Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Εννοείται πως κανείς δεν μπορεί να προδικάσει ή να προβλέψει την κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Κάλλιστα μπορεί η πλειοψηφία των συμβούλων να αποφανθεί πως ο νόμος για τις τηλεοπτικές άδειες είναι συνταγματικός. Σε αυτή την περίπτωση, το «μαύρο» στις τηλεοπτικές επιχειρήσεις που δεν έλαβαν άδεια θα είναι δεδομένο, μερικές χιλιάδες εργαζόμενοι θα βρεθούν χωρίς δουλειά, ο ΟΑΕΔ, δηλαδή το Δημόσιο θα επιβαρυνθεί, ασφαλιστικές εισφορές και φορολογικά έσοδα θα χαθούν και μέχρι να προκηρυχθούν οι διαγωνισμοί για τις περιφερειακές και θεματικές άδειες μπορεί να έχει έρθει ο κόσμος ανάποδα.
Από την άλλη, αν ο νόμος κηρυχθεί αντισυνταγματικός, τότε τινάζεται στον αέρα ο διαγωνισμός, τα υπάρχοντα κανάλια συνεχίζουν κανονικά, οι νέοι επιχειρηματίες επιστρέφουν τις προκαταβολές, ακυρώνουν τα όποια συμβόλαια συνεργασίας έκαναν, και, φυσικά, θα στραφούν κατά του Δημοσίου ζητώντας αποζημιώσεις. Ταυτόχρονα θα δρομολογηθούν πολιτικές εξελίξεις, καθώς το θέμα των τηλεοπτικών αδειών είχε αναδειχθεί από την κυβέρνηση σε ύψιστο σύμβολο.
Τραμπ, Μπάιντεν και το δράμα των ομήρων
Σε κάθε περίπτωση, δηλαδή, όποια και αν είναι η απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου, θα είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα. Θα μπορούσαν άραγε όλα αυτά να είχαν αποφευχθεί; Προφανώς και ναι, αν ο υπουργός Επικρατείας και η κυβέρνηση επιδίωκαν τη φυσιολογική εξυγίανση του τηλεοπτικού τοπίου.
Θα μπορούσαν να προκηρύξουν έναν διαγωνισμό αυστηρό, επιδιώκοντας όχι τον αποκλεισμό κάποιων, αλλά τη συμμετοχή όλων όσων πληρούσαν τα κριτήρια, δηλαδή ανοίγοντας και όχι κλείνοντας την αγορά. Ετσι θα μπορούσαν να πετύχουν ένα υψηλό εφάπαξ τίμημα αλλά και ένα μακροπρόθεσμο οικονομικό κέρδος, με τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας, την πληρωμή των εργοδοτικών εισφορών, την ομαλή αποπληρωμή των επιχειρηματικών δανείων κ.ο.κ.
Θα μπορούσαν, επίσης, να έχουν κάνει το προφανές. Να περιμένουν την ολοκλήρωση της δικαστικής διαδικασίας, την απόφαση δηλαδή του ΣτΕ, καθώς και τη συγκρότηση του ΕΣΡ, δημιουργώντας προϋποθέσεις συναίνεσης και γόνιμου διαλόγου με τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Αντ’ αυτού επέλεξαν μια τυφλή διαγωνιστική διαδικασία με όρους πόκερ, προτιμώντας το δόγμα του σοκ. Και τώρα είναι όλοι απέναντι από την κυβέρνηση. Τι πήγε στραβά; Το απαντά ο νόμος του Μέρφι: «Οτιδήποτε ξεκινά άσχημα τελειώνει χειρότερα».
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου