Γράφει ο πρώην βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης της Ένωσης Κεντρώων και αγρονόμος τοπογράφος, Ιωάννης Σαρίδης
Τη διπλωματία την αντιλαμβάνομαι πρωτίστως ως μια συζήτηση μεταξύ διαφωνούντων, ως ένα διάλογο υποχρεωτικού χαρακτήρα. Καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι και μιλάμε πολιτισμένα, γνωρίζοντας ότι αν δεν τα βρούμε, θα πεθάνει κόσμος. Συνεπώς, το πόσο νοιάζεται η κάθε πλευρά για τους νεκρούς της παίζει κρίσιμο ρόλο στο πως θα εξελιχθεί μια τέτοια συζήτηση.
Κάθε κυβέρνηση, πριν κάτσει στο τραπέζι των διεθνών διαπραγματεύσεων έχει ζυγίσει πρώτα τους λόγους για τους οποίους θα θεωρούσε αποδεκτό ένα αποτέλεσμα που θα οδηγούσε σε πόλεμο και άρα στο θάνατο πολιτών της. Κάθε κυβέρνηση έχει κάποια όρια προάσπισης των εθνικών συμφερόντων, τα οποία αν ξεπεραστούν, υποχρεούται να διαχειριστεί εμπόλεμη κατάσταση και κατά συνέπεια τον θάνατο των πολιτών της.
Στην Ελλάδα αυτά τα όρια έχουν τεθεί στη συνείδηση των Ελλήνων από την ίδια την Ιστορία. Το όριο του Έλληνα είναι απλό: καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή. Στην χώρα μας το μόνο πράγμα που αξίζει να θυσιάσεις τη ζωή σου για να το αποκτήσεις, είναι η ελευθερία. Ούτε τα εδάφη, ούτε τα πλούτη, ούτε τα κάθε είδους συμφέροντα τρίτων. Όσο δεν απειλείται η ελευθερία μας, οι Έλληνες δεν έχουμε καμία όρεξη να σηκώσουμε τα όπλα. Για αυτό άλλωστε το λόγο στο προοίμιο του ελληνικού
Συντάγματος βρίσκεται η σαφέστατη δήλωση πως: «η H Ελλάδα, ακολουθώντας τους γενικά αναγνωρισμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου, επιδιώκει την εμπέδωση της ειρήνης, της δικαιοσύνης, καθώς και την ανάπτυξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ των λαών και των κρατών.» (άρθρο 2 §2 Σ).
Υπάρχει όμως και η άλλη διπλωματία. Εκείνη που πραγματώνεται ανάμεσα σε πλευρές που δεν έχουν τίποτα να… χωρίσουν αλλά απλά επιδιώκουν την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πολιτών τους. Είναι η διπλωματία με τους τρίτους, με εκείνους που δεν έχεις σύνορα.
Αυτοί χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: στους πιο ισχυρούς από σένα και στους πιο αδύναμους από εσένα. Με τους πρώτους συνήθως κάθεσαι και ακούς. Με τους δεύτερους μιλάς. Και δεν έχεις πρόβλημα με κανέναν για όσο δεν παραβιάζονται τα όρια σου. Εν προκειμένω, σε εμάς εδώ στην Ελλάδα, για όσο δεν παραβιάζεται η ελευθερία μας.
Το αποδείξαμε αυτό με το σκοπιανό. Ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων ήταν και παραμένει εναντίον της συμφωνίας, κανείς λογικός άνθρωπος δεν μίλησε ποτέ για πόλεμο.
Όσο και αν μας ενοχλούσαν -τόσο η ίδια η «λύση», όσο και ο τρόπος που αυτή μας επιβλήθηκε- κανείς ποτέ (για δεκαετίες ολόκληρες από την γέννηση του προβλήματος) δεν σκέφτηκε να επιχειρηματολογήσει πως πρέπει οι Έλληνες να πάμε σε πόλεμο για μια λέξη και ας είναι σημαντική αυτή για εμάς. Με μια λέξη τους προσφέραμε το λόγο ύπαρξης τους.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Άστους να χτίζουν στην άμμο…
Με λίγα λόγια οι Έλληνες θέλουμε την ειρήνη. Και αυτό το ξέρουν όλοι όσοι κάθονται στα μεγάλα τραπέζια διοίκησης του κόσμου. Ξέρουν όμως επίσης ότι οι Έλληνες αγαπούν την ελευθερία τους και πως -ιστορικά- όποτε πιάνουν όπλα για να υπερασπιστούν τα πάτρια εδάφη κάτι ξυπνάει μέσα τους και ξεκινάνε να… γράφουν έπη! Για αυτό έχει τεράστια σημασία, όταν μιλάς με τους Έλληνες, να γνωρίζεις την Ιστορία τους.
Πόλεμος και Διπλωματία έχουν ωστόσο ένα κοινό: δεν χωρούν μέσα τους συναισθηματισμοί. Κανείς δεν πρόκειται να νοιαστεί για το πως θα νιώσουν οι Έλληνες για την επικείμενη -κατά την προσωπική, πολιτική μου εκτίμηση- διχοτόμηση της Κύπρου. Όπως κανείς δε νοιάστηκε για το πως θα χωνέψουμε το σκοπιανό. Το μόνο που τους απασχολεί και το έχουν ήδη μελετήσει καλά, είναι το τί μπορούν να κάνουν οι διαφωνούντες Έλληνες και όχι το πως θα νιώσουν. Στην γλώσσα της διπλωματίας αυτό λέγεται «Ε και;».
«Ε και; Και άμα διαφωνείς και άμα δεν σ’ αρέσει μας είναι αδιάφορο… Τί θα κάνεις; Τί μπορείς να κάνεις;» Αυτά μας είπαν για το σκοπιανό, αυτά ακούμε ήδη για το κυπριακό και πολύ σύντομα θα τα ακούσουμε σύντομα -κατά την προσωπική μου εκτίμηση- και για το Αιγαίο.
Αυτός θα μπορούσε να είναι ο τίτλος του αμερικανικού non paper με το οποίο ενημερωθήκαμε ως Έλληνες, πως η νέα αμερικανική κυβέρνηση ανατρέπει την εξωτερική πολιτική των προηγούμενων αμερικανικών κυβερνήσεων και αποσύρει την πολιτική της στήριξη (οικονομική συμμετοχή ούτως ή άλλως δεν είχαν) στην κατασκευή του αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου East Med, ο οποίος εκκινώντας από το Ισραήλ θα κατέληγε στην Ελλάδα μέσω Κύπρου.
Ο λόγος που οι αμερικάνοι γύρισαν το τραπέζι ανάποδα είναι γιατί δεν καθόταν σε αυτό και η Τουρκία. Οι αμερικάνοι είχαν ήδη εδώ και καιρό καταλήξει στο συμπέρασμα πως η Τουρκία έχει τελικά μεγαλύτερη γεωπολιτική σημασία και πολλαπλάσια γεωστρατηγική αξία για τα αμερικανικά συμφέροντα, από ότι έχει η Ελλάδα. Και πλέον -από την πρώτη μέρα της προεδρίας Τζο Μπάϊντεν- ξεκίνησαν να ενεργούν στηριζόμενοι σε αυτή τους την διαπίστωση. Και οι πράξεις τους μαρτυρούν πως ο τρόπος για να ικανοποιήσουν την Τουρκία είναι να ζητήσουν από το «δεδομένο, πιστό και πρόθυμο» πολιτικό προσωπικό
Ελλάδας και Κύπρου να βρουν τρόπο να σερβίρουν στον Ελληνισμό την ιδέα της Νοτίου Κύπρου και της συνδιαχείρισης του Αιγαίου.
Για να βοηθήσουν δε τη χώνεψη, φρόντισαν και φροντίζουν, ώστε να μην είναι μόνοι αυτοί που «τερματίζουν τα όνειρα θερινής νυκτός Ελλάδας και Κύπρου». Και αυτό φαίνεται τόσο εξόφθαλμα, όσο μάταια είναι και η προσπάθεια των «αρμοδίων» να το κρύψουν από τους Έλληνες. Μια σειρά από πολιτικές κυβιστήσεις, κομματικά μαχαιρώματα, δηλώσεις- μνημεία στρουθοκαμηλισμού, φιέστες και ψευτοκρίσεις αντιπερισπασμού δημιουργούν τις αναγκαίες και ικανές συνθήκες για τη δημιουργία ενός επικοινωνιακού περιβάλλοντος, εντός του οποίου μεγαλουργούν οι πληρωμένες δημοσιογραφικές πένες.
Πριν δύο χρόνια τρεις πρωθυπουργοί στο Ζάππειο μας εξηγούσαν τη σημασία του αγωγού. Ένας από αυτούς ήταν και ο δικός μας. Πριν λίγες μέρες, ο ίδιος ο πρωθυπουργός, απαντώντας σε ένα (ανεπίσημο) non paper ψέλλισε τη φράση: «δεν είναι σημαντικό».
Πριν από τρεις μήνες, βγήκε το κυπριακό καράβι να κάνει έρευνες, το παρενόχλησαν οι τούρκοι και ο έλληνας Υπουργός Εξωτερικών ξεσήκωσε τον κόσμο. Πριν λίγες μέρες πάλι βγήκε το ίδιο καράβι, πάλι το παρενόχλησαν οι τούρκοι και αυτό γύρισε ήσυχα στο λιμάνι του. Δεν άκουσα κανέναν να διαμαρτύρεται αυτή την φορά. Λίγες μέρες μετά τη δημοσιοποίηση του non paper παραιτήθηκε ο υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου και ο καινούριος ήρθε στην Αθήνα για να μας πει ότι «ο αγωγός πάντοτε αποτελούσε εργαλείο πρόκλησης προβλημάτων.» Και για να μην κουραζόμαστε με αναλύσεις, αυτό που μας είπε δηλαδή ο εν ενεργεία κύπριος υπουργός εξωτερικών είναι πως για τις εντάσεις των τριών τελευταίων ετών με την Τουρκία φταίει η Ελλάδα, η Κύπρος και το Ισραήλ.
Λίγες ώρες μετά την δήλωση του υπουργού του, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας είπε πως αυτά είναι προσωπικές απόψεις του κυρίου Κασουλίδη. Κλαυσίγελος. Γελάνε και οι πέτρες. Κλαίνε και οι ρέγγες. Όλοι γνωρίζουν πως αν υπάρχει μια θέση στο υπουργικό συμβούλιο που ο κάτοχος της υποχρεούται να ξεχάσει τις προσωπικές του απόψεις, αυτή είναι του υπουργού των εξωτερικών. Και ο λόγος είναι απλός: ότι και να πει ένας ΥΠΕΞ δημοσίως θα χρησιμοποιηθεί συστηματικά από την επίσημη παγκόσμια διπλωματία. Στις δηλώσεις των απανταχού υπουργών εξωτερικών δεν χωράνε αστερίσκοι προσωπικών απόψεων. Σαν να λέμε… ό,τι πεις θα χρησιμοποιηθεί εναντίον σου.
Ο υπουργός εξωτερικών της Κύπρου μας κατηγορεί πως εμείς φταίμε για την ένταση στο Αιγαίο. Δεν άκουσα κανέναν να του απαντά.
Αντιθέτως άκουσα πως έχουμε ήδη πληρώσει ως Έλληνες φορολογούμενοι, από τον Σεπτέμβριο μέχρι και σήμερα, 1,3 δις για τις αυξήσεις στο ρεύμα και πως θα συνεχίσουμε να το κάνουμε αυτό για όσο θα διαρκέσει η κρίση. Άκουσα πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει πως αυτή η κρίση θα διαρκέσει τουλάχιστον για τα επόμενα δύο χρόνια και βλέπουμε. Για αυτό -λένε κάποιοι- πως πρέπει να συνηθίσουμε πως από δω και πέρα θα είναι ακριβό το ρεύμα. Αλλά δεν χρειάζεται να στενοχωριόμαστε και πάρα πολύ γιατί η κυβέρνηση θα μας κεράσει καινούργιο ψυγείο… Ένα για το κάθε νοικοκυριό! Ε τί θέλετε να κάνει; Να φτιάξει αγωγό φυσικού αερίου; Μα αυτός είναι ακριβός και κάνει κακό στο περιβάλλον. Άσε που δεν συμφωνεί με τους ευρωπαϊκούς ενεργειακούς στόχους για το 2050.
Τα παραπάνω επιχειρήματα έχουν αρχίσει δειλά – δειλά να κάνουν την εμφάνιση τους. Είναι λέει ακριβό. «Πόσο ακριβό δηλαδή;», ρωτάς. «Δεν ξέρουμε ακόμα γιατί δεν έχει τελειώσει η μελέτη. Την περιμένουμε να βγει σε λίγους μήνες. Αλλά θα είναι πολύ ακριβό.
Σίγουρα πάνω από τις εκτιμήσεις των πέντε έως εφτά δις ευρώ. Αν λοιπόν χαλάμε 2 δις ως Ελλάδα τον χρόνο για να πληρώνουμε μόνο τις αυξήσεις στην ενέργεια και η ενεργειακή κρίση κρατήσει για όσο προβλέπει η Ευρώπη και οι διάφοροι διεθνείς οργανισμοί, τότε θα έχουμε πληρώσει μόνοι μας το κόστος του αγωγού σε δυο τρία χρόνια. Άντε σε πέντε. Ξαναπείτε μου πως είναι ασύμφορο οικονομικά. Και εγώ θα σας ρωτήσω: Για ποιόν;
Σε ότι αφορά στην οικολογική διάσταση του ζητήματος. Υπάρχουν πολλών ειδών οικολογίες. Αυτή για την οποία κόπτεται το non paper και διάφοροι καλοθελητές, δεν έχει καμία σχέση με την όποια δράση για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Είναι η οικολογία «της τσέπης»… Το πρόβλημα τους δεν είναι το πόσο αντιπεριβαλλοντική είναι η ίδια η κατασκευή του αγωγού, ως τεχνικού έργου αλλά το τί θα μεταφέρει ο αγωγός. Δηλαδή επειδή το φυσικό αέριο είναι ορυκτό καύσιμο και έχουμε βάλει παγκόσμιο και ευρωπαϊκό στόχο να μειώσουμε τη χρήση των ορυκτών για την παραγωγή ενέργειας μέχρι το 2050, δεν θα πρέπει να επενδύουμε σε νέες υποδομές που εξυπηρετούν την καύση ορυκτών καυσίμων και μετά θα μας μείνουν άχρηστες.
Μα για αυτό υπάρχει απ’ όσο γνωρίζω πρόβλεψη πως μετά τη λήξη της χρήσης του, ο αγωγός θα μπορεί να χρησιμοποιείται για τη μεταφορά υδρογόνου, το οποίο συγκαταλέγεται στις πρώτες ύλες της περίφημης πράσινης ενέργειας. Για αυτό το λόγο άλλωστε (ότι δηλαδή θα μπορεί το έργο να λειτουργεί εντός των ορίων της νέας ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής στο πλαίσιο των προσπαθειών για την αντιμετώπιση των αιτιών και των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής) αλλά και επειδή ταυτόχρονα το ίδιο έργο θα μειώσει την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης, αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να το εντάξει στα «Ευρωπαϊκά Έργα Κοινής Ωφελείας» και να χρηματοδοτήσει από την τσέπη των ευρωπαίων φορολογουμένων τις απαραίτητες τεχνικές μελέτες. Αυτές που θα μας πουν πόσο κοστίζει το έργο, αν συμφέρει οικονομικά να το φτιάξουμε, αν θα είναι επικίνδυνο για το περιβάλλον ή για τους εργαζόμενους σε αυτό και πολλά άλλα. Αυτές τις μελέτες που δεν έχουν βγει ακόμα…
Μαζεύτηκαν πολλά τα παράλογα εδώ. Δίπλα όμως, στην Τουρκία, δεν έχουν απορίες. Η εξήγηση που δίνουν για όλα αυτά είναι εξαιρετικά απλή: «Η εξωτερική μας πολιτική νίκησε. Δεν θα επιτρέψουμε ποτέ στην Ευρώπη να αποκτήσει πρόσβαση στο φυσικό αέριο της ΝΑ Μεσογείου παρά μόνον δια μέσω της Τουρκίας.»
Τί σημαίνουν όλα αυτά για εμάς; Θα δείξει. Το σίγουρο είναι πως θα αναγκαστούμε να σκεφτούμε πολύ σοβαρά για τα υπόλοιπα εθνικά μας θέματα. Αυτά που δεν έχουν «τακτοποιηθεί» ακόμα… Και δεν είναι νωρίς για να αναρωτηθούμε το ποια θα πρέπει να είναι η στάση μας ως Ελλάδα, όταν μας ζητηθεί να αναγνωρίσουμε τη Βόρεια Κύπρο και να υπογράψουμε τα 6 ν.μ., την αποστρατικοποίηση των νησιών και την συνδιαχείριση του Αιγαίου.
Η νέα αμερικανική εξωτερική πολιτική, όσον αφορά τον Ελληνισμό, είναι απλή και συμπυκνώνεται στην προτροπή, που ήδη μια φορά στην πρόσφατη ιστορία μας (βλέπε σκοπιανό) έχουμε ακούσει ως λαός και έχουμε υπακούσει ως πολιτικό προσωπικό: «Θα κάτσετε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και θα υπογράψετε τη λύση που θα προτείνουμε.»
Και κάπου στο βάθος, ακούγεται η ηχώ των λόγων του Γεώργιου Παπανδρέου προς τον τότε πρόεδρο της Αμερικής… «Αν η Τουρκία ανοίξει την πόρτα του φρενοκομείου είμαστε υποχρεωμένοι να εισέλθωμεν». Τρία χρόνια μετά είχαμε χούντα και δέκα χρόνια μετά χάναμε τη μισή Κύπρο.
Έπεται συνέχεια…