Γράφει ο Γιάννης Ευαγγελίδης
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κρίνεται από τους πολίτες καταλληλότερος από τον Αλέξη Τσίπρα για πρωθυπουργός με δέκα μονάδες διαφορά κατά μέσο όρο, ενώ η παράσταση νίκης στις εκλογές ξεπερνά ακόμα και τις σαράντα μονάδες, πράγμα που αποτυπώνει τη βεβαιότητα του εκλογικού σώματος για τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας. Μάλιστα, από τις αναγωγές των δημοσκοπικών ποσοστών των κομμάτων θεωρείται πιθανή ακόμα και η αυτοδυναμία της Ν.Δ., η οποία βεβαίως θα εξαρτηθεί από τον αριθμό των κομμάτων που θα καταφέρουν να περάσουν το κατώφλι του Κοινοβουλίου και το άθροισμα των ποσοστών των λοιπών κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής. Οσο λιγότερα είναι τα κόμματα που θα πιάσουν το όριο του 3% τόσο μεγαλύτερες είναι και οι πιθανότητες της Ν.Δ. να συγκεντρώσει από 151 έδρες και πάνω.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Η εικόνα αυτή δεν είναι πλέον αναστρέψιμη, όσο κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ επιδοθεί στην παροχολογία, όσους διορισμούς κι αν κάνει στο Δημόσιο, όσα αναδρομικά και Δώρα δώσει σε συνταξιούχους βαφτίζοντάς τα ως «παροχές» – κι ας είναι υποχρεωμένη η κυβέρνηση να εφαρμόσει τις δικαστικές αποφάσεις.
Και δεν είναι αναστρέψιμη όχι μόνο επειδή οι συνταξιούχοι και όλοι οι φορολογούμενοι δεν πέφτουν πλέον στην παγίδα των υποσχέσεων και της αυταπάτης, γιατί ξέρουν καλά πλέον με ποιους έχουν να κάνουν. Αλλά και επειδή, σύμφωνα με τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, τα βασικά κριτήρια με τα οποία θα επιλέξουν οι πολίτες το τι θα ψηφίσουν στις επόμενες εθνικές εκλογές είναι η ανάπτυξη – επενδύσεις, οι φόροι και η συμφωνία των Πρεσπών.
Με άλλα λόγια, τομείς άσκησης πολιτικών στους οποίους η κυβέρνηση Τσίπρα βρίσκεται σε σαφώς μειονεκτική θέση. Ακόμα και το ζήτημα της διαφθοράς, που είναι το τέταρτο κατά σειράν κριτήριο των πολιτών, έχει μετατραπεί απλώς σε σκανδαλολογία από την κυβέρνηση, η οποία δεν κάνει κανένα βήμα για την αντιμετώπισή της.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής