Η Κύπρος, για παράδειγμα, μπήκε σε Μνημόνια αργότερα από εμάς και βγήκε ταχύτερα. Θυμόμαστε τη δήλωση του τότε υπουργού Οικονομίας της Μεγαλονήσου, Χάρη Γεωργιάδη, που έδινε τη φιλοσοφία της πολιτικής του: «Εφαρμόζουμε το Μνημόνιο για να βγούμε γρηγορότερα από αυτό», έλεγε, όταν εδώ οι «πλατείες» αναστέναζαν από την αγανάκτηση και οι «επαναστάτες» του ΣΥΡΙΖΑ έσκιζαν Μνημόνια εν ριπή οφθαλμού.
Το ίδιο συνέβη σε Ιρλανδία και Πορτογαλία, που επίσης βγήκαν γρήγορα από τις «δαγκάνες» του ΔΝΤ. Στην Ελλάδα είχαμε το «ατύχημα» του 2015. Ο Τσίπρας βιαζόταν να ανέλθει στην εξουσία και μέσω της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας προκάλεσε πρόωρες εκλογές, όταν ο Αντώνης Σαμαράς είχε οδηγήσει τη χώρα στην ανάπτυξη και είχε πετύχει την πρώτη μνημονιακή έξοδο στις αγορές. Για να είμαστε δίκαιοι, δεν ήταν μόνος του ο Τσίπρας. Η παρέα του Σόιμπλε έψαχνε «χρήσιμους ηλίθιους» για να υλοποιηθεί το σχέδιό του για έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη και δεν θέλησε ποτέ να κλείσει τη συμφωνία με την κυβέρνηση Σαμαρά το 2014, που «χάλασε» για διαφορά 900 εκατομμυρίων ευρώ. Τελικώς πληρώσαμε το πείραμα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. με το τρίτο Μνημόνιο και έναν λογαριασμό άνω των 86 δισεκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τραπέζης της Ελλάδος.
Η πολυετής παραμονή μας στο Μνημόνιο οδήγησε τις αξίες στο ναδίρ. Μισθοί, συντάξεις, τιμές ακινήτων, αξία επιχειρήσεων, επενδυτικό ενδιαφέρον όλα είχαν βουτήξει στο κενό, όταν ακόμα και η θέση της χώρας στο ευρώ δεν ήταν δεδομένη.
Από το 2010 όταν μπήκαμε στο Μνημόνιο μέχρι το 2019 όταν άρχισαν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια βιώσιμης ανάπτυξης η Ελλάδα είχε γίνει πολύ «φθηνή», άρα και οι ευκαιρίες για επενδύσεις μεγάλες. Μεσολάβησε η πανδημία, που τα σκέπασε όλα, όμως η χώρα διέθετε πλέον μία μεταρρυθμιστική κυβέρνηση. Ο Μητσοτάκης αναγνωρίζεται από την Ευρώπη αλλά και από το διεθνή Τύπο ως ο πρωθυπουργός που μεταμόρφωσε την οικονομία της Ελλάδας και προχώρησε σε αλλαγές, όπως η μείωση των φόρων, για να ενισχύσει τους πολίτες και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Η πολιτική σταθερότητα και η μεταρρυθμιστική ατζέντα «τιμολογούνται» από τις αγορές. Δεν είναι τυχαίο που το επιτόκιο για τα ελληνικά δεκαετή ομόλογα είναι 3,26% και της Ιταλίας, όπου η κυβέρνηση Μελόνι δεν εμπνέει σταθερότητα, 3,66%.
Οι επενδυτές που συνωστίσθηκαν στη διάθεση των μετοχών της Τραπέζης Πειραιώς, καθοριστικές για την επιτυχία ήταν οι διεθνείς επαφές του διευθύνοντα συμβούλου Χρήστου Μεγάλου, βλέπουν ότι η Ελλάδα έχει τεράστιες προοπτικές. Για αυτό έβαλαν δεκαπλάσια ποσά από τα 1,4 δισ. που ζητούσε το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, για αυτό ανταποκρίθηκαν στην αντίστοιχη κίνηση της Εθνικής με 1,1 δισ. ή συμμετείχαν στη μετοχοποίηση του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών.
Με τα Μνημόνια και την υποτροπή της κρίσης το 2015 χάσαμε πολλά χρόνια ανάπτυξης, τώρα η Ελλάδα καλύπτει το χαμένο έδαφος και ο Μητσοτάκης με τη στήριξη των πολιτών, που αναγνώρισαν στις εκλογές ότι είναι ο καταλληλότερος για την εμπέδωση της ανάπτυξης γνωρίζει πώς να δημιουργεί θέσεις εργασίας και εισοδήματα. Η ανεργία μειώνεται σημαντικά και το βάρος πέφτει στην τιθάσευση του πληθωρισμού. Οπως θα έλεγε και ο Τσίπρας, το ελατήριο της οικονομίας λειτουργεί πλέον για τα καλά.