Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Σύμφωνα με τη λογική της αντιπολίτευσης εάν ο Τσίπρας βρισκόταν στη θέση του πρωθυπουργού θα διέκοπτε τον Τραμπ όταν θα αναφερόταν στον Σουλεϊμανί και θα έλεγε ότι τώρα πρέπει να μιλήσουν μόνο για τα ελληνοτουρκικά, δεν θα επέτρεπε να μπει άλλο θέμα στην ατζέντα. Εάν μάλιστα ο πρόεδρος των ΗΠΑ έφερνε αντιρρήσεις θα αποχωρούσε σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
Για την ιστορία να θυμίσουμε ότι οι περισσότερες ερωτήσεις των Αμερικανών δημοσιογράφων στην προγραμματισμένη συνέντευξη Τραμπ-Τσίπρα το 2017 ήταν για το εάν θα διέκοπτε το πρόγραμμα ασφάλισης Obamacare και για το ποιον θα τοποθετούσε στη θέση του επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας. Τότε ο κ. Τσίπρας δεν είχε αποχωρήσει σε ένδειξη διαμαρτυρίας αλλά επαινούσε τον Τραμπ γιατί, αν και διαβολικός, έπραττε το καλό.
Η μικρότητα με την οποία η Κουμουνδούρου αντιμετώπισε την επίσκεψη Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον είναι και ένας δείκτης μέτρησης της επιτυχίας της συνάντησης. Ο πρωθυπουργός στα στενά χρονικά περιθώρια που είχε λόγω της εκρηκτικής επικαιρότητας έθεσε με παρρησία τα ζητήματα που απασχολούν την εξωτερική μας πολιτική παρεμβαίνοντας με τρόπο που θύμιζε έμπειρο διπλωμάτη.
Κατέστησε σαφές, ενώπιον του Τραμπ και των Αμερικανών δημοσιογράφων, ότι η Τουρκία λειτουργεί αποσταθεροποιητικά στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και αυτό δεν πρόκειται να το δεχθεί η ελληνική πλευρά. Στο ίδιο ερώτημα, απαντώντας νωρίτερα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε τονίσει ότι πολλές χώρες εμπλέκονται στην υπόθεση της Λιβύης και σημείωσε ότι είναι γνωστή η αμερικανική θέση. Επισήμως η Ουάσιγκτον έχει καταδικάσει τη συμφωνία της Τουρκίας με τη Λιβύη.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Παράλληλα ο κ. Μητσοτάκης εξέφρασε το ενδιαφέρον της Ελλάδας, εφόσον το επιτρέψουν οι δημοσιονομικές μας συνθήκες, να συμμετάσχει στο πρόγραμμα των F-35 από το οποίο έχει «αποβληθεί» η Τουρκία, γεγονός το οποίο αποτελεί βασικό σημείο σύγκρουσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ με την Άγκυρα.
Εάν σε αυτά προσθέσουμε ότι ο Τραμπ εξέφρασε την ικανοποίησή του για την πορεία της εθνικής μας οικονομίας που ανέκαμψε θεαματικά μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η ελληνική πλευρά κινήθηκε με αποτελεσματικότητα στις συναντήσεις που είχε στις ΗΠΑ.
Ο πρωθυπουργός ανέπτυξε τις θέσεις της χώρας για τις προκλήσεις της Τουρκίας σε ανώτατο επίπεδο, τόνισε τις σχέσεις που έχει η κυβέρνηση με την ομογένεια, ένα στοιχείο που έχει σημασία εν όψει των αμερικανικών εκλογών του Νοεμβρίου και όλα αυτά μέσα σε μία πολύ δύσκολη συγκυρία για τον πρόεδρο Τραμπ, καθώς έπρεπε να χειρισθεί τις εξελίξεις στο Ιράν. Με τις παρεμβάσεις του έθεσε τα ελληνικά ζητήματα δείχνοντας αντανακλαστικά σε μία συζήτηση, όπου το πρώτο θέμα της ήταν οι εξελίξεις στο Ιράν. Επισημαίνοντας τους κινδύνους που περικλείει για τη διεθνή κοινότητα ένα νέο μέτωπο αναταραχής στην Ανατολική Μεσόγειο αναβάθμισε τη σημασία να επιλυθεί ομαλά το θέμα των προκλήσεων της Τουρκίας. Εάν σε αυτά προσθέσουμε τις ανακοινώσεις για το «λουκέτο» στο γραφείο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και τη σύμφωνη γνώμη της επικεφαλής του για τη μείωση των στόχων του πλεονάσματος το ταξίδι του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ αποτιμάται θετικά.
Σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στη Λιβύη κανείς δεν γνωρίζει πώς θα αντιδράσει ο Τραμπ, το βέβαιο είναι ότι ο Μητσοτάκης έπραξε τα πάντα για να καταστήσει σαφείς με τον πιο επίσημο τρόπο τις ελληνικές θέσεις. Και αυτό είναι κέρδος για τη χώρα.
Κι ας φωνάζει για φιάσκο ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Τσίπρας δεν θα μπορούσε καν να παρακολουθήσει τις ερωταπαντήσεις δημοσιογράφων και Τραμπ.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση