Παρά τις αρχικές προσδοκίες, τις οποίες καλλιέργησε η εκσυγχρονιστική και μεταρρυθμιστική ατζέντα του και το προφίλ σύγχρονου, Ευρωπαϊστή πολιτικού το οποίο καλλιεργούσε, η απογοήτευση ήρθε πολύ σύντομα, όταν αρχικά και ενώ ήταν στην αντιπολίτευση, ακόμη, σαμποτάρισε την διαδικασία οριοθετήσεως ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας. Βέβαια, είναι αλήθεια ότι υπήρχε τυπικό πρόβλημα καθώς η Αλβανική αντιπροσωπεία με την οποία διαπραγματεύθηκε η Ελληνική πλευρά δεν είχε την τυπική εξουσιοδότηση του Προέδρου της Δημοκρατίας, σημείο το οποίο προεκάλεσε την ακύρωσή της από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας (ναι, η Αλβανία έχει Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο).
Γράφει ο Λυκούργος Χατζάκος
Βέβαια, επίσης δεδομένο είναι το γεγονός ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε αντισυνταγματική και άκυρη την συμφωνία λαμβάνοντας αφορμή από την προσφυγή την οποία κατέθεσε ο Έντι Ράμα.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
Η πολιτική σταδιοδρομία του κ. Ράμα, ξεκίνησε με την εξέγερση των φοιτητών του Πανεπιστημίου των Τιράνων τον Φεβρουάριο του 1991, όταν τότε έδινε έναν διμέτωπο αγώνα ενάντιο στο κομμουνιστικό καθεστώς του Ραμίζ Αλία και του Σαλί Μπερίσα, ο οποίος επιχειρούσε να καταστεί ως ο μόνος εναλλακτικός πόλος του καθεστώτος.
Ο επόμενος σταθμός στην καριέρα του ήταν η εκλογή του ως Δήμαρχος στον Δήμο των Τιράνων, όπου και δημιούργησε το κύριο πολιτικό του κεφάλαιο εξωραΐζοντας την πόλη, λαμβάνοντας μέτρα κατά της αυθαίρετης δόμησης και υλοποιώντας ένα πρόγραμμα χρωματισμού και ανακαίνισης προσόψεων των πολυκατοικιών της Πρωτεύουσας.
Ακολούθως, διαδέχθηκε τον Φατός Νάνο στην ηγεσία του Σοσιαλιστικού Κόμματος Αλβανίας. Στις εκλογές του 2009, συγκέντρωσε ελαφρώς μεγαλύτερο ποσοστό (40,90% έναντι 39,97%) από τον συντηρητικό συνασπισμό του Σαλί Μπερίσα, αλλά, το εκλογικό σύστημα της χώρας δεν του έδωσε την δυνατότητα να σχηματίσει κυβέρνηση και έτσι, ο Σαλί Μπερίσα ανέλαβε Πρωθυπουργός μέχρι το 2013. Στις εκλογές του 2013, ο συνασπισμός «Ευρωπαϊκή Αλβανία» με κορμό το Σοσιαλιστικό Κόμμα και ηγέτη τον Ράμα κέρδισε κατά κράτος και ο Έντι Ράμα έγινε Πρωθυπουργός της Αλβανίας. Η Ευρώπη είχε κάθε λόγο να αισθάνεται ικανοποίηση καθώς εμφανιζόταν ως ένας σύγχρονος Ευρωπαϊστής πολιτικός, η παρουσία του οποίου, στην …διακεκαυμένη ζώνη… των Βαλκανίων θα εγγυάτο την σταθερότητα, την συνεργασία των λαών της περιοχής και κυρίως, θα συνέβαλλε τα πλείστα στην Ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων.
Από την άλλη πλευρά, η Αθήνα υποδέχθηκε με ανακούφιση και αισιοδοξία την άνοδο του κ. Ράμα στην Πρωθυπουργία της Αλβανίας θεωρώντας ότι ανοίγονταν πληθώρα διαύλων επικοινωνίας και συνεννοήσεως με την γειτονική χώρα, πολύ περισσότερο εφ’ όσον το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αλβανίας ήταν μέλος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς.
Ελάχιστοι ήσαν εκείνοι, οι οποίοι διατηρούσαν επιφυλάξεις και εκείνοι, περισσότερο γιατί γνώριζαν ότι ο συστατικός, σκληρός πυρήνας του Σοσιαλιστικού Κόμματος Αλβανίας απαρτίζεται από τα κατάλοιπα του σκληρού καθεστώτος του Ενβέρ Χότζα και ως εκ τούτου ακολουθεί σκληρότερη στάση έναντι της Ελλάδος και της Ελληνικής μειονότητας στην Νότιο Αλβανία -Βόρειο Ήπειρο. Ίσως η περίοδος 1996-2003 να ήταν η μοναδική εξαίρεση κατά την οποία υπήρχε αγαστή συνεργασία με του Αλβανούς Σοσιαλιστές, αλλά τότε, σημαντικό ρόλο εκτός από τις συνθήκες έπαιξαν και τα πρόσωπα.
Οι ελπίδες που καλλιέργησε η παρουσία του κ. Ράμα στην ηγεσία της γείτονος, γρήγορα διαψεύσθηκαν. Ούτε ο Ευρωπαϊκός προσανατολισμός του κ. Ράμα είναι σαφής, ούτε έχει να παρουσιάσει -έστω και ελάχιστο-, δείγμα συμβολής στην σταθεροποίηση της περιοχής. Αντιθέτως, ο κ. Ράμα εμφανίζεται να έχει μεταλαχθεί και ενδεδυμένος με τον νέο-οθωμανικό μανδύα του κ. Ερντογάν, διαψεύδει κάθε προσδοκία όσων, εκείνων θεώρησαν ότι πρόκειται για μία σύγχρονη και θετική επιλογή στην διακυβέρνηση της χώρας του. Ακόμη, μεγάλη νευρικότητα σε Βελιγράδι, Αθήνα, αλλά και Βρυξέλλες, προκαλεί ο μεγαλοϊδεατισμός με τον οποίο προσεγγίζει το θέμα στο Κοσσυφοπέδιο & Μετόχι, το ζήτημα των Τσάμηδων, την επιχειρηθείσα τοποθέτηση στην θέση του Υπουργού Εξωτερικών πολιτικού από το Κόσσοβο και τον εν γένει μεγαλοϊδεατισμό του για την Μεγάλη Αλβανία και τις έναντι της Ελλάδος, στοχευμένες προκλητικές αναρτήσεις του σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οπωσδήποτε, η Αλβανία δεν έχει την δύναμη να απειλήσει σοβαρά την Ελλάδα και να επιβάλει αλλαγή των συνόρων, ούτε στρατιωτικώς ούτε πολιτικώς. Όμως, λειτουργεί αθροιστικά και αποσταθεροποιητικά και εν πάση περιπτώσει, ενισχύει και διευκολύνει τους σχεδιασμούς της Αγκύρας και των νεοπαγών, ετεροκλήτων συμμάχων της.
Τέλος, δεν θεωρώ ότι πρέπει να δοθεί έκταση σε φήμες περί εμπλοκής του με το εμπόριο ναρκωτικών ή παρόμοιες εγκληματικές δραστηριότητες καθ’ όσον δεν υφίστανται σοβαρές ενδείξεις.
Εκείνο, όμως, που εγείρει σοβαρά ερωτηματικά, όχι, μόνον στους Ευρωπαϊκούς κύκλους αλλά και πέραν του Ατλαντικού, είναι η καλλιέργεια ευφόρου εδάφους δημιουργίας θυλάκων ή η δυνατότητα χαράξεως διαδρόμων διακινήσεως προσώπων, οικονομικών πόρων και υλικού προς εξυπηρέτηση κύκλων, οι οποίοι εφάπτονται ή κινούνται εντός των ορίων της τρομοκρατίας.