Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Είπε την ιστορία της χωρίς εξάρσεις, χωρίς να υψώσει τη φωνή της. Ο φακός την έφερνε σε πρώτο πλάνο. Την κοίταζε στα μάτια κι εκείνη εμάς κατά πρόσωπο. Με ένα αχνό χαμόγελο στα χείλη. Εξήγησε ότι βρήκε τη δύναμή της όταν πήρε τη ζωή της στα χέρια της: Απέκτησε το χαρτί με το οποίο όποια ώρα εκείνη αποφάσιζε μπορούσε να φύγει από τη ζωή.
Στα 6 ή στα 7 της χρόνια διαγνώστηκε με ασθένεια που στα 18 της την οδήγησε στην τετραπληγία. Ηθελε να γίνει δασκάλα στη μικρή πόλη της. Δεν το κατόρθωσε. Κατόρθωσε όμως εκείνο που οι γιατροί θεωρούσαν ως ακατόρθωτο: Ξεπερνούσε τους φρικτούς πόνους που είχε, δοκιμάζοντας τις αντοχές της σε αθλήματα παραολυμπιακά. Οπου οι τροχοί γίνονταν τα πόδια της και τα χέρια της η κινητήρια δύναμη που τους έβαζε φτερά. Μετά το πρώτο της χρυσό μετάλλιο στο Λονδίνο, ο βασιλιάς του Βελγίου την ονόμασε Μέγα Αξιωματούχο της τάξης του στέμματος του βασιλέως Φιλίππου. Δεν υπάρχει στο Βέλγιο μεγαλύτερη τιμή από αυτήν. Ηταν η κορυφαία της στιγμή στον αθλητισμό.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Τα αθλητικά της επιτεύγματα αποτέλεσαν τη μεγαλύτερη ενθάρρυνση για νέους ανθρώπους με κινητικά προβλήματα. Ηταν το ζωντανό παράδειγμα της δύναμης της θέλησης, της δύναμης της ψυχής. Μια και οι γιατροί ποτέ δεν της έδωσαν μιαν εξήγηση για τους ανυπόφορους πόνους που είχε, για το φως της που κάποτε χανόταν ή για τις κράμπες που βασάνιζαν όλο της το σώμα.
Από το 2012 και μετά, όπου γίνονταν Παραολυμπιακοί Αγώνες έψαχνα το όνομά της στους δρομείς πάνω σε αμαξίδιο. Δεν με απογοήτευσε η Μαρίκε. Κατέκτησε τα τελευταία της μετάλλια το 2016 στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο Ντε Τζανέιρο: Ενα ασημένιο στα 400 μέτρα, ένα χάλκινο στα 100.
Το 2018 στο Βέλγιο 2.357 άνθρωποι επέλεξαν την ευθανασία. Σε μια χώρα με έντεκα εκατομμύρια πληθυσμό σίγουρα ο αριθμός είναι απελπιστικός. Από το 2002 ο βελγικός νόμος επιτρέπει σε εκείνους που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας να επιλέγουν τη στιγμή που θα βάλουν ένα τέλος. Χωρίς Θεό; Αυτό εγώ δεν μπορώ να σας το πω.
Χτες το πρωί, ανοίγοντας τους New York Times, στο πρωτοσέλιδο, είδα τη Μαρίκε σφιχταγκαλιασμένη με τους γονείς της. Είχε κερδίσει έναν ακόμη αγώνα καρφωμένη στο καροτσάκι της; Οχι. Σηκώθηκε και πέταξε μακριά. Πίσω από το γέλιο της κρυβόταν η μοναξιά. Ενα δάκρυ για τη Μαρίκε…
Από την έντυπη έκδοση