Από την άλλη, κι εμείς, όταν λέμε «Κωνσταντινούπολη» γυρνάμε στον ένδοξο βυζαντινισμό μας, όπως γράφει ο Καβάφης, και όταν λέμε 200 χρόνια από την απελευθέρωση, «σκοντάφτουμε» πάνω στα 400 προηγούμενα χρόνια της σκλαβιάς και γινόμαστε… Κολοκοτρωναίοι. Υποβόσκουν, λοιπόν, εκατέρωθεν -ιστορικές- εντάσεις που άλλες βλέπουν τη δημοσιότητα και άλλες παραμένουν πιο «διακριτικές», στο επίπεδο των αρμοδίων, που γύρευε πόσα θα μπορούσαν να πουν, αν η υπηρεσιακή δεοντολογία τους το επέτρεπε. Ωστόσο, όλα αυτά μαζί συνιστούν μία αδήριτη πραγματικότητα: Ο αταβισμός, και για τις δύο πλευρές, λειτουργεί αρνητικά, όταν επιστρέφουμε σε τρόπους σκέψης και δράσης προηγούμενων εποχών.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
Με αυτά ως δεδομένα αλλά και την έφεση του προέδρου Ερντογάν να επιδιώκει, επί των ημερών του, να ανασυσταθεί η νέα Τουρκία -«της γαλάζιας πατρίδας», στα πρότυπα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας- η επιχείρηση διατήρησης «των ήρεμων νερών», στο Αιγαίο, και στη Μεσόγειο, μοιάζει με ταγκό: Χρειάζονται δύο για να χορέψουν, ακολουθώντας τα ίδια βήματα και μάλιστα αγκαλιά.
Διάβασα τις εμπεριστατωμένες αναλύσεις για την 18ωρη ελληνοτουρκική κρίση στα ελληνικά ύδατα, ξημερώματα της 22ας Ιουλίου ως το απόγευμα της 23ης , παραμονή της επετείου των πενήντα χρόνων της επαναφοράς της Δημοκρατίας στην Ελλάδα αλλά και έμμεση υπενθύμιση της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, με κατοχή του 40% του εδάφους, κράτους-μέλους της Ε.Ε. Η επίλυση της έντασης επιτεύχθηκε, επειδή τα τουρκικά πολεμικά δεν πραγματοποίησαν την απειλή τους να «απωθήσουν» το ιταλικό ερευνητικό σκάφος. Στάθηκαν ως «αγάλματα», έχοντας… φάτσα τα ελληνικά. Εκείνη τη στιγμή «δούλεψαν» τα «κόκκινα» τηλέφωνα! Το τελευταίο που θα ήθελε η ελληνική πλευρά -πιστεύω και η τουρκική- είναι να τιναχθεί στον αέρα η συνάντηση, τον Σεπτέμβρη, του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Εν τούτοις, σημειώνω, ότι άκαιρες δηλώσεις Ελλήνων αξιωματούχων, αναρμόδιων -για εσωτερική πατριωτική κατανάλωση- αναζωπυρώνουν την τουρκική καχυποψία. Δεν συνεισφέρουν θετικά στο στρατηγικό σχεδιασμό του ελληνοτουρκικού διαλόγου που κτίζεται συστηματικά με άκρα προσοχή και ουσιαστικά επιχειρήματα από τον υπουργείο Εξωτερικών. Το ζητούμενο δεν είναι η διαπίστωση ότι οι τουρκικές αξιώσεις και επιδιώξεις είναι δεδομένες και γνωστές. Το ζητούμενο είναι η ψύχραιμη αντιμετώπισή τους, με σύνεση, λογική, χωρίς καμία υποχωρητικότητα, αλλά και έχοντας πάντα, κατά νου, ότι η ένοπλη σύγκρουση δεν αποτελεί λύση. Οι κομματικοί απερίσκεπτοι υπερπατριωτισμοί, στην Ιστορία μας, οδήγησαν σε υπερκαταστροφές. Πληρώθηκαν ακριβά.