Πρέπει εδώ να επισημάνουμε ότι ο στρατηγός Κατσιμήτρος είχε ενημερωθεί από την 4η πρωινή από τον αντισυνταγματάρχη Κορυζή την επίδοση του ιταλικού τελεσίγραφου και το «ΟΧΙ» του Ελληνα πρωθυπουργού. Μετά την ενημέρωσή του ο στρατηγός Κατσιμήτρος γνωστοποίησε τα διαδραματισθέντα εις τους διοικητές των μονάδων, προτρέποντάς τους να αμυνθούν: «…μετά λύσης κατά του ύπουλου και άνανδρου επιδρομέως, όστις θέλει να εισέλθη εις το ιερόν της πατρίδος μας έδαφος και αναμνησθήτε των ένδοξων παραδόσεών μας. Δείξατε εις αυτόν ότι δυνάμεθα να του δώσωμεν την αύτην απάντησιν ην έδωσαν και οι πρόγονοί μας εις τους Πέρσες επιδρομείς. Ο Θεός ας ευλογήση τα όπλα μας και ας βοηθήση τον τίμιον αγώνα μας, διότι θα πολεμήσωμεν υπέρ βωμών και εστιών και υπέρ της τιμής και της ελευθερίας της πατρίδος».
Είναι ανάγκη στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι η ιταλική επίθεση πραγματοποιήθηκε μισή ώρα προτού εκπνεύσει η προθεσμία του τελεσίγραφου που όριζε ως ώρα επίθεσης την 6η πρωινή. Επίσης, είναι ανάγκη να τονίσουμε ότι ο στρατηγός Κατσιμήτρος και οι επιτελείς του διέταξαν σύμπτυξη των μεθοριακών φυλακίων και υποχώρηση, ώστε να αποφύγουν αφενός μεν το ιταλικό Πυροβολικό και αφετέρου να προετοιμασθούν για αμυντικό αγώνα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα μεθοριακά φυλάκια της Κακαβιάς, των Δρομάδων και της Μερτζάνης κατελήφθησαν από τους Ιταλούς, ενώ τα ελληνικά στρατεύματα περιορίστηκαν σε αμυντικό αγώνα και σε αγώνα δολιοφθοράς, καταστρέφοντας στην υποχώρησή τους τις γέφυρες της Μερτζάνης και της Μεσογέφυρας. Μία άλλη προσπάθεια των ελληνικών στρατευμάτων για να καταστρέψει τη γέφυρα Μπουραζάνης απέτυχε. Αξίζει όμως να τονίσουμε ότι οι μονάδες προκατάληψης, τη διεύθυνση των οποίων είχε ο επικεφαλής της Μεραρχίας Πυροβολικού Παν. Μαυρόγιαννης, που γνώριζε πολύ καλά την περιοχή, πέτυχε σημαντική νίκη κατά την πρώτη ημέρα του πολέμου, διότι κατάφερε να εξουδετερώσει τα ιταλικά άρματα μάχης που κινούνταν προς τη Μεσογέφυρα.
Είναι ανάγκη να σημειώσουμε ότι η σύμπτυξη των ελληνικών μονάδων που βρίσκονταν στην προκάλυψη συνεχίστηκε μέχρι αργά το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου 1940. Η σύμπτυξη αυτή έγινε σε πολλά σημεία, όπως στο στενωπό Χάνι του Δελβινακίου και στη Βίγλα-Δέμα, όπου υπήρξαν πολλές δυσκολίες, ενώ τα εχθρικά τμήματα κατάφεραν να καταλάβουν το Κρυονέρι και το Χάνι Δελβινακίου. Ομως, παρά την τακτική της υποχώρησης, από το απόγευμα της 28ης Οκτωβρίου οι ελληνικές μονάδες κατείχαν τις καθορισθείσες θέσεις στην περιοχή Καλπακίου και ήσαν έτοιμες να αποκρούσουν την εχθρική επίθεση. Εν τω μεταξύ, στον τομέα της Θεσπρωτίας το ιταλικό Ιππικό, στην προσπάθειά του να περάσει τον ποταμό Καλαμά, εδέχθη την επίθεση του ελληνικού Πυροβολικού και αναγκάστηκε να υποχωρήσει με πολύ μεγάλες απώλειες.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Πρέπει εδώ να επισημάνουμε ότι το ιταλικό σχέδιο απέβλεπε στην κατάληψη της χώρας μας από τρεις δρόμους: α) από την οδό Κορυτσάς προς Φλώρινα (ζώνη Μεγάλης Πρέσπας-Γράμμου), Βόρειος Τομέας, β) από την οδό Πίνδου (ζώνη Γράμμου-Κόνιτσας), Κεντρικός Τομέας και γ) από την οδό της ακτής (ζώνη Κόνιτσας-Κονίσπολη), Νότιος Τομέας. Βέβαια, οι δύο πρώτες εισβολές θα υποβοηθούσαν την τρίτη, που ήταν και η βασική και απέβλεπε σε μεγάλη κυκλωτική κίνηση κατά μήκος της παραλίας.
Βάσει του ανωτέρω σχεδίου και έπειτα από όσα αναφέραμε πιο πάνω, συμπερασματικά μπορούμε να πούμε τα εξής: Στον Βόρειο Τομέα, την πρώτη ημέρα οι Ιταλοί περιορίσθηκαν σε παρενοχλήσεις που κατέληξαν σε συμπλοκές επί της κεντρικής γραμμής. Στον Κεντρικό Τομέα η Μεραρχία Αλπινιστών (Τζούλια), αφού ανάγκασε τις εκεί ελάχιστες δυνάμεις μας να συμπτυχθούν, πέτυχε να σχηματίσει έναν επικίνδυνο θύλακα μεταξύ Γράμμου και Γκαμήλας. Και στον Νότιο Τομέα η Μεραρχία Πεζικού «Φερράρα» και η θωρακισμένη «Κένταυρος» κατόρθωσαν να προχωρήσουν προς το Καλπάκι περνώντας μέσα από την κοιλάδα του Δρίνου, ενώ παράλληλα άλλες ιταλικές δυνάμεις που βρίσκονταν αριστερά επετέθησαν με κατεύθυνση Φιλιάτες-Κονίσπολη και ανάγκασαν τα εκεί αμυνόμενα τμήματά μας να υποχωρήσουν και να συμπτυχθούν προς τη γραμμή άμυνας Ελαίας-Καλαμά ποταμού.
Ετσι, η πρώτη μέρα του ελληνοϊταλικού πολέμου είχε αποβεί εις βάρος μας, με μια εξαίρεση που αφορούσε την εκμηδένιση μιας επίθεσης με τανκς στον Τομέα της Μερτζάνης. Η επίθεση των τανκς ήταν εντυπωσιακή και προς στιγμήν έσπειρε το φόβο και τον πανικό στους στρατιώτες μας. Τελικά, όμως, τα δύο πρώτα τανκς έπεσαν σε βαθιά αντιαρματική τάφρο και ακινητοποιήθηκαν, στη συνέχεια άλλα τανκς έπεσαν σε ναρκοπέδια και ανατινάχθηκαν και άλλα κατεστράφησαν από το ελληνικό Πυροβολικό. Ετσι, η επίθεση ανακόπηκε και όσα τανκς είχαν διασωθεί υποχώρησαν συνοδευόμενα από την ιαχή «ΑΕΡΑ», «ΑΕΡΑ» των Ελλήνων στρατιωτών, οι οποίοι είχαν ενθουσιασθεί και είχαν ενθαρρυνθεί από την υποχώρηση των Ιταλών, με αποτέλεσμα να βγουν από τα χαρακώματα και να καταδιώκουν τους υποχωρούντες Ιταλούς.
Μετά την ανωτέρω υποχώρηση των ιταλικών τανκς, οι Ελληνες απέβαλαν το δέος το οποίο τους είχε καταλάβει από τη μεγάλη διαφήμιση των ιταλικών τανκς. Ετσι, ένας μεγάλος θρύλος γεμάτος απειλές είχε καταρρεύσει και από εκείνη τη στιγμή τα περιώνυμα άρματα μάχης είχαν πάψει να αποτελούν για τους Ελληνες στρατιώτες πηγή φόβου και ανησυχίας.
Τέλος, την πρώτη ημέρα του πολέμου είχαμε πολλά θύματα, κυρίως στην Πάτρα, μετά από βομβαρδισμούς που πραγματοποίησε η ιταλική Αεροπορία σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Συγκεκριμένα, η ιταλική Αεροπορία, εκτός από την Πάτρα, βομβάρδισε τον Πειραιά, το Τατόι, τη διώρυγα της Κορίνθου, το λιμάνι της Πρέβεζας και άλλες περιοχές. Ειδικότερα στην πόλη των Πατρών, η οποία ήταν ανυπεράσπιστη, τα εχθρικά αεροπλάνα είχαν τη δυνατότητα να κατεβαίνουν μέχρι 200 μέτρα και από εκεί να ρίχνουν τις βόμβες τους. Βέβαια, ο αρχικός βομβαρδισμός δεν είχε ανησυχήσει τους κατοίκους της Πάτρας και πολλοί Πατρινοί παρακολουθούσαν ακάλυπτοι και αμέριμνοι τα ιταλικά αεροπλάνα, τα οποία έρριπταν βόμβες. Ενεκα όλων των ανωτέρω, τα θύματα ήσαν πάρα πολλά. Πενήντα νεκροί και εκατόν πενήντα τραυματίες. Ετσι, η Πάτρα πλήρωσε πολύ ακριβά το τίμημα του πολέμου με τον ανωτέρω βαρύτατο φόρο αίματος.
Ο Βασίλης Μπεκίρης είναι πρώην υφυπουργός Παιδείας
Από την έντυπη έκδοση