Οποιο κι αν είναι το σχέδιο, φίλοι και εχθροί συγκλίνουν σε ένα πράγμα: το πολιτικό του τέλος δεν απέχει πολύ. Στον ίδιο απομένει να γράψει τον επίλογο. Εβδομήντα τριών, πλέον, χρόνων και υπόδικος για διαφθορά, ο αρχηγός του Λικούντ δεν είχε άλλη επιλογή από το να επιστρέψει πέρυσι στην πρωθυπουργία, ύστερα από ενάμιση χρόνο στην αντιπολίτευση. Mόνη εναλλακτική ήταν η φυλακή.
Για να την αποφύγει, σχημάτισε την πιο ακροδεξιά κυβέρνηση στην ιστορία του Ισραήλ, δίχασε το λαό, τις Ενοπλες Δυνάμεις και τις μυστικές υπηρεσίες με την επίθεση στο Κράτος Δικαίου – αποδυνάμωσε εν ολίγοις το εσωτερικό μέτωπο. Ηταν επόμενο να το εκμεταλλευτεί η ισλαμιστική Χαμάς, δημιούργημα εν πολλοίς των ισραηλινών μηχανισμών στις δεκαετίες ’60, ’70 και ’80, προκειμένου να υπονομεύσουν το κοσμικό -αριστερό παλαιστινιακό κίνημα.
Μετά το φιάσκο στον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, το 1973, οι Ισραηλινοί έδιωξαν την Εργατική πρωθυπουργό, Γκόλντα Μεΐρ. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το δεξιό Λικούντ ανήλθε για πρώτη φορά στην εξουσία, αλλά ο σημερινός αρχηγός του δύσκολα θα αποφύγει τη μοίρα της. «Η πολιτική έξοδος του Νετανιάχου είναι αναπόφευκτη», προέβλεψε ο Αμί Γιααλόν, πρώην επικεφαλής της υπηρεσίας εσωτερικής ασφαλείας του Ισραήλ, Shabak.
Ακόμη και ο βιογράφος του, Ανσέλ Πφέφερ, σημείωσε στη στήλη του στη «Haaretz» πως αν ο πρωθυπουργός δεν θέσει ξεκάθαρους στόχους στον πόλεμο κατά της Χαμάς (σ.σ.: οι οποίοι, εξυπακούεται, δεν θα βάλουν σε κίνδυνο την ασφάλεια και την υπόσταση του Ισραήλ), σύντομα θα αντιμετωπίσει τις συνέπειες. Διαφωνεί επ’ αυτού η ιστορικός Μεΐρ Μαργκαλίτ. Πιστεύει ότι η ακόρεστη εξουσιομανία του «Μπίμπι», η ικανότητα επιβίωσης που τον διακρίνει και το δολοφονικό ένστικτο απέναντι όχι μόνο στους Παλαιστινίους αλλά και στους στενούς συνεργάτες του θα τον βγάλουν ξανά από τα δύσκολα.