Κατ’ αρχάς η επιστολή του κ. Καλογήρου έχει ένα προβληματικό στοιχείο. Αναφέρει ότι ο πρωθυπουργός αμέσως μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, είπε ότι οι εκλογές θα γίνουν στις 7 Ιουλίου. Αυτό όμως δεν ισχύει. Η αλήθεια είναι ότι ο κ. Τσίπρας, το βράδυ της 26ης Μαΐου, ανακοίνωσε ότι θα επισκεφθεί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας αμέσως μετά το β’ γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών και θα ζητήσει πρόωρες εκλογές το συντομότερο δυνατόν.
Λίγα 24ωρα αργότερα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μετέθεσε κατά μία εβδομάδα τόσο την επίσκεψη του πρωθυπουργού στον ΠτΔ όσο και την ημερομηνία των εκλογών. Και αυτό προκειμένου να προλάβει η κυβέρνηση να αλλάξει τους ανώτατους δικαστές, των οποίων η θητεία λήγει στις 30 Ιουνίου.
Ορθώς η Νέα Δημοκρατία δεν συναίνεσε στην πρόσκληση του υπουργού Δικαιοσύνης. Γιατί ασφαλώς δεν πρόκειται για ζήτημα προσώπων, αλλά λειτουργίας του πολιτεύματος.
Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση θεωρείται «υπηρεσιακή», έστω κι αν δεν έχουν αντικατασταθεί τα μέλη της, αφού ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει ανακοινώσει δημοσίως την προκήρυξη πρόωρων εκλογών.
Επομένως, βάσει του Συντάγματος, δεν μπορεί να προχωρά σε τέτοιου είδους αλλαγές και τοποθετήσεις, καθώς δεν διαθέτει την πολιτική και συνταγματική νομιμοποίηση προς τούτο. Σε αυτό, άλλωστε, συμφωνούν όλοι οι συνταγματολόγοι, οι οποίοι τονίζουν ότι δεν πρέπει η κυβέρνηση να προβεί στην ενέργεια αυτή.
Η πολιτική σπουδή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ να αλλάξει την ηγεσία της Δικαιοσύνης δημιουργεί πολλά ερωτηματικά στους πολίτες, καθώς η Δικαιοσύνη θα πρέπει να κινείται μακριά από τα κόμματα και τις πολιτικές εξελίξεις.
Από την έντυπη έκδοση