Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Ο Χρήστος Σταϊκούρας τα έχει καταφέρει παραπάνω από εξαιρετικά, αφού, μετά από 12 μήνες πρωτόγνωρης τριπλής κρίσης, έχει διατηρήσει το μαξιλάρι ασφαλείας πάνω από τα 34 δισεκατομμύρια ευρώ, αποσπώντας τα ηχηρά εύσημα του προέδρου του Eurogroup, Πασκάλ Ντόνοχιου. Ταυτόχρονα έχει εξασφαλίσει ότι φέτος θα διατεθούν πόροι που ξεπερνούν τα 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ για την υποστήριξη της πραγματικής οικονομίας και πολύ πιθανόν να δοθούν και άλλα. Ομως όσο καλά και αν κάνει εκείνος τους λογαριασμούς του, πρέπει πάντα να υπολογίζει και τον ξενοδόχο, δηλαδή την πανδημία. Πόσο θα διαρκέσει ακόμα, πώς θα τρέξει ο ρυθμός των εμβολιασμών, πόσο πιέζονται τα νοσοκομεία. Το αξίωμα ορίζει ότι όσο η οικονομική λειτουργία ανοίγει τόσο πιέζεται το σύστημα Υγείας. Αν ανοίξει πλήρως το ένα, θα καταρρεύσει το άλλο. Και το ανάποδο ασφαλώς.
Το πρόβλημα είναι παγκόσμιο. Εκτιμάται ότι κάθε εβδομάδα που καθυστερούν οι εμβολιασμοί και διατηρούνται τα περιοριστικά μέτρα αυτό κοστίζει 12 δισεκατομμύρια στην Ε.Ε. Αν το διάστημα της καθυστέρησης φθάσει τους δύο μήνες -το πιθανότερο-, το ποσό μπορεί να φθάσει στα 100 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση. Ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών πρόσφατα μιλώντας εξήγησε πως μόνο το κόστος των τελευταίων αποφάσεων που έλαβε η κυβέρνηση για τα περιοριστικά μέτρα στην οικονομία ανέρχεται σε 500 εκατομμύρια ευρώ σε μηνιαία βάση. Εδώ είναι το σημείο που ακούγεται η ατάκα «είναι πολλά τα λεφτά, Αρη». Ομως χωρίς τα κονδύλια αυτά οι απώλειες θα ήταν πολύ μεγαλύτερες για την κοινωνία. Πρωτίστως σε ανθρώπινες ζωές που είναι ανεκτίμητες και δευτερευόντως επειδή η ζημιά θα επέστρεφε και πάλι στην οικονομία. Αρκεί να σκεφτεί κάποιος πόσο θα κόστιζε στο κράτος βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα αν έχανε τον έλεγχο της πανδημίας και αυξάνονταν δραματικά νοσηλείες και εισαγωγές σε ΜΕΘ.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο 21 Φόρουμ για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές της Υγείας (Ιούνιος 2020), πέρα από το κόστος των επιβεβαιωμένων περιστατικών COVID-19 που υπολογίζεται στα 12,1 εκατ. ευρώ μέχρι τα μέσα Απριλίου 2020, το κράτος ξόδεψε επιπλέον περίπου 320 εκατομμύρια ευρώ για βασικές ανάγκες (ενίσχυση νοσοκομείων, μισθών, προμήθεια μέσων ατομικής προστασίας, εξοπλισμούς ΜΕΘ κ.ά.). Στο ποσό αυτό δεν υπολογίζονται άλλα υψηλά κόστη, όπως αυτά της καθυστερημένης φροντίδας, της άτυπης φροντίδας, οι ψυχολογικές επιδράσεις της νόσου, η πολυήμερη απουσία του νοσούντος από την εργασία, η μείωση της παραγωγικότητας κ.ο.κ. Οσο για το τι κερδίζει η χώρα μας, διατηρώντας χαμηλά την υγειονομική πίεση, είναι χαρακτηριστικό ότι τον Απρίλιο του ’20 η Ελλάδα είχε υποδεκαπλάσια περιστατικά (319,1 περιστατικά ανά εκατομμύριο) σε σύγκριση με την Ευρώπη (όπου ο μέσος όρος ανά εκατομμύριο ήταν 3.465,3 περιστατικά) εξοικονομώντας περίπου 120 εκατομμύρια ευρώ.
Με έναν περίεργο τρόπο, η επιστροφή του Μάριο Ντράγκι στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή συμπίπτει με την αναγκαιότητα επιστροφής και της περίφημης φράσης του. What ever it takes. Ο,τι χρειαστεί για να διατηρηθεί η ισορροπία μεταξύ δημόσιας Υγείας και της υγείας της δημόσιας οικονομίας.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr