Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Ο Γερμανικός Ιατρικός Σύλλογος ανακοίνωσε ότι πέρυσι ενέγραψε στα μητρώα του 2.365 μέλη και από τις «επτά» χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας (για εμάς παραμένουν έξι, αφού δεν αναγνωρίζουμε το Κοσσυφοπέδιο) χωρίς να συνυπολογίζονται οι αξιοσημείωτες μετεγγραφές από Βουλγαρία-Ρουμανία. «Χάνουμε τους καλύτερους ειδικούς μας», έκρουσε τον κώδωνα ο Ζόραν Σάβιτς, πρόεδρος του συνδικάτου εργαζομένων Υγείας στη Σερβία. «Για να καλύψουν το κενό οι νεαροί ειδικευόμενοι (σ.σ.: αν δεν τους… απαγάγει κι αυτούς ο Σόιμπλε) θα χρειαστούν τουλάχιστον δέκα χρόνια».
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Είναι φως φανάρι ότι η κάλυψη των ιατρικών αναγκών της Γερμανίας και η κατάρρευση των συστημάτων Υγείας των βαλκανικών χωρών (της Ελλάδας, μη εξαιρουμένης) αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία. Δυστυχώς, οι νοσηλευτές και νοσηλεύτριες σε Βοσνία-Σερβία δεν μπορούν να ζήσουν τρώγοντας το… πατριωτικό τους φρόνημα, όταν στις χώρες τους πληρώνονται 250-400 ευρώ το μήνα και στη Γερμανία ξεκινούν από τα 1.500. Γι’ αυτό ανταποκρίνονται μαζικά στην έκκληση που απηύθυνε τον Ιανουάριο η γερμανική κυβέρνηση για ξένους εργαζομένους διάφορων ειδικοτήτων, μεταξύ άλλων 2.000 θέσεις γιατρών και 10.000 νοσηλευτών. Η Μέρκελ και ο Σόιμπλε γνωρίζουν ότι έως το 2021 κάπου 40.000 Γερμανοί γιατροί θα έχουν βγει στη σύνταξη. Τι πιο εύκολο, λοιπόν, από το να πάρουν έτοιμους επιστήμονες άλλων χωρών, οι οποίες πλήρωσαν για τις σπουδές των παιδιών τους για να στερηθούν τελικά τις πολύτιμες υπηρεσίες τους;
«Το κράτος μάς σπρώχνει στην έξοδο. Εδώ δεν υπάρχουν ούτε δουλειές ούτε μέλλον ούτε ασφάλεια». Δεν το είπε στο Reuters κάποιος Ελληνας, αλλά η 25χρονη φυσικοθεραπεύτρια Νέιρα Ισαρέτοβιτς από το Σεράγεβο, που κάνει εντατικά μαθήματα γερμανικών.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου