Ομως ο Μακρόν δεν είναι καθηγητής ή διανοούμενος, αλλά ηγέτης μιας ευρωπαϊκής δύναμης, που προσπαθεί να έχει όσο το δυνατόν καλύτερες σχέσεις με την ανερχόμενη δύναμη του πλανήτη. Σύμφωνα με την αναλύτρια Ινγκρίντ Τερβάλτ, πρόκειται για μια «ρεαλπολιτίκ του 21ου αιώνα», που βάζει στην άκρη τα ιδεώδη προς όφελος των καλών διεθνών σχέσεων.
Είναι γνωστό ότι αυτή τη στιγμή η Ινδία αποτελεί το μήλον της έριδος στην διεθνή σκηνή. Πέμπτη οικονομική δύναμη, με προοπτική, κατά την Goldman Sachs, να ανέβει στη δεύτερη θέση, πίσω από την Κίνα, ως το 2075. Πρότινος ξεπέρασε σε πληθυσμό την Κίνα με 1,412 δισ. κατοίκους, που θα έχουν φτάσει τα 1,7 δισ. το 2060. Σταμάτησε εδώ και χρόνια να αποτελεί το γεωπολιτικό αντίβαρο της Κίνας και ασκεί αυτόνομη πολιτική, με συνέπεια να τη «φλερτάρουν» ασύστολα τόσο οι Δυτικοί όσο και οι οικονομικοί συνεταίροι της στους BRICS. H Tερβάλτ θυμάται ότι το Παρίσι προσέγγισε το Νέο Δελχί τη δεκαετία του 1970, τον καιρό που η Ινδία έκανε τις πρώτες πυρηνικές δοκιμές. Σταθμός όμως των διμερών σχέσεων υπήρξε η επίσκεψη Σιράκ στην Ινδία το 1998, κατά την οποία ο τελευταίος γκολικός πρόεδρος της Γαλλίας πρότεινε μια «συμπληρωματική στρατηγική σχέση προς το κοινό συμφέρον». Οι πυρηνικοί δεσμοί των δύο χωρών επιβεβαιώθηκαν με τη συμφωνία κατασκευής αντιδραστήρων επί Ολάντ και τώρα ο Μόντι παρήγγειλε στον Μακρόν 26 Ραφάλ και τρία υποβρύχια. Το ειδύλλιο έχει μέλλον…
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;