Την άνοιξη του 2015 είχε διοργανωθεί από Ελληνες επιχειρηματίες στις Ηνωμένες Πολιτείες ειδική εκδήλωση προκειμένου ο Αλέξης Τσίπρας, ως πρωθυπουργός, να μιλήσει στους Αμερικανούς επενδυτές για την πορεία της χώρας. Ρόλο συντονιστή είχε ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, ενδεικτικό στοιχείο της σημασίας που είχε δοθεί στην εκδήλωση, αλλά και της ισχύος που είχε συγκεντρωθεί γύρω από το πάνελ. Το αποτέλεσμα αποκαρδιωτικό, ο Τσίπρας αντί να δηλώσει αδυναμία κατανόησης της αγγλικής γλώσσας ώστε να έχει μεταφραστή, χασκογελούσε αδυνατώντας να καταλάβει τις ερωτήσεις του Κλίντον. Το γέλιο μεταδόθηκε στην αίθουσα και περιττό να πούμε ότι οι Αμερικανοί επενδυτές έφυγαν με τη χειρότερη εικόνα για το τι συμβαίνει στην Ελλάδα.
Η θέση του πρωθυπουργού έχει ιδιαίτερες προδιαγραφές. Ο Μητσοτάκης μπορεί να συνομιλεί με τους επενδυτές και να τους πείθει, όπως προκύπτει από το ρεκόρ εισροής κεφαλαίων στην εθνική μας οικονομία τα τελευταία δύο χρόνια, το όφελος είναι σημαντικό για τη χώρα όχι για την προσωπική του προβολή.
Ολα αυτά εξηγούν γιατί στις δημοσκοπήσεις και στο ερώτημα «ποιος μπορεί να χειρισθεί καλύτερα θέματα οικονομίας και εξωτερικής πολιτικής», ο Μητσοτάκης προηγείται του Τσίπρα με διψήφιες διαφορές.
Οι επενδύσεις δημιουργούν εισοδήματα και θέσεις εργασίας, δεν είναι αφηρημένες έννοιες αλλά έχουν μετρήσιμα αποτελέσματα. Η ανεργία έπεσε στο 11,8% τον περασμένο Σεπτέμβριο, από 17,4% που παρελήφθη τον Ιούλιο του 2019 από την κυβέρνηση Τσίπρα.
Οι καταθέσεις των νοικοκυριών από τον Δεκέμβριο του 2019 έχουν αυξηθεί κατά 22 δισεκατομμύρια ευρώ παρά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση, όλοι θυμόμαστε τι συνέβη με την περήφανη διαπραγμάτευση και το τυχοδιωκτικό δημοψήφισμα στην τραπεζική πίστη. Ακόμη και τον Οκτώβριο, με τον πληθωρισμό στα ύψη, οι αποταμιεύσεις αυξήθηκαν κατά 380 εκατομμύρια ευρώ, δείγμα ότι η οικονομία έχει αντοχές και τα μέτρα κατά της ακρίβειας στο ηλεκτρικό ρεύμα αποδίδουν.
Ολα αυτά θα κριθούν στις επόμενες κάλπες, που κατά τα φαινόμενα θα στηθούν στην καρδιά της άνοιξης και λίγο πριν από την πασχαλινή έξοδο. Ο Μητσοτάκης θα ζητήσει την αυτοδυναμία για να συνεχίσει τη δουλειά του και να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν την εικόνα της χώρας. Ο πρωθυπουργός δεν μπλοφάρει, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, ο οποίος στις Βρυξέλλες διαβεβαίωνε τους ηγέτες ότι βρίσκεται κοντά σε συμφωνία και μόλις προσγειωνόταν στην Αθήνα προκήρυττε το δημοψήφισμα.
Μιλάει με ανοιχτά χαρτιά όταν συνομιλεί με επενδυτές και ξένους ηγέτες αλλά κυρίως όταν απευθύνεται στους πολίτες, σημειώνοντας πως μόνο η αυτοδύναμη κυβέρνηση θα έχει ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Ωστόσο, αυτό θα εξαρτηθεί από τις κάλπες:
«Οι πολίτες είναι αυτοί που θα αποφασίσουν αν θα μας επιτρέψουν να κυβερνήσουμε αυτοδύναμα σε περίπτωση που κερδίσουμε -και νομίζω ότι έχουμε πολύ καλές πιθανότητες- ή θα μας πουν να αναζητήσουμε κυβερνητικό εταίρο. Οι συνασπισμοί στην Ελλάδα είναι ένα περίπλοκο σενάριο. Χρειαζόμαστε μια κυβέρνηση που πρέπει να πάρει αποφάσεις. Πιστεύω ότι η χώρα πρέπει να διοικείται από μια μονοκομματική κυβέρνηση», ήταν το μήνυμά του από το Λονδίνο. Χωρίς την ανάγκη μετάφρασης.