Γράφει ο Γιάννης Ευαγγελίδης
Γι’ αυτό και το χαρακτηριστικό σχόλιο της “Handelsblatt” σε προχθεσινό σχετικό άρθρο της ήταν «μια απλοϊκή υπόθεση που αποδείχθηκε πανάκριβο λάθος».
Και πραγματικά, η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται σε τροχιά μεγάλης απόκλισης από την υπόλοιπη Ευρώπη. Εχασε όλες τις αναπτυξιακές ευκαιρίες που της παρουσιάστηκαν τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, υποχωρεί συνεχώς στην ανταγωνιστικότητα και οι επενδυτές θεωρούν παντελώς αναξιόπιστη την κυβέρνηση και εχθρικό το οικονομικό περιβάλλον ώστε να φέρουν νέα κεφάλαια στη χώρα μας.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Το αφήγημα του Μαξίμου περί καθαρής εξόδου από το Μνημόνιο έχει καταρρεύσει στην πράξη, από τη στιγμή που η Ελλάδα βρίσκεται εκτός αγορών και τα επιτόκια δανεισμού της είναι υψηλότερα, όχι μόνο από της Κύπρου και της Πορτογαλίας, αλλά ακόμα και από αυτά της Αλβανίας. Γι’ αυτό και ο κ. Τσακαλώτος αναβάλλει την έκδοση νέων ομολόγων. Πολύ απλά γιατί καμία χώρα της ευρωζώνης δεν έχει χειρότερο αξιόχρεο από την Ελλάδα. Και η καχυποψία των αγορών, όπως η απροθυμία των επενδυτών, οφείλεται περισσότερο στην αναξιοπιστία της ελληνικής κυβέρνησης και λιγότερο στη διεθνή συγκυρία από τη διαμάχη Κομισιόν – Ιταλίας ή την οικονομική κρίση στην Τουρκία.
Αυτά δεν απασχολούν όμως τον κ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι πώς θα παρουσιάζουν τα θηριώδη πλεονάσματα για τα οποία έχουν δεσμευθεί απέναντι στους Ευρωπαίους, βάζοντας υπέρογκους φόρους και μη πληρώνοντας τα ληξιπρόθεσμα χρέη του Δημοσίου προς τους ιδιώτες, ώστε να συντηρούν το πελατειακό, κομματικό κράτος και να παραμείνουν γαντζωμένοι στην εξουσία όσο περισσότερο μπορούν, περιορίζοντας την έκταση της εκλογικής ήττας τους.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]