Τον περασμένο Ιούνιο οι καταθέσεις ήταν υψηλότερες κατά 866 εκατομμύρια σε σχέση με τον Μάιο, ενώ συνολικά στο πρώτο εξάμηνο οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών ήταν ανεβασμένες κατά 1,5 δισεκατομμύρια έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2021.
Η δυναμική επανάκαμψη του τουρισμού συνέβαλε σημαντικά στην εισροή χρήματος και οι προβλέψεις των παραγόντων του κλάδου είναι ότι η πορεία αυτή θα συνεχισθεί μέχρι το φθινόπωρο, η κίνηση έχει ξεπεράσει τα επίπεδα-ρεκόρ του 2019.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από την αρχή της πανδημίας, το 2020, μέχρι σήμερα οι καταθέσεις για τα νοικοκυριά εμφανίζονται αυξημένες κατά 20 δισεκατομμύρια ευρώ ξεπερνώντας τα 136 δισ. Το ποσό είναι το υψηλότερο των τελευταίων 10 ετών και αποτυπώνει αφενός το εύρος της κρατικής στήριξης καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας και αφετέρου το αποτύπωμα που αφήνει στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς η συσσωρευμένη ανάπτυξη άνω του 15% από το 2020 έως και το πρώτο εξάμηνο του έτους. Βάσει της Στατιστικής Αρχής, το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους έχει αυξηθεί κατά 3,8%, αν και ο πληθωρισμός ροκάνισε μέρος των εσόδων των νοικοκυριών.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Ιδια εικόνα εμφανίζεται και στις επιχειρήσεις. Οι καταθέσεις είναι αυξημένες κατά 2 δισεκατομμύρια τον Ιούνιο και τα μέτρα ενίσχυσης που έλαβε η κυβέρνηση την προηγούμενη διετία κράτησαν ζωντανές τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Ωστόσο, η μεγάλη άνοδος των αποταμιεύσεων δεν επιβραβεύεται από τις τράπεζες, τα επιτόκια παραμένουν μηδενικά, παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός κινείται πλέον με διψήφια επίπεδα, οι καταθέτες «αποθηκεύουν» τα χρήματά τους χωρίς να εισπράττουν τόκους. Η πίεση στην αγορά για αύξηση των επιτοκίων στους προθεσμιακούς λογαριασμούς θα ενταθεί εάν μάλιστα επιμείνει το πληθωριστικό κύμα, ωστόσο η αξία του χρήματος θα παραμείνει αρνητική, κανείς δεν μπορεί να καλύψει τα επίπεδα του πληθωρισμού.
Το σημαντικό βέβαια για τη λειτουργία της οικονομίας είναι οι τράπεζες να αναλάβουν το βασικό τους ρόλο, δηλαδή να διοχετεύουν κεφάλαια σε επενδύσεις μέσω του δανεισμού, όταν μάλιστα δεν πληρώνουν τόκους στους καταθέτες. Στην πράξη, οι τράπεζες και τα funds διαχείρισης κεφαλαίων δεν συναινούν καν σε ρυθμίσεις οφειλών που έχουν προεγκριθεί μέσα από τον εξωδικαστικό συμβιβασμό. Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάσθηκαν πρόσφατα από το υπουργείο Οικονομικών, μόλις το 46% των αιτήσεων που έχει βρεθεί στο τελικό στάδιο ρύθμισης πήρε το πράσινο φως από τις τράπεζες για οριστική διευθέτηση. Δηλαδή, το Δημόσιο και άλλοι μεγάλοι πιστωτές συναινούν στη ρύθμιση αλλά μπαίνει απαγορευτικό από τις τράπεζες, θέτοντας σε κίνδυνο τη λειτουργία μικρομεσαίων κυρίως επιχειρήσεων, οι οποίες κατά την περίοδο των Μνημονίων μπήκαν στον κύκλο των οφειλών. Ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, άφησε αιχμές κατά των τραπεζών για τη βραδυπορία στην εξέταση των φακέλων και τα υψηλά ποσοστά απόρριψης αιτήσεων.
Το πιστωτικό σύστημα έχει μπει σε φάση εξυγίανσης με χρήματα των φορολογουμένων μέσω των πακέτων ανακεφαλαιοποίησης, οι τράπεζες πρέπει να ενισχύσουν την αναπτυξιακή προσπάθεια, μειώνοντας τη ψαλίδα μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων-χορηγήσεων και δίνοντας έμφαση στις ρυθμίσεις οφειλών, όταν μάλιστα ο μεγάλος πιστωτής συναινεί, όπως συνήθως συμβαίνει με τις αιτήσεις για εξωδικαστικούς συμβιβασμούς. Το όφελος θα είναι διπλό, και για τα χαρτοφυλάκιά τους, αλλά και για τη λειτουργία συνολικά της αγοράς.