ‘80 είχαν δείξει τις επιθυμίες των ψηφοφόρων.
Τα ανωτέρω θυμήθηκα διαβάζοντας τη δήλωση του Νίκου Σπίρτζη την προηγούμενη εβδομάδα για ανάγκη συνεννόησης του ΣΥΡΙΖΑ «…με άλλα κόμματα του προοδευτικού κόσμου, όπως με το ΠΑΣΟΚ
και με στελέχη της κοινωνίας που έχουν ιδιωτεύσει, προκειμένου να υπάρχει ενιαία εκπροσώπηση του προοδευτικού κόσμου». Οπως αναμενόταν η γλώσσα του Σπίρτζη έχει τα ξύλινα στοιχεία του παρελθόντος. Ας πούμε η διπλή αναφορά σε «προοδευτικό κόσμο» που παραπέμπει στις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80 όταν το «προοδευτικός» ήταν συνώνυμο του αριστερού ή του κομμουνιστή. Υπάρχει όμως και μια δόση αλήθειας. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα κόμμα αντιπολίτευσης που εν δυνάμει μπορεί να γίνει κυβέρνηση που να ανήκει στον 21ο αιώνα. Μόνο που αυτό το κόμμα είναι αδύνατον να προκύψει από το συνονθύλευμα του ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη.
Το ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει σε έναν δικομματισμό που δεν θα έχει σχέση με τους δικομματισμούς περασμένων δεκαετιών είναι μοιραίο. Εκεί που γίνεται το λάθος από της πλευράς των στελεχών των παλαιών κομμάτων είναι τι πολιτικά θα είναι αυτό το δεύτερο κόμμα. Αναφέρονται σε συσπειρώσεις «προοδευτικών κομμάτων» και σε ανασυστάσεις της αριστεράς χωρίς να αναρωτηθούν κάτι απλούστερο. Αν τα πατρόν στα οποία αναφέρονται ανήκουν σε άλλες εποχές και η Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει κινηθεί τόσο πολύ προς τα κεντροαριστερά που τα μόνα περιθώρια που αφήνει είναι προς τα δεξιά. Και οι ίδιοι έγιναν πολιτικοί δεινόσαυροι χωρίς να το καταλάβουν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ τελείωσε έναν χώρο μαζί με τις τελετουργίες του. Τα αντάρτικα και τις πορείες στην αμερικανική πρεσβεία. Το ξεχαρβάλωμα ξεκίνησε με τον Τσίπρα όταν αγκάλιαζε τον Πάνο Καμμένο. Ολοκληρώθηκε όταν ο Κασσελάκης στο πεζοδρόμιο της Κουμουνδούρου φώναζε «Nikos» και ο Παππάς κατέβαινε να τον αγκαλιάσει.
Ακρίβεια, ασφάλεια, γκέτο
Η εμφάνιση του Στέφανου Κασσελάκη στο προσκήνιο έστρεψε το ενδιαφέρον στην αντιπολίτευση με αποτέλεσμα τη μείωση της πίεσης στην κυβέρνηση. Υπάρχουν όμως θέματα. Τα οποία ελλείψει αντιπολιτευτικής πίεσης ο Μητσοτάκης πρέπει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά.
Το πρώτο και δυσκολότερο είναι η ακρίβεια. Δυσκολότερο γιατί η ακρίβεια είναι σαν σειρά από ντόμινο που με το που πέφτει ένα συμπαρασύρει τα υπόλοιπα. Δηλαδή, ένας ανεβάζει την τιμή επειδή πρώτα την ανέβασε κάποιος άλλος, με αποτέλεσμα η πίεση να καταλήγει στον μισθωτό με τις αυξήσεις να μετατρέπονται σε πληθωρισμό. Επειδή οι διατιμήσεις δεν λειτουργούν, ο μόνος τρόπος για να καταπολεμηθεί η ακρίβεια είναι η διευκόλυνση του ανταγωνισμού. Η καταπολέμηση των μονοπωλίων και των τραστ με την ενθάρρυνση νέων επενδυτών.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι η ασφάλεια. Εδώ κάποιες προσπάθειες μοιάζει να γίνονται με την αποδέσμευση 2.500 αστυνομικών που ήταν αποσπασμένοι στην ασφάλεια επισήμων, αλλά ο αριθμός μοιάζει να είναι μεγαλύτερος. Την προηγούμενη εβδομάδα δημοσίευμα ανεβάζει τον αριθμό στους 6.000. Δηλαδή το 1/10 του σώματος. Και ας μην ξεχνάμε ότι οι περισσότεροι από αυτούς είναι νεαρής ηλικίας αφού οι «επίσημοι» θέλουν τους φρουρούς τους μοντελάκια.
Τρίτο είναι η δημιουργία γκέτο παρανόμων μεταναστών στις μεγάλες πόλεις. Είναι ένα πρόβλημα που δεν αναγνωρίζεται αμέσως. Οταν όμως αναγνωριστεί, είναι πολύ αργά για να γίνει κάτι.
ΑΤΥΧΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟ ΚΑΛΛΙΜΑΡΜΑΡΟ
Πριν από δύο εβδομάδες η Ελλάδα και η Σλοβακία συγκρούστηκαν στο τένις. Στην προσπάθεια να δοθεί αίγλη στο γεγονός οι αγώνες έγιναν στο Καλλιμάρμαρο. Ανάμεσα όμως στις προθέσεις και στον στόχο μεσολαβεί η πραγματικότητα και ο σκοπός δεν επετεύχθη.
Πρώτον και κύριο επειδή το Καλλιμάρμαρο μεσημέρι και με ζέστη έχει πρόβλημα.
Δεύτερον επειδή το σκηνικό είναι εντυπωσιακό. Φτάνει όμως να μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο σύνολό του, όπως είχε γίνει με τις τελετές για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου το 1997.
Τρίτον να ταιριάζει το άθλημα. Για παράδειγμα, οι τερματισμοί στον Κλασικό Μαραθώνιο στο Καλλιμάρμαρο αποκτούν αίγλη. Το τένις μοιάζει παράταιρο στον χώρο.
Τέλος οι μνημειώδεις χώροι χρειάζονται και μνημειώδη γεγονότα, ει δυνατόν παγκόσμιας εμβελείας. Οι αγώνες Ελλάδας – Σλοβακίας χωρίς τον Τσιτσιπά δεν θα ήταν. Το επιχείρημα «έχουν γίνει και χειρότερα» ισχύει, αλλά δεν δικαιολογεί.
Από το Καλλιμάρμαρο, το Ηρώδειο και την Επίδαυρο μέχρι το θέατρο του Λυκαβηττού και τα θέατρα των βράχων και των ρεματιών η Ελλάδα έχει κάθε είδους χώρους για να διοργανώνει εκδηλώσεις. Το θέμα είναι οι επιλογές. Εφόσον όλοι οι χώροι είναι δημοτικοί, κρατικοί ή προσώπων δημοσίου δικαίου, κάποιος έλεγχος «ποιότητας» πρέπει να υπάρξει.