Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ άσκησε ασφαλιστική πολιτική η οποία λειτουργούσε σε βάρος του κόσμου της εργασίας και της βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Οι ασφαλιστικές εισφορές συνδέθηκαν με το φορολογητέο εισόδημα με αποτέλεσμα οι ελεύθεροι επαγγελματίες να βρεθούν αντιμέτωποι με επιβαρύνσεις που κάλυπταν έως και το 75% των εσόδων τους. Για το λόγο αυτό χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι αναγκάσθηκαν να κλείσουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα ή ακόμη χειρότερα να προσχωρήσουν στη «μαύρη εργασία».
Με το νομοσχέδιο Βρούτση η κατάσταση αυτή αλλάζει ριζικά. Οι επαγγελματίες είναι ελεύθεροι να διαλέξουν την ασφαλιστική κλάση που μπορούν να αντέξουν οικονομικά ενώ αποδεσμεύονται οι εισφορές από τη φορολογία. Παράλληλα, μισθωτοί με μπλοκάκι παύουν να «διπλοπληρώνουν» εισφορές όπως προέβλεπε ο νόμος Κατρούγκαλου και έτσι μπορούν να ασκήσουν παράλληλα τη δραστηριότητά τους χωρίς υπέρογκες επιβαρύνσεις.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Το βασικό στοίχημα για την κυβέρνηση είναι να πείσει τους νεότερους ασφαλισμένους πώς με τις εισφορές που θα καταβάλουν θα λάβουν στο μέλλον αξιοπρεπείς συντάξεις. Το προηγούμενο καθεστώς λειτουργούσε ισοπεδωτικά για όσους είχαν πολλά έτη ασφάλισης, με το νέο νομοσχέδιο όποιος έχει ένσημα πάνω από 30 χρόνια θα λαμβάνει αυξημένη σύνταξη.
Επιπλέον, οι επαγγελματίες αλλά και οι αγρότες έχουν σημαντικά οφέλη από την αλλαγή της φορολογικής κλίμακας και έτσι μπορούν να επιλέξουν καλύτερη ασφαλιστική κλάση για υψηλότερες αποδοχές.
Συνολικά, το νέο νομοσχέδιο έχει θετικό πρόσημο για την αγορά απασχόλησης. Ενθαρρύνει την ασφάλιση, πριμοδοτεί την εργασία πέραν των 30 ετών ασφάλισης και αφήνει βαθμούς ελευθερίας στους επαγγελματίες ώστε να πληρώνουν με βάση τις οικονομικές τους αντοχές. Η κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις για τη δημιουργία θέσεων εργασίας γιατί μόνο η αυξημένη ζήτηση εργασίας θα θωρακίσει το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.
Από την έντυπη έκδοση