Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Η πολιτική αλλαγή συνέπεσε με την αλλαγή σελίδας στην οικονομία. Η νέα κυβέρνηση κατάφερε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα να αλλάξει το κλίμα στην αγορά και να βελτιώσει την ψυχολογία σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Ολοι οι διεθνείς οργανισμοί εκτιμούν ότι το 2020 θα είναι καλύτερο από τη χρονιά που σε λίγες ημέρες ολοκληρώνεται και αυτό για τρεις βασικούς λόγους:
Πρώτον, η λογική της υπερφορολόγησης για τη δημιουργία υπερπλεονασμάτων που επικρατούσε τα προηγούμενα χρόνια δεν ισχύει πλέον. Η μείωση των φόρων θα είναι αισθητή στη συντριπτική πλειονότητα των φορολογουμένων από τον Ιανουάριο αυξάνοντας το διαθέσιμο εισόδημα. Αντίστοιχα, η μείωση των συντελεστών για επιχειρήσεις και επαγγελματίες θα δημιουργήσει χώρο για επενδύσεις. Στον Προϋπολογισμό του 2020 προβλέπεται πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ (όσο δηλαδή και η υποχρέωσή μας στους δανειστές), ενώ ο πρωθυπουργός εκτιμά ότι μέχρι τα μέσα της χρονιάς θα έχει πετύχει τη μείωση του στόχου στο 2,5%, απελευθερώνοντας πόρους για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Δεύτερον, υπάρχουν αρκετές ενδείξεις για επενδυτική έκρηξη στην οικοδομή και στη μεταποίηση. Εμβληματικές επενδύσεις, όπως αυτή του Ελληνικού, θα ξεκινήσουν στις αρχές του 2020, ενώ η επιστροφή των κερδών των ομολόγων ύψους ενός δισεκατομμυρίου θα διατεθεί από το υπουργείο Οικονομικών για δημόσιες επενδύσεις και συμπράξεις. Συνολικά το ρίσκο της χώρας έχει μειωθεί, όπως αποτυπώνεται από τη χαμηλή πτήση των επιτοκίων για τα ελληνικά ομόλογα και το στοιχείο αυτό αποτελεί τη βάση για επενδυτικές πρωτοβουλίες.
Τραμπ, Μπάιντεν και το δράμα των ομήρων
Τρίτον, το πιστωτικό σύστημα ύστερα από την πολύχρονη αδράνειά του, με σημείο μηδέν την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση του Νοεμβρίου του 2015, δείχνει σημάδια ζωής, ενώ με το πρόγραμμα «Ηρακλής» οι συστημικές τράπεζες θα απαλλαγούν από κόκκινα δάνεια και θα μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν επενδυτικά σχέδια ενισχύοντας τις δυνάμεις της ανάπτυξης.
Ο βασικότερος κίνδυνος για την οικονομία δεν είναι συστημικός, αλλά σχετίζεται με τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή. Η κρίση με την Τουρκία σταθμίζεται από τις αγορές, όπως και η στήριξη που λαμβάνει η Ελλάδα από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Ολα θα κριθούν στην πορεία, ωστόσο η ελληνική οικονομία δείχνει ικανή να καλύψει το χαμένος έδαφος το 2020 και να ηγηθεί της ανάπτυξης σε επίπεδο ευρωζώνης.
ΤΙ ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΧΕΙ Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΜΕ ΤΗ ΛΙΒΥΗ;
Οι χάρτες του υπουργείου Εξωτερικών της Τουρκίας προκαλούν την κοινή λογική. Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος διπλωμάτης ή εμπειρογνώμονας σε θέματα ενέργειας για να διαπιστώσει ότι η Αγκυρα καταπατεί κάθε έννοια δικαίου εξαφανίζοντας από το χάρτη ελληνικά νησιά και μηδενίζοντας τις θαλάσσιες ζώνες της χώρας μας και της Κύπρου. Είναι σαφές ότι ο Ερντογάν βρίσκεται υπό την ασφυκτική πίεση της διεθνούς απομόνωσης και για αυτό κλιμακώνει τις προκλήσεις του. Από την Τύνιδα κατηγόρησε την Ευρώπη για τον αυξημένο ενθουσιασμό που επικρατεί από τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε βάρος της Τουρκίας και αναρωτήθηκε: «Αλήθεια, τι δουλειά έχει η Ελλάδα με τη Λιβύη; Δεν έχει καμία δουλειά με την αποκλειστική οικονομική ζώνη. Η Λιβύη και η Τουρκία έχουν συγκεκριμένη σύνδεση μεταξύ τους, οι δύο χώρες έχουν δικαιοδοσία στην περιοχή αυτή». Εάν κοιτάξει κάποιος το χάρτη, θα δει ότι η Τουρκία δεν έχει κανένα όμορο σημείο με τη Λιβύη, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται εγγύτερα της βορειοαφρικανικής χώρας που πλήττεται από τον εμφύλιο. Η υποτιθέμενη συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης δεν λαμβάνει υπόψη της την Κρήτη και καταπατεί τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Αλήθεια, έχει αναρωτηθεί ο Ερντογάν τι δουλειά έχει η Τουρκία με τη Λιβύη;
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση