Oλοι τσακώνονται με όλους, όλοι έχουν άποψη για τη δουλειά των άλλων, όλοι μπορούν να κάνουν τα πάντα και ας τα γνωρίζουν μόνο από την τηλεόραση. Aνιστόρητες μεγαλοστομίες με σκοπό τον εντυπωσιασμό και εύκολα σλόγκαν, βγαλμένα από διαφημίσεις απορρυπαντικών περασμένης δεκαετίας, κυριαρχούν στον δημόσιο διάλογο. Aσχετοι που δεν γνωρίζουν την ασχετοσύνη τους, έννοιες όπως δικαιοσύνη, πολιτική, τιμιότητα, ηθική, ειρήνη και άλλες, που συνοδεύουν την εξέλιξη της ανθρωπότητας από τη γέννησή της κιόλας, γίνονται χαρτοπόλεμος, για να σκορπιστούν στο καρναβάλι του δημόσιου παροξυσμού.
Η ανευθυνότητα μπερδεύεται με την ευθύνη, η συγκίνηση με τη λογική, ο θυμός ανάγεται σε κριτήριο λήψης πολιτικών στοχεύσεων, αντεγκλήσεων, αντικαθιστά τη δημοκρατία και τους θεσμούς -όσα προβλήματα και αν αυτοί έχουν-, γίνονται εργαλεία εκβιασμών και προσωπικών επιδιώξεων, πολιτικών και προσωπικών φιλοδοξιών. Οι λέξεις χάνουν την ουσία και το νόημά τους – όλα στο μπλέντερ. Ολοι λένε στους άλλους τι είναι σωστό και τι είναι καλό να κάνουν.
Οι συγκεντρώσεις για τα Τέμπη έχουν αναχθεί στο κορυφαίο συγκρουσιακό-πολιτικό γεγονός που στεγάζει κάθε αντικυβερνητική δυσαρέσκεια. Από το αίτημα να αποκαλυφθούν και να τιμωρηθούν οι ένοχοι της ανείπωτης τραγωδίας μέχρι την ακρίβεια στα καύσιμα και τα οπωροκηπευτκά ή τον καφέ. Από την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων μέχρι τη βοήθεια στην Ουκρανία. Και όλα καταλήγουν στο εξής: Να πέσει η κυβέρνηση.
Πλέον είναι το κυρίαρχο αίτημα αυτής της κινητοποίησης και ας πάψουμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, ανεξάρτητα από το πόσο εφικτό είναι κάτι τέτοιο και μάλιστα χωρίς, επί του παρόντος, να μπορούν να μετρηθούν οι φωνές των μετριοπαθών πολιτών. Διότι αυτός είναι ο στόχος, κάθε ψύχραιμη φωνή λογικής και υπεράσπισης των θεσμών να μετατρέπεται αυτομάτως σε «απάνθρωπη», «πουλημένη» και διάφορα άλλα από τις διμοιρίες του όχλου.
Το ποιος αποδέχεται ή όχι αυτήν την ευθεία σύνδεση και τη μετατροπή του αιτήματος για δικαιοσύνη και τιμωρία των ενόχων σε υπαρξιακό θέμα της αντιπολίτευσης είναι αποκλειστικά θέμα της συνείδησης και της βούλησής του. Σε μια δημοκρατία και τα δύο είναι απολύτως ελεύθερα.