Από τους Συμμάχους περιμένεις καθαρές κουβέντες απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις και όχι μισόλογα και επιτήδειες ουδετερότητες, όπως αυτές που ακούστηκαν από τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, στη συνέντευξη που έδωσε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Οταν ο Ερντογάν απειλεί σε καθημερινή βάση την Ελλάδα με στρατιωτικά χτυπήματα και τα τουρκικά αεροσκάφη παραβιάζουν την κυριαρχία της χώρας μας με υπερπτήσεις πάνω από την Αλεξανδρούπολη ή το Αιγαίο, η απάντηση δεν είναι να τα βρούμε, όπως μας προέτρεψε ο γ.γ. του ΝΑΤΟ λες και πρόκειται για μια ασήμαντη τελωνειακή διαφορά.
Η καταστρατήγηση του Διεθνούς Δικαίου από την Αγκυρα, που αμφισβητεί ευθέως την κυριαρχία στα ελληνικά νησιά, δεν είναι «έντονη διαφωνία» λες και αφορά πέναλτι σε ποδοσφαιρικό αγώνα.
Ο Στόλτενμπεργκ, αντί να στείλει αυστηρό μήνυμα στην Τουρκία να σταματήσει εδώ και τώρα τις προκλήσεις και να λειτουργήσει ως πραγματικό μέλος της αμυντικής συμμαχίας, «χαϊδεύει» τα αφτιά του Ερντογάν, και μάλιστα αφουγκράζεται τις «σοβαρές ανησυχίες του για την τρομοκρατική οργάνωση ΡΚΚ» που επικαλείται για να βάλει βέτο στην ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Είναι ώρα για την Ελλάδα να ζητήσει από φίλους, εταίρους και συμμάχους καθαρές θέσεις, όχι για να επιβεβαιώσουμε το δίκαιο των επιχειρημάτων μας, αλλά γιατί έτσι γιγαντώνεται η αποτρεπτική ισχύς απέναντι στις παρανομίες της απέναντι πλευράς.
Ο Ερντογάν αφρίζει κατά του Μητσοτάκη επειδή ο πρωθυπουργός κατάφερε με την ομιλία του στο Κογκρέσο να κερδίσει τη στήριξη από το αμερικανικό πολιτικό σύστημα και για αυτό ο Τούρκος πρόεδρος ανεβάζει το επίπεδο των προκλήσεων επιδιώκοντας, φανερά πλέον, θερμό επεισόδιο.
Είναι σαφές ότι στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ η Ελλάδα πρέπει να ζητήσει από τους Συμμάχους να καταδικάσουν με κατηγορηματικό τρόπο την τακτική της Αγκυρας να αμφισβητεί την εθνική μας κυριαρχία και να απειλεί νησιά ακυρώνοντας κάθε έννοια του Διεθνούς Δικαίου. Επιπλέον ο Στόλτενμπεργκ δεν μπορεί να λειτουργεί ως μεσάζοντας των τουρκικών συμφερόντων, η ανοχή έχει και τα όριά της.
Τα λεφτόδεντρα δεν έπιασαν τόπο
Ο Μελανσόν έταξε τα πάντα στους πάντες, μοίρασε 250 δισεκατομμύρια ευρώ σε υποσχέσεις, αλλά τελικώς βγήκε δεύτερος στις γαλλικές εκλογές. Θυμίζουμε μερικές από τις δεσμεύσεις του ηγέτη της Αριστεράς: Σύνταξη για όλους στα 60, μείωση όλων των φόρων κατανάλωσης για να μειωθεί η ακρίβεια, ένα εκατομμύριο προσλήψεις στο Δημόσιο, κατώτατος μισθός στα 1.500 ευρώ. Τα λεφτόδεντρα που έσπειρε ο Μελανσόν κατά την προεκλογική περίοδο δεν έπιασαν τόπο, αν και γύρω από την «Ανυπότακτη Αριστερά» συνασπίσθηκαν τα απομεινάρια των σοσιαλιστών, οικολόγοι και άλλα «κινήματα». Ο Μακρόν, έστω και δύσκολα, αναμένεται να κερδίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις επαναληπτικές κάλπες της Κυριακής και να μπορέσει να προωθήσει το κυβερνητικό του πρόγραμμα. Εάν το καταφέρει, τότε η Γαλλία θα γλιτώσει από τις περιπέτειες του λαϊκισμού και των άκρων.
Η διαφορά μεταξύ 5 και 350 δισεκατομμυρίων
Τα επιτόκια στα ομόλογα της Ελλάδας και της Ιταλίας έχουν πάρει «φωτιά» μετά τις δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ για διακοπή του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης με σκοπό τον περιορισμό της ρευστότητας και κατ’ επέκταση των πληθωριστικών πιέσεων. Το ελληνικό δεκαετές ξεπέρασε το 4,6%, ενώ ο αντίστοιχος ιταλικός τίτλος έσπασε το φράγμα του 4,1%, αποτυπώνοντας τις πιέσεις των αγορών. Το πρόβλημα είναι σημαντικό όχι τόσο για το κόστος αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους όσο για το περιβάλλον που δημιουργείται στην οικονομία, καθώς η άνοδος των επιτοκίων φρενάρει επενδύσεις και τρώει την ανάπτυξη.
Το δανειακό πρόγραμμα της Ελλάδας φέτος προβλέπει νέα δάνεια ύψους 11 δισεκατομμυρίων, από τα οποία ήδη έχουμε αντλήσει τα 5,5 δισ., ενώ υπάρχει και «μαξιλάρι» 39 δισεκατομμυρίων ευρώ. Επομένως, ο ΟΔΔΗΧ μπορεί να προχωρήσει το πρόγραμμα δανεισμού χωρίς βιασύνες. Αντιθέτως, η Ιταλία, σύμφωνα με το euro2day.gr, πρέπει φέτος να αναχρηματοδοτήσει ένα θηριώδες χρέος 350 δισεκατομμυρίων, ενώ το μαξιλάρι ρευστότητας δεν ξεπερνά τα 60 δισ. Για αυτό ο Ντράγκι θα πιέσει τη διάδοχό του στην ηγεσία της ΕΚΤ, Κρ. Λαγκάρντ, να κάνει «ό,τι χρειαστεί» για να περιορίσει τις πιέσεις των αγορών στα ομόλογα.