Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Ένα αγγείο που στην εικονογράφησή του παρουσιάζονται δύο δρομείς υπό το βλέμμα ενός ελλανοδίκου. Αυτό πρόσφερε -ζητώντας την άδεια του Γεωργίου του Α’- ο Σπυρίδων Λάμπρος στο θριαμβευτή μαραθωνοδρόμο, τον άνθρωπο-σύμβολο μιας μικρής Ελλάδας που αγωνιζόταν και επέμενε να κερδίσει τον χαμένο καιρό των 400 χρόνων οθωμανικής κατοχής, ενώ ο λαϊκισμός του Δεληγιάννη θριάμβευε.
Μέσα στην έντονα φορτισμένη ατμόσφαιρα των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων που τελέστηκαν στο Παναθηναϊκό Στάδιο, ο Λούης αποτέλεσε για τους Αθηναίους αλλά νομίζω και για όλους τους Ελληνες- μια μυθική μορφή. Να δείτε τις φωτογραφίες τη στιγμή που ο Λούης μπαίνει πρώτος στο στάδιο. Σηκώνονται όρθιοι χιλιάδες πολίτες που τον αποθεώνουν κλαίγοντας. Το βραδάκι τον συνόδευσαν με τα πόδια, με τα κάρα, με ό,τι μέσο ως το Μαρούσι που είχαν στρωθεί οι προίκες των κοριτσιών για να περάσει. Υπερβολές των δημοσιογράφων της εποχής; Δεν ξέρω. Αλλά η μνήμη που άφησε πίσω της εκείνη η λαμπρή μέρα του Μάρτη κράτησε ζεστή στη συνείδηση των Ελλήνων τη σημασία του θριάμβου του Λούη.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Μιλάμε για εκείνον τον περίφημο Μαραθώνιο, αλλά δεν θυμόμαστε ότι ο Τρικούπης στις 10 Δεκεμβρίου 1893 παραδεχόταν ότι δυστυχώς επτωχεύσαμεν και η Ελλάδα δε μπορούσε να αποπληρώσει τα δάνειά της. Δύο φορές παραιτήθηκαν οι επιτροπές που είχαν αναλάβει τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων λόγω της πενίας του ελληνικού κράτους… Το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων, που θα έφτανε στα 3.800.000 εκατομμύρια δραχμές, ποσό μυθικό, ήταν απαγορευτικό.
Ο ενθουσιασμός του διάδοχου Κωνσταντίνου ήταν τόσο μεγάλος ώστε αποφάσισε να ηγηθεί της οργανωτικής επιτροπής. Δεν ήταν δικό της έργο μόνο να ορίσει τους κανονισμούς των αθλημάτων αλλά να βρει και τα χρήματα. Ο ελληνικός λαός με έρανο μάζεψε από το υστέρημά του 330.000 δραχμές. Το γραμματόσημο που εκδόθηκε πρόσθεσε άλλες 400.000 χιλιάδες και 200.000 χιλιάδες μαζεύτηκαν από την προπώληση των εισιτηρίων. Τέλος, ο Γεώργιος Αβέρωφ -το άγαλμά του είναι απέξω από το Παναθηναϊκό Στάδιο- πρόσφερε 920.000 για να ανακατασκευαστεί το στάδιο στη μορφή που το ξέρουμε και σήμερα.
Πολλές φορές διαβάζοντας αυτές τις μεγάλες ημέρες της μικρής Ελλάδας σκέφτομαι αν εκείνος ο ενθουσιασμός, εκείνης της νίκης, δεν έδωσε την αισιοδοξία στους Ελληνες να επιχειρήσουν το λεγόμενο μαύρο ή ατυχή πόλεμο του 1897, που αποτέλεσε την πρώτη πολεμική εμπλοκή -μεγάλης κλίμακας- της Ελλάδας.
Είχαν περάσει μόλις 67 χρόνια από την απόκτηση της ανεξαρτησίας της. Αυτή ήταν η πρώτη πολεμική προσπάθεια στην οποία δοκιμάστηκε το στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό της Ελλάδας. Πολλοί ιστορικοί θεωρούν ότι έτσι ξεκίνησε η προετοιμασία της χώρας για τους νικηφόρους Βαλκανικούς Πολέμους.
Από την έντυπη έκδοση