Γράφει ο Γιώργος Κύρτσος*
Η υπερψήφιση της συμφωνίας ήταν η θετική κατάληξη μιας διαπραγμάτευσης που κράτησε επτά χρόνια και ο πρωθυπουργός του Καναδά, κ. Τριντό, επισκέφθηκε την επόμενη μέρα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και απευθύνθηκε στους ευρωβουλευτές για να αναδείξει τον πολιτικό συμβολισμό της έγκρισης της συμφωνίας CETA.
Οχι στον προστατευτισμό
Η Ε.Ε. και ο Καναδάς αντιδρούν στην πολιτική του νέου προέδρου των ΗΠΑ, κ. Τραμπ, η οποία έχει έντονα χαρακτηριστικά προστατευτισμού. Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ απέσυρε ήδη τη χώρα του από τη συμφωνία με τις χώρες του Ειρηνικού, την οποία είχε προετοιμάσει ο πρόεδρος Ομπάμα, έχει στραφεί κατά του Μεξικού με έναν τρόπο που θέτει σε αμφισβήτηση τη βορειοαμερικανική ζώνη ελεύθερου εμπορίου (NAFTA) και πρόκειται να «παγώσει» τη συμφωνία οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας ΗΠΑ και Ε.Ε.
Είμαστε υποχρεωμένοι να επιλέξουμε μεταξύ της προώθησης της ελευθερίας του εμπορίου και της οικονομικής συνεργασίας για να διευκολυνθούν η οικονομική ανάπτυξη και η αύξηση της απασχόλησης και του επιλεκτικού προστατευτισμού που εφαρμόζει ο κ. Τραμπ, ο οποίος μπορεί να εκφυλιστεί σε μια γενικευμένη οικονομική και εμπορική σύγκρουση που θα έχει μόνο χαμένους.
Οι κεντροδεξιές και κεντροαριστερές πολιτικές δυνάμεις στήριξαν με την ψήφο τους τη συμφωνία CETA στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενώ δημιουργήθηκε ένα ανομοιογενές μέτωπο απόρριψης που συμπεριελάμβανε την άκρα Δεξιά, τη ριζοσπαστική Αριστερά και τους κομμουνιστές. Λεπέν, Φάρατζ, Παπαδημούλης, βουλευτές της Χρυσής Αυγής και του ΚΚΕ ένωσαν τις δυνάμεις τους για να εναντιωθούν στη συμφωνία CETA με μια εσωστρεφή και ξενόφοβη πολιτική λογική.
Τα οφέλη για την Ελλάδα
Η έγκριση της συμφωνίας CETA αναμένεται να έχει σημαντικά οφέλη για την ελληνική οικονομία.
Πρώτον, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την αύξηση των ελληνικών εξαγωγών. Το διμερές εμπόριο είναι της τάξης των 250 – 300 εκατ. ευρώ το χρόνο και μπορεί να κινηθεί σε πολύ υψηλότερα επίπεδα.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Ωφελημένες από τη συμφωνία είναι, κυρίως, οι ελληνικές εξαγωγές προϊόντων χημικής βιομηχανίας, εργαλείων και εργαλειομηχανών, αγροτικών προϊόντων και τροφίμων. Απαλλάσσονται από δασμούς της τάξης του 8% – 10%.
Δεύτερον, δημιουργούνται θετικές προϋποθέσεις ειδικά για την αύξηση των ελληνικών εξαγωγών αγροτικών προϊόντων και τροφίμων. Οι ελιές, τα ροδάκινα – φρέσκα ή σε κονσέρβα- απαλλάσσονται από τους δασμούς, ενώ τα ελληνικά τυριά μπορούν να αξιοποιήσουν τον επταπλασιασμό της ετήσιας ποσόστωσης από κάτι παραπάνω από 2000 τόνους σε 16.000 τόνους στη διάρκεια μιας πενταετίας.
Αυτό σημαίνει ότι ελληνικά τυριά που εξασφάλισαν την αναγνώριση της γεωγραφικής ένδειξης, με βάση τη συμφωνία, όπως η γραβιέρα Νάξου, η γραβιέρα Κρήτης, το μανούρι και η φέτα, μπορεί να έχουν μεγαλύτερη διείσδυση στην αγορά του Καναδά ανταγωνιζόμενα, βέβαια, άλλα γνωστά τυριά με γεωγραφική ένδειξη, όπως η γκοργκοντζόλα και το μούνστερ.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η αύξηση των ελληνικών εξαγωγών στον Καναδά και γενικότερα είναι αναγκαία προϋπόθεση για να βγούμε από το Μνημόνιο και να περιορίσουμε την πτώση στο ΑΕΠ και τα εξαιρετικά υψηλά ποσοστά ανεργίας. Οι ειδικοί αναλυτές των διεθνών οργανισμών υπογραμμίζουν σε κάθε ευκαιρία ότι ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η Ελλάδα εγκλωβίστηκε στο Μνημόνιο και κατάντησε η μοναδική μνημονιακή χώρα της ευρωζώνης είναι η αδυναμία μας να επιτύχουμε σταθερή και δυναμική αύξηση των εξαγωγών για να χρηματοδοτήσουμε μέσα από αυτές τη διαχείριση του χρέους του Δημοσίου χωρίς συρρίκνωση του ΑΕΠ και αύξηση της ανεργίας.
Υπάρχουν κι άλλα σημαντικά οφέλη από τη συμφωνία CETA, όπως το άνοιγμα της αγοράς κρατικών προμηθειών του Καναδά σε ελληνικές και ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και η διευκόλυνση των Καναδών επενδυτών που δείχνουν προτίμηση στην Ελλάδα, όπως το κάνουν ήδη στο διεθνές αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» και στα μεταλλεία της Χαλκιδικής.
Ελληνες και Ελληνισμός
Οι εξαγωγές φέτας στον Καναδά είναι ένα μικρό υποσύνολο της συμφωνίας CETA, το οποίο προωθεί τα καλώς εννοούμενα συμφέροντα των παραγωγών μας.
Για πρώτη φορά η φέτα αναδεικνύεται σε προϊόν με γεωγραφική ένδειξη σε ό,τι αφορά την αγορά του Καναδά και αυξάνονται οι ποσοστώσεις επιτρέποντας την εξαγωγή μεγαλύτερων ποσοτήτων φέτας στην αγορά του Καναδά. Μεγάλη βιομηχανία που ειδικεύεται σε προϊόντα τυροκομίας μού έστειλε επιστολή με την οποία επισημαίνει πόσο χρήσιμη είναι για την εξαγωγική της προσπάθεια η αύξηση της ποσόστωσης για τις εισαγωγές τυριών από διάφορες χώρες στον Καναδά.
Με βάση τη συμφωνία CETA διατηρούν το δικαίωμα παραγωγής φέτας στον Καναδά όσοι είχαν αναπτύξει σχετική δραστηριότητα μέχρι το 2013. Πρόκειται για Καναδούς ελληνικής καταγωγής οι οποίοι παράγουν φέτα στον Καναδά εδώ και δεκαετίες και φυσικά τη διαθέτουν με την ονομασία φέτα. Οι Ελληνες και οι Καναδοί, σχεδόν στο σύνολό τους ελληνικής καταγωγής, παραγωγοί θα διαθέτουν το προϊόν τους στην αγορά του Καναδά με την ονομασία φέτα, ενώ όσοι προωθούν στη συγκεκριμένη αγορά τυριά με ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά με τη φέτα θα είναι υποχρεωμένοι να τα εμφανίζουν «τύπου φέτας» ή «στιλ φέτας», όχι όμως σαν φέτα.
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι επιτυγχάνεται μεγαλύτερη κατοχύρωση και καλύτερη προώθηση της ελληνικής φέτας, σε σχέση με όσα ίσχυαν πριν από τη συμφωνία CETA αλλά δεν φτάνουμε στην απόλυτη κατοχύρωση της ελληνικής φέτας εφόσον διατηρούν το δικαίωμα παραγωγής ειδικά για την αγορά του Καναδά οι ελληνικής καταγωγής παραγωγοί της συγκεκριμένης χώρας.
Η κυβέρνηση Τσίπρα, η οποία είχε την τελική ευθύνη της διαπραγμάτευσης σε σχέση και με τις πρωτοβουλίες που πήρε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την επεξεργασία της συμφωνίας CETA, έχει δηλώσει στις κυβερνήσεις των άλλων κρατών της Ε.Ε. ότι τάσσεται υπέρ της έγκρισης της συμφωνίας από το Ευρωπαϊκό και τα εθνικά Κοινοβούλια και αυτό το μήνυμα πέρασε και ο αρμόδιος υπουργός κ. Κατρούγκαλος στην τελευταία συνάντηση που είχε με Ελληνες ευρωβουλευτές, στη Μόνιμη Αντιπροσωπία της Ελλάδας στην Ε.Ε., στις Βρυξέλλες. Αυτό, βέβαια, δεν εμπόδισε τους ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να μετατραπούν σε ουρά της ευρωπαϊκής άκρας Δεξιάς και να καταψηφίσουν τη συμφωνία CETA στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Αστοχη διαμαρτυρία
Από τη στιγμή που ψήφισα τη συμφωνία CETA στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βρίσκομαι αντιμέτωπος με πολιτικά ιδιοτελείς και κατά την άποψή μου άστοχες διαμαρτυρίες.
Πρώτον, δέχομαι αρνητικά έως υβριστικά σχόλια στο Διαδίκτυο από αυτούς που κινούνται με βάση τη λεγόμενη μετααλήθεια. Στηρίζουν τα επιχειρήματά τους στις πολιτικές επιδιώξεις τους και αγνοούν προκλητικά την πραγματικότητα εφόσον δεν τους εξυπηρετεί.
Δεύτερον, ενώσεις παραγωγών μπερδεύουν τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν όπως είναι το υψηλό κόστος παραγωγής και η κακομεταχείρισή τους από το κύκλωμα εμπορίας με τον ανύπαρκτο αποκλεισμό της ελληνικής φέτας από την αγορά του Καναδά μέσω της συμφωνίας CETA. Η φέτα αποκτά νέες δυνατότητες διείσδυσης στην αγορά του Καναδά κι έχω ζητήσει απ’ όλους τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς να έρθουν σε επαφή μαζί μου για να τους υποδείξω με ποιους Ελληνες, Ευρωπαίους και Καναδούς αρμόδιους πρέπει να συνεννοηθούν για να ενισχύσουν την παρουσία τους στην αγορά του Καναδά.
Τρίτον, προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι ορισμένοι ανεβάζουν τους τόνους για το θέμα της φέτας -η οποία επαναλαμβάνω εξασφαλίζει καλύτερη μεταχείριση στην αγορά του Καναδά μέσω της συμφωνίας CETA- σε μια περίοδο κατά την οποία η κυβέρνηση Τσίπρα εξαπολύει μετωπική επίθεση κατά του λαϊκού εισοδήματος με τη μείωση του αφορολόγητου ορίου και τη μείωση των παλαιών κύριων συντάξεων.