Γράφει ο Στέφανος Τζανάκης
Οπερ έδει δείξαι: ήταν οι κυβερνήσεις των πρώτων δύο Μνημονίων που ξεζούμισαν την ελληνική κοινωνία με τους φόρους, ενώ η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έβαλε απλώς το κάτι παραπάνω, που ήταν όμως αναγκαίο για να βγούμε από το τρίτο – το δικό της Μνημόνιο.
Η διήγηση αυτή θα ήταν απόλυτα σωστή, αν ο πρωθυπουργός λάμβανε υπ’ όψιν του μία μικρή λεπτομέρεια: όταν άρχισε η υπερφορολόγηση, η χώρα ήταν θύμα μίας κρίσης δανεισμού – εν ολίγοις, δεν μας δάνειζε κανείς. Και για να μας δανείσουν οι Ευρωπαίοι, ζήτησαν εγγυήσεις – και φυσικά τις πήραν. Τι περιελάμβαναν οι εγγυήσεις; Μειώσεις μισθών και αύξηση φόρων – τι άλλο; Το απαίτησαν και το πήραν – μιας και η χώρα δεν είχε άλλη επιλογή.
Ομως, πριν κερδίσει τις εκλογές του 2014 και του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ, είχαν μεσολαβήσει 4,5 μνημονιακά χρόνια – και η ανάλογη δημοσιονομική προσαρμογή. Ο κ. Τσίπρας παρέλαβε τον Ιανουάριο του 2015 μία χώρα που είχε ήδη επιτύχει ένα οριακό μεν, αλλά πάντως πρωτογενές πλεόνασμα.
Η συνέχεια είναι γνωστή: ακολούθησε το εξάμηνο της «σκληρής διαπραγμάτευσης», το δημοψήφισμα, το «όχι» που έγινε «ναι», το τρίτο Μνημόνιο, οι εκλογές. Και μετά, ήλθε ξανά η τρόικα με τον λογαριασμό.
Οι φορολογικές επιβαρύνσεις λειτουργούν σωρευτικά – και από ένα επίπεδο και πάνω, κάθε ευρώ περισσότερο που απαιτεί το Δημόσιο από τον φορολογούμενο, είναι αιτία πολέμου. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ όχι μόνον δεν μείωσε τους φόρους, αλλά τους αύξησε κιόλας – κι ας την είχαν ψηφίσει πάμπολλοι με την προσδοκία ότι θα καταργούσε τον ΕΝΦΙΑ και θα επέβαλε σεισάχθεια…
Ο κ. Τσίπρας επέβαλε μεν το 17%, αλλά το Δημόσιο εισέπραττε το 100% από εκείνους – τους πολλούς – που εξακολουθούσαν να πληρώνουν. Και οι οποίοι – μιας και οδεύουμε σε εκλογές – όσο να ’ναι, νιώθουν πια ότι κάποιος τους εξαπάτησε: όχι 17%, αλλά 100%…
*Ο Στέφανος Τζανάκης είναι διευθυντής έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου