Γράφει ο Λυκούργος Χατζάκος
Η άρνηση των Ελληνικών Αρχών, προκειμένου να κατασκευασθεί και να λειτουργήσει Τέμενος στην Ελληνική Πρωτεύουσα, παρά την προ 40ετίας αναληφθείσα δέσμευση του Κωνσταντίνου Καραμανλή κατά τις επαφές του με Άραβες ηγέτες, σε καμία περίπτωση δεν συμβαδίζει με την συμπεριφορά ενός σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κράτους.
Κατ’ αρχήν και κατ’ αρχάς, τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως αυτά υπαγορεύονται από το φιλελεύθερο ουμανιστικό πνεύμα του σύγχρονου Δυτικού πολιτισμού, δεν διαπραγματεύονται και δεν υποτάσσονται σε σκοπιμότητες. Το μόνο όριο για την άσκησή τους είναι το Συνταγματικό κεκτημένο μιας χώρας.
Υπό μία άλλη οπτική, η άρνηση αυτή συνιστούσε και ουσιαστικό έλλειμμα δεοντολογικής συμπεριφοράς εκ μέρους της Ελληνικής πλευράς. Τούτο, διότι, αφ’ ενός η Ελλάδα είναι η μόνη Ευρωπαϊκή χώρα όπου ισχύει ο μουσουλμανικός νόμος της Sharia (Σαρία), ως δικαίωμα που έχει παραχωρηθεί στην Μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, έστω και για θέματα οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου.
Η τελική υπαγωγή των αποφάσεων του ιεροδικείου και του Μουφτή στην δικαιοδοσία των Ελληνικών δικαστηρίων, δεν αλλάζει ουσιαστικά τα πράγματα καθώς τα δικαστήρια δεν μπαίνουν στην κρίση της ουσίας αλλά της τυπικής κανονικότητος των αποφάσεων.
Aπελάσεις αυθημερόν στην Ιρλανδία
Αφ’ ετέρου, μέχρι και χθές, δεν ήταν δυνατή η ανέγερση Τεμένους στην Αθήνα, διότι οι πολιτικές ηγεσίες, υποκύπτουσες στις αιτιάσεις συντηρητικών, αναχρονιστικών κύκλων δεν άγγιζε το ζήτημα, παραπέμποντάς το στις Καλένδες, αφήνοντας περιθώρια στην Τουρκική ηγεσία να βρίσκει αφορμές κριτικής έναντι της Ελληνικής Πολιτείας, όταν ετίθεντο ζητήματα περί σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την κυβέρνηση της γείτονος, όπως συνέβη επί παραδείγματι, προσφάτως στις διαμαρτυρίες του Ελληνικού ΥΠΕΞ στην περίπτωση χρήσεως, δύο φορές, της Αγίας Σοφίας για την ανάγνωση του Κορανίου κατά τον ιερό μήνα Ραμαντάν.
Κάποιοι προβάλουν ως επιχείρημα κατά της ανεγέρσεως και λειτουργίας Τεμένους την ένταση της επιθετικότητας των ακραίων ομάδων του πολιτικού Ισλάμ. Επίσης, τεχνηέντως προσπαθούν να συνδέσουν το ζήτημα με το προσφυγικό κύμα και την μετανάστευση (παράνομη ή μη).
Προφανώς, παρόμοιες αιτιάσεις δεν εδράζονται σε καμία λογική βάση, παρά μόνον στον φόβο, τον συντηρητισμό και την λανθάνουσα εθνικιστική-λαϊκιστική, θεώρηση. Μουσουλμάνοι δεν είναι μόνον κάποιοι εκ των προσφευγόντων ή μεταναστών. Αρκετοί επισκέπτες των Αθηνών, είτε επιχειρηματίες, διπλωματικοί, πολιτικοί και απλοί τουρίστες ακολουθούν αυτό το θρήσκευμα.
Ακόμη, είναι προτιμώτερη η άσκηση των λατρευτικών καθηκόντων, οποιασδήποτε ομάδας ή θρησκευτικού δόγματος, εντός οργανωμένου χώρου, του οποίου την εποπτεία θα έχει η Ελληνική Πολιτεία, παρά το υφιστάμενο καθεστώς της ανεξέλεγκτης λειτουργίας δεκάδων «τζαμιών» σε χώρους επί των οποίων κανείς δεν μπορεί να έχει εικόνα και γνώση του τι διαμοίβεται εντός αυτών.
Επιπροσθέτως, η λογική που απαιτεί την δημιουργία Χριστιανικών Ναών στις μουσουλμανικές χώρες, δεν αντέχει σε καμία σοβαρή κρίση. Πρώτον γιατί η σύγκριση με πιο «καθυστερημένες» πολιτικά και κοινωνικά χώρες δεν περιποιεί τιμή για εμάς και δεύτερον, διότι, ενδεχομένως στην Σαουδική Αραβία, π.χ., να μην είναι δυνατή η ανέγερση Χριστιανικού Ναού, δεν ισχύει όμως το ίδιο για άλλες χώρες όπως η Ιορδανία, η Συρία κ.λπ.
Επομένως, αν και όχι απολύτως δημοφιλής, ορθή υπήρξε η πρόταση της Κυβέρνησης και ακόμη ορθοτέρα η απόφαση της συντριπτικής πλειοψηφίας του Κοινοβουλίου, με την συναίνεση των κομμάτων της αντιπολιτεύσεως, πλην, βεβαίως, των γνωστών καιροσκόπων-λαϊκιστών, οι οποίοι εξακολουθούν και σε αυτό το σημαντικό ζήτημα να επενδύουν στα ταπεινά ένστικτα και φόβους των πολιτών, προκειμένου να επιβιώσουν πολιτικά.