Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Ομως υπάρχει και κάτι για το οποίο δέχονται σκληρότερη κριτική από ό,τι τους αναλογεί και δεν είναι άλλο από την επέλαση της γρίπης. Εδώ η ατομική ευθύνη αποδεικνύεται καταλυτική και πρέπει να το παραδεχθούμε. Το υπουργείο Υγείας βέβαια έχει συγκεκριμένες υποχρεώσεις που οφείλει να τηρεί: Επαρκή, έγκαιρη και παρατεταμένη ενημέρωση του κόσμου, προμήθεια ικανού αριθμού εμβολίων, ετοιμότητα δομών Υγείας και κλινών ΜΕΘ. Ομως ακόμα και αν όλα αυτά εφαρμοστούν με το πιο ιδανικό σενάριο, και πάλι δεν θα είναι αρκετά αν οι πολίτες δεν συνειδητοποιήσουν τους κινδύνους και αν δεν πεισθούν για την αναγκαιότητα και την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού.
Αν κάποιος κοιτάξει λίγο πιο προσεκτικά τα στοιχεία του ΚΕΕΛΠΝΟ θα δει πως τα περισσότερα κρούσματα ανήκαν στον ανεμβολίαστο πληθυσμό. Συγκεκριμένα, από τα 274 σοβαρά κρούσματα γρίπης που έχουν εργαστηριακά επιβεβαιωθεί, μόλις 36 κρούσματα, δηλαδή το 14%, ήταν εμβολιασμένα κατά της εποχικής γρίπης! Μεγάλο μερίδιο ευθύνης φέρουν και οι ίδιοι οι υγειονομικοί, δηλαδή οι γιατροί και οι νοσηλευτές, οι οποίοι αν και γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τους κινδύνους και τις πιθανότητες διασποράς της γρίπης, έχουν πολύ χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη. Η ΠΟΕΔΗΝ έχει προτείνει ο εμβολιασμός στους επαγγελματίες Υγείας να είναι υποχρεωτικός και όχι προαιρετικός. Υπερβολικό το αίτημα, αφού ακόμα και αν αυτό γίνει δεν υπάρχει κανένας που να μπορεί να υποχρεώσει άλλες ομάδες αυξημένου κινδύνου ή τους εργαζόμενους σε χώρους συνάθροισης κοινού, που έχουν περισσότερες πιθανότητες να κολλήσουν ή/και να μεταδώσουν τον ιό της γρίπης, να εμβολιαστούν. Η απόφαση είναι δική τους.
Είναι πραγματικά άξιο απορίας ότι ακόμα το μήνυμα της πρόληψης δεν έχει περάσει στην ελληνική κοινωνία. Από το 2009 έως και φέτος περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι έχουν πεθάνει στην Ελλάδα από τον ιό της γρίπης. Και ναι, αυτό είναι μεγάλη καταστροφή.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου