Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Στις 11 Σεπτεμβρίου 1973 η 28χρονη φοιτήτρια Κοινωνιολογίας Ιζαμπέλ Αλιέντε (δεύτερη εξαδέλφη της ομώνυμης, πολυβραβευμένης συγγραφέως του «Σπιτιού των πνευμάτων») ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που μπήκε στο μέγαρο Λα Μονέδα προτού αρχίσει να το πολιορκεί ο στρατός. Ο πατέρας της διέταξε τις γυναίκες να το εγκαταλείψουν κι ύστερα σκοτώθηκε με το όπλο στο χέρι, υπερασπιζόμενος τη Δημοκρατία. Στο μεταξύ η Ιζαμπέλ Αλιέντε και η μητέρα της βρήκαν άσυλο στην πρεσβεία του Μεξικού και πέρασαν στη χώρα της Κεντρικής Αμερικής όλη τη σκοτεινή περίοδο της χούντας (1973-89).
Ντόναλντ Τραμπ και Δαλάι Λάμα
Με την επιστροφή της στην πατρίδα το 1990, η Ιζαμπέλ Αλιέντε Μπούσι εξελέγη βουλευτής και δεν έλειψε ποτέ από τα έδρανα της Βουλής ή της Γερουσίας. Στην προεδρία του δεύτερου σώματος τη βρήκε η 43η επέτειος από το πραξικόπημα του ’73 και με όπλο το βαρύ της όνομα αποφάσισε να κονταροχτυπηθεί με τον πρώην πρόεδρο Ρικάρντο Λάγος (2000-2006) για το χρίσμα των Σοσιαλιστών.
Οπως η σημερινή εποχή δεν έχει σχέση με το ριζοσπαστισμό του ’70, έτσι και οι Χιλιανοί Σοσιαλιστές απέχουν πολύ από το Λαϊκό Μέτωπο του Αλιέντε με τους Κομμουνιστές. Η κόρη του θεωρείται πιο «παραδοσιακή αριστερή» από το «ρεαλιστή» Λάγος. Η απερχόμενη πρόεδρος Μισέλ Μπασελέτ -εμβληματική φυσιογνωμία του σύγχρονου αριστερού κύματος στη Λατ. Αμερική- θα αποχωρήσει οριστικά, ενώ πιθανότερος υποψήφιος της Δεξιάς είναι ο νεοφιλελεύθερος πρώην πρόεδρος Σεμπαστιάν Πινέρα, εξαιρετικά αντιπαθής στους φοιτητές.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου