Η επικράτηση των Σοσιαλιστών χαιρετίσθηκε από τον κ. Τσίπρα περίπου ως δική του νίκη, ενδεικτικό της απόγνωσης που επικρατεί στο κυβερνητικό στρατόπεδο και της αγωνίας των στελεχών του να βρουν ένα στήριγμα που θα ανακόψει την εκλογική πτώση του ΣΥΡΙΖΑ.
Από τα αποτελέσματα των ισπανικών εκλογών προκύπτουν τρία βασικά συμπεράσματα:
Πρώτον, οι Σοσιαλιστές κεφαλαιοποίησαν εκλογικά την περίοδο διακυβέρνησής τους αυξάνοντας κατά 6 μονάδες τη δύναμή τους. Ωστόσο, για να μπορέσουν να σχηματίσουν κυβέρνηση, θα πρέπει να συμμαχήσουν τουλάχιστον με άλλα δύο πολιτικά κόμματα ή να λάβουν ψήφο ανοχής από ένα κόμμα και τους αυτονομιστές Καταλανούς βουλευτές ή τους Βάσκους εθνικιστές.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Δεύτερον, το Λαϊκό Κόμμα είδε τα ποσοστά του να συρρικνώνονται στο 16,7% λόγω των διαρροών τόσο προς την άκρα Δεξιά, όπου το Vox εισήλθε για πρώτη φορά στη Βουλή εκμεταλλευόμενο την αναζωπύρωση των αυτονομιστικών τάσεων, που ως αντίδραση γεννούν εθνικισμό, όσο και προς το Κέντρο με την ενίσχυση των Ciudadanos. Ασφαλώς είναι αναγκαίες η επανίδρυση του Λαϊκού Κόμματος και η ανανέωση του πολιτικού του λόγου.
Τρίτον, οι Ισπανοί, βλέποντας πόσο ακριβά οι Ελληνες πλήρωσαν την περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ, τιμώρησαν το αριστερό κόμμα Podemos. Οι σύντροφοι του Τσίπρα, που το 2015 διεκδικούσαν την εξουσία έχοντας πετύχει ακόμη και δημοσκοπικές πρωτιές, τώρα έχουν υποχωρήσει σημαντικά.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ο πολιτικός κύκλος έχει περάσει σε διαφορετική φάση, σε σχέση με την Ισπανία. Η Νέα Δημοκρατία έχει αυξήσει την πολιτική της επιρροή και η κεντροδεξιά παράταξη λειτουργεί ως ασπίδα στα άκρα και στο λαϊκισμό, που εκφράζεται απόλυτα από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη σημερινή κυβέρνηση.
Ο κ. Τσίπρας θριαμβολογεί για τον Σάντσεθ, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανήκει σε άλλη ευρωπαϊκή ομάδα, αλλά στις 26 Μαΐου δεν θα έχει διάθεση για πανηγυρισμούς.