Γράφει ο Νικόλαος Φαραντούρης*
Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά και η μετάβαση στην νέα εποχή απαιτούν εξειδικευμένη γνώση και ενδελεχή μελέτη των δεδομένων για να αποφασιστεί η κατεύθυνση της ακολουθητέας πολιτικής και να σταθμιστούν οι επιπτώσεις της.
Προς ολίγου καιρού η Επιτροπή Ενέργειας της Ακαδημίας Αθηνών δημοσίευε τις προτάσεις τις προς την Πολιτεία στην προσπάθειά της να συμβάλει σε έναν εποικοδομητικό και επιστημονικά τεκμηριωμένο διάλογο σχετικά με τις εφικτές και ενδεικνυόμενες δράσεις και τις πιθανές επιπτώσεις τους στην μετρά-λιγνίτη εποχή. Η παράθεσή τους αποσκοπεί στο να τεθούν υπόψη των πολιτικών και επιχειρηματικών παραγόντων της χώρας (και της αρμόδιας κυβερνητικής επιτροπής πού έχει επιληφθεί του θέματος) ορισμένες προτάσεις που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην διατήρηση της απασχόλησης.
Σύμφωνα με τις αποφάσεις της ελληνικής κυβέρνησης που δημοσιεύθηκαν τον Νοέμβριο 2019 με το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), στο τέλος του 2023 θα αποσυρθεί η ολότητα (εκτός μιας) των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και θα κλείσουν τα ορυχεία λιγνίτη στις περιοχές Δυτικής Μακεδονίας και Πελοποννήσου. Στις μονάδες που θα κλείσουν περιλαμβάνονται και οι σχετικά πρόσφατες μονάδες Μελίτη 1 (330 ΜW) η οποία τέθηκε σε λειτουργία το 2002 και Άγιος Δημήτριος 5 (366 MW) η οποία τέθηκε σε λειτουργία το 1997, των οποίων η διακοπή με τεχνικο-οικονομικά κριτήρια θεωρείται πρόωρη. Μοναδική εξαίρεση είναι η νέα μονάδα Πτολεμαΐδα 5, ισχύος 660 ΜW, η οποία προβλέπεται να τεθεί σε εμπορική λειτουργία το 2021. Η μονάδα αυτή προβλέπεται να λειτουργήσει μέχρι το 2028 με λιγνίτη ή/και με μείγμα καυσίμων.
Σημειωτέον ότι στη Γερμανία προβλέπεται να παύσουν να λειτουργούν οι λιγνιτικοί Ατμοηλεκτρικοί Σταθμοί (ΑΗΣ) το 2038, στη Τσεχία το 2040 και στην Πολωνία το 2050.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη της Επιτροπής, η απόσυρση των λιγνιτικών ΑΗΣ θα επιφέρει αλλαγές και στην τηλεθέρμανση των γειτονικών Δήμων δεδομένου ότι αυτή παρέχεται δωρεάν από τη λειτουργία των μονάδων. Στη Δυτική Μακεδονία η τηλεθέρμανση που παρέχεται σήμερα από τη ΔΕΗ στο Αμύνταιο, Πτολεμαΐδα και Κοζάνη θα μπορέσει να συνεχίσει να παρέχεται από τον νέο ΑΗΣ Πτολεμαΐδα 5. Παράλληλα, ο Δήμος Αμυνταίου κατασκευάζει νέα μονάδα τηλεθέρμανσης με καύσιμο λιγνίτη και βιομάζα. Γενικότερα, σημειώνεται εδώ ότι η ενεργειακή αξιοποίηση της βιομάζας (όπως και του υπολείμματος από την επεξεργασία των στερεών αποβλήτων) θα προσφέρει μια αξιόπιστη λύση για την κάλυψη των αναγκών θέρμανσης των περιοχών της Δυτικής Μακεδονίας και της Πελοποννήσου που ήταν εξηρτημένες από τα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής. Το ίδιο σημαντική θα είναι και η εισαγωγή της χρήσης του φυσικού αερίου στις μονάδες τηλεθέρμανσης.
Όπως σημειώνει η Επιτροπή Ενέργειας της Ακαδημίας, τα ορυχεία λιγνίτη των οποίων θα παύσει η λειτουργία θα αφήνουν «ανεκμετάλλευτα» τα τεράστια λιγνιτικά αποθέματα που θα παραμείνουν στο υπέδαφός τους. Εκτιμάται ότι μετά το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, το 2024, στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, και πιο συγκεκριμένα στις περιοχές Πτολεμαΐδας, Αμυνταίου και Φλώρινας, θα μείνουν στο έδαφος συνολικά 775 εκατομμύρια τόνοι λιγνίτη (190 εκ. στο Νότιο Πεδίο, 250 εκ. στην Καρδιά, 50 εκ. στη Μαυροπηγή, 40 εκ. στο Αμύνταιο, 150 εκ. στη Βεύη, 40 εκ. στους Λόφους Μελίτης, 40 εκ. στο Κλειδί, και 15 εκ. στην Αχλάδα). Εξ αυτών περίπου 30-35 εκατομμύρια τόνοι θα καταναλωθούν κατά την περίοδο 2024-2028 από τον ΑΗΣ Πτολεμαΐδα 5. Ταυτόχρονα «απελευθερώνονται» οι εκτάσεις των σημερινών ορυγμάτων των ορυχείων λιγνίτη.
Οι εκτάσεις αυτές αποτελούνται από περίπου 200.000 στρέμματα τα οποία έχουν απαλλοτριωθεί με δαπάνες της ΔΕΗ και υπέρ αυτής, και 12.000 στρέμματα τα οποία έχουν απαλλοτριωθεί με δαπάνες της ΔΕΗ και υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Τόσο τα υπόγεια αποθέματα λιγνίτη όσο και οι επιφανειακές εκτάσεις των σημερινών ορυχείων θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν ώστε να προσφέρουν στο μελλοντικό ΑΕΠ της περιοχής τους και για την αξιοποίησή τους αυτή γίνονται προτάσεις στα επόμενα.
Με βάση τα παραπάνω και με δεδομένα τα πολύ σφιχτά χρονικά περιθώρια που τέθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση για την απολιγνιτοποίηση, προκύπτει άμεση η ανάγκη μελέτης και λήψης αποφάσεων σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για μια επιτυχημένη διαδικασία απολιγνιτοποίησης χωρίς οικονομικές επιπτώσεις στην τοπική οικονομία και κοινωνία αλλά και με πλήρη αξιοποίηση των φυσικών πόρων της χώρας με τα νέα δεδομένα.
H Οξφόρδη και το σύνδρομο της Κίνας
Συγκεκριμένα, η Επιτροπή Ενέργειας της Ακαδημίας, αφού αποτίμησε τη σημερινή κατάσταση υπό το φως των νέων δεδομένων, έκανε τις ακόλουθες προτάσεις και ανέδειξε δυνατότητες εναλλακτικών δραστηριοτήτων στις περιοχές των σημερινών λιγνιτικών σταθμών, οι οποίες εντάσσονται στις εξής δύο κατηγορίες:
1. Ανάπτυξη νέων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στους χώρους των ορυχείων λιγνίτη.
2. Αξιοποίηση των λιγνιτικών κοιτασμάτων για άλλες «εξω-ηλεκτρικές» χρήσεις, δηλαδή εκτός της καύσης για παραγωγή ηλεκτρισμού.
Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται:
(α) Φωτοβολταϊκά και αιολικά πάρκα στα εξαντλημένα ορυχεία, (β) αποθήκευση ενέργειας με μορφή αντλησιοταμίευσης και (γ) αξιοποίηση υπολειμματικής βιομάζας.
Στην δεύτερη κατηγορία εντάσσονται:
(α) Αεριοποίηση του λιγνίτη για παραγωγή πολυμερών και συνθετικών καυσίμων,
(β) εξαγωγή Σπανίων Γαιών από τον λιγνίτη,
(γ) χρήση λιγνίτη για φίλτρα καθαρισμού και παραγωγή ενεργού άνθρακα,
(δ) παραγωγή προϊόντων με βάση τα ανθρακονήματα από λιγνίτη,
(ε) παραγωγή οργανοχουμικών λιπασμάτων και εδαφοβελτιωτικών από λιγνίτη, και
(στ) ανάπτυξη ενεργειακών καυσίμων.
Η αξιολόγηση των στοιχείων και προτάσεων της Επιτροπής γίνεται με βάση κριτήρια προσανατολισμένα στις ανάγκες της «αγοράς» δηλαδή την προσέλκυση επενδύσεων για υλοποίηση των αναγκαίων έργων:
1. Ωριμότητα της σχετικής τεχνολογίας ως προς την έξοδο στις αγορές δηλαδή να έχει περάσει τα στάδια της έρευνας – πιλοτικής εφαρμογής – απόδειξης της σκοπιμότητας,
2. Θέσεις εργασίας που αναμένεται να δημιουργηθούν,
3. Εκτίμηση του αν υπάρχει έτοιμη αγορά για την παραγωγή προϊόντος,
4. Δυνατότητα για προσέλκυση επενδύσεων, και
5. Δυνατότητα για εξαγωγές.
Εν κατακλείδι: Η Πολιτεία έχει στη διάθεσή της μία δραστήρια επιστημονική κοινότητα, εξωστρεφή ακαδημαϊκά ιδρύματα και την Ακαδημία Αθηνών αρωγό της. Ας εκμεταλλευτεί την παρουσία τους και τις προτάσεις τους στον σχεδιασμό της.
*Ο Νικόλαος Φαραντούρης είναι Καθηγητής της Ευρωπαϊκής Έδρας Jean Monnet στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς Μέλος της Επιτροπής Ενέργειας της Ακαδημίας Αθηνών
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr